Η κυβέρνηση της Αυστραλίας μπλόκαρε επισήμως την πώληση του μεγαλύτερου δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας Ausgrid σε δύο κινεζικές εταιρείες. Ο αυστραλός υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μόρισον ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι η προσφορά των κινεζικών εταιρειών για την εξαγορά του 50,4% της Ausgrid απορρίφθηκε για λόγους ασφαλείας.
Η κυβέρνηση της Καμπέρα είχε ήδη «παγώσει» την πώληση από την περασμένη εβδομάδα, ενέργεια που είχε προκαλέσει δυσμενή σχόλια και δυσαρέσκεια στην Κίνα. Ο υπουργός Οικονομικών έθεσε τέρμα στην εκκρεμότητα ξεκαθαρίζοντας ότι ενδεχόμενη πώληση της Ausgrid στους ξένους επενδυτές θα αντέβαινε στα εθνικά συμφέροντα.
«Η απόφαση αυτή συνάδει με τις συστάσεις Επιτοπής Ελέγχου Ξένων Επενδύσεων» είπε χαρακτηριστικά ο Μόρισον. Πρόσθεσε όμως ότι η κυβέρνησή του δεν αποσύρει τα σχέδια ιδιωτικοποίησης της Ausgrid.
Επιλεκτικός προστατευτισμός


Οπως μεταδίδει το BBC, το μπλοκάρισμα της κινεζικής επένδυσης αναμένεται να ξεσηκώσει θύελλα διαμαρτυριών στο Πεκίνο και κατηγορίες κατά της Αυστραλίας ότι ακολουθεί πολιτική προστατευτισμού. Ηδη μετά το πάγωμα της διαδικασίας πώλησης ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εμπορίου της Κίνας Σεν Ντανιάνγκ είχε κάνει λόγο για «προστατευτισμό που θα έχει σοβαρό αντίκτυπο στην προθυμία και άλλων κινεζικών επιχειρήσεων να επενδύσουν στην Αυστραλία».
Να σημειωθεί ότι νωρίτερα εφέτος η συντηρητική κυβέρνηση της Αυστραλίας είχε μπλοκάρει την πώληση της Kidman & Co –πρόκειται για τη μεγαλύτερη φάρμα εκτροφής ζώων στον κόσμο –επίσης σε κινέζο επενδυτή.
Το επίσημο μπλοκάρισμα των κινέζων επενδυτών στην Αυστραλία (τουλάχιστον στον κλάδο της ενέργειας) ανακοινώθηκε λίγες ημέρες μετά την απόφαση της νέας πρωθυπουργού της Βρετανίας Τερέζα Μέι να επανεξετάσει την κατασκευή ενός νέου πυρηνικού σταθμού που χρηματοδοτείται από κινεζικά κεφάλαια. Ο κινέζος πρέσβης στο Λονδίνο προειδοποίησε τη βρετανική κυβέρνηση ότι οι καθυστερήσεις στην έγκριση της επένδυσης μπορούν να φέρουν τις σχέσεις των δύο χωρών σε «ιστορικά κρίσιμη κατάσταση».
Δεν είναι η πρώτη φορά που το Πεκίνο διαμαρτύρεται για τις «αθέμιτες πρακτικές» και για τον «προστατευτισμό χωρών που έχουν για σημαία τους τον οικονομικό φιλελευθερισμό, τον ανταγωνισμό και τις ανοικτές αγορές». Οι όροι «οικονομικός πατριωτισμός» και «επιχείρηση εθνικής σημασίας» μπορεί να είναι ευρωπαϊκοί –πατέρας τους θεωρείται ο τέως πρόεδρος της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί –ωστόσο μέτρα αποκλεισμού ξένων επενδυτών, όπως επίσης και βαρύτατες δασμολογικές πολιτικές σε εισαγόμενα ανταγωνιστικά προϊόντα, λαμβάνουν συστηματικά και οι ΗΠΑ. Εν προκειμένω χαρακτηριστική παραμένει η άρνηση της κυβέρνησης Τζορτζ Μπους στην πώληση το 2005 της πέμπτης σε παραγωγή πετρελαϊκής εταιρείας των ΗΠΑ Unocal στην κινεζική CNOOC.

«Στην προσπάθειά τους να επεκταθούν παγκοσμίως οι κινεζικές εταιρείες έχουν εξαγοράσει σημαντικά μερίδια διεθνών ενεργειακών εταιρειών, κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες. Στο μέλλον όμως οι επιχειρήσεις θα αναρωτιούνται αν θα μπορέσει να προχωρήσει η επένδυση επειδή ο επενδυτής έρχεται από την Κίνα. Παρόμοιες αποφάσεις αποκλεισμού κινεζικών επιχειρήσεων στη Δύση θα έχουν πάντως μικρή ή μηδαμινή επίδραση στις κινεζικές επενδύσεις σε μη κρίσιμους τομείς για την εθνική ασφάλεια»
δήλωσε στο BBC ο καθηγητής του Warwick Business School Κάμελ Μέλαχι.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ