Το 2008 το ΑΕΠ της Ελλάδας είχε φθάσει στο ανώτερο επίπεδο των τελευταίων 13 ετών και είχε διαμορφωθεί στα 233,3 δισ. ευρώ (σε ονομαστικούς όρους).
Στα χρόνια της ύφεσης που ακολούθησαν μειώθηκε κατά 57 δισ. ευρώ καθώς συρρικνώθηκε σήμερα στα 176 δισ. ευρώ περίπου, ενώ το Ινστιτούτο Peterson υποστηρίζει πως ίσως η χώρα μετά το 2021 καταφέρει να προσεγγίσει τα επίπεδα του 2007 (223,2 δισ. ευρώ).
Σύμφωνα εξάλλου με την Allianz, η περιουσία των Ελλήνων υποχώρησε τα χρόνια της κρίσης κατά 30%, ενώ η μεσαία τάξη αποτελεί πλέον το 20% του πληθυσμού από 50% την εποχή που η χώρα γινόταν μέλος του ευρώ.
Απομειώσεις περιουσιών


Σύμφωνα με στοιχεία της Credit Suisse, εξάλλου, από το 2007 ως σήμερα περίπου 1,2 εκατομμύρια Ελληνες άλλαξαν κατηγορία εισοδηματικής διαστρωμάτωσης καθώς η αξία των ελληνικών περιουσιακών στοιχείων απομειώθηκε κατά σχεδόν 522 δισ. δολάρια, ενώ κάθε Ελληνας έχασε 55.500 δολάρια, αφού η μέση αξία του πλούτου των Ελλήνων από 136.800 δολάρια το 2007 εκτιμάται ότι υποχώρησε σε 81.300 δολάρια το 2015.
Με τη σωρευτική πτώση του ΑΕΠ να ξεπερνά τελικά το 26%, η ελληνική «Μεγάλη Υφεση» είναι μία από τις ισχυρότερες που έχουν καταγραφεί ιστορικά από το 1870, ενώ για ορισμένους οικονομολόγους θα ήταν πρόωρο να υποστηριχθεί ότι η χώρα έχει ήδη αποφύγει την «παγίδα στασιμότητας» μπαίνοντας ενδεχομένως σε μια περίοδο χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης χωρίς τη δημιουργία των αναγκαίων θέσεων εργασίας.
Aρνητικός ρυθμός


Το 2016, εξάλλου, σε αντίθεση με τον Πρωθυπουργό που στη συνέντευξή του στο Reuters εξέπληξε αναμένοντας ανάπτυξη 0,2% ως 0,4% εφέτος και επιστροφή στις αγορές το 2017, οι οικονομολόγοι προβλέπουν αρνητικό ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης (τον όγδοο τα τελευταία εννέα χρόνια) της τάξεως του -0,5% σε μέσα επίπεδα (με ένα βασικό εύρος προβλέψεων από -0,2% ως -0,7%).
Διαχειριστές κεφαλαίων που παρακολουθούν στενά τα ελληνικά δρώμενα θεωρούν πως, αν και έχει υποχωρήσει σημαντικά το πολιτικό ρίσκο, η Ελλάδα παραμένει ακόμη στη γωνία, ενώ η ουσιαστική επιστροφή (και όχι μικρές ακριβές δοκιμαστικές εκδόσεις χρέους) στις αγορές απαιτεί επιστροφή στην κανονικότητα μέσα από μια περίοδο διατηρήσιμης ανάπτυξης, προσέλκυση επενδύσεων, κυρίως από το εξωτερικό, να κλείσουν τα «ανοιχτά μέτωπα» με τις αξιολογήσεις και την ΕΚΤ, αλλά πρωτίστως να υπάρξει καθαρή λύση στο θέμα του χρέους ώστε να καταστεί βιώσιμη η εξυπηρέτησή του, αν και εδώ, όπως λέγεται, το θέμα είναι το πότε και ίσως με ποια ελληνική κυβέρνηση θα θελήσουν οι Ευρωπαίοι να διαπραγματευθούν μια ουσιαστική λύση.
Αναλυτές θεωρούν ότι η εκταμίευση της υποδόσης των 2,8 δισ. ευρώ θα έχει αίσιο τέλος, ενώ καθώς στο θέμα του χρέους δεν αναμένουν ουσιαστικές εξελίξεις πριν από τις γερμανικές εκλογές, με το ΔΝΤ μάλιστα στο περιθώριο, η ΕΚΤ θα αργήσει να αγοράσει ελληνικά ομόλογα, αγορές που αν αποφασίζονταν θα μπορούσαν να φτάσουν τα 4,2 δισ. ευρώ ή και πάνω από τα 5 δισ. ευρώ αν το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ επεκτεινόταν πέραν του Μαρτίου 2017 ασκώντας θετική επίδραση στα ασφάλιστρα κινδύνου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ