Δυσοίωνες είναι οι προοπτικές των ελληνικών αιτημάτων για τα Εργασιακά στις επικείμενες διαπραγματεύσεις του Σεπτεμβρίου, ιδιαιτέρως στο θέμα των ομαδικών απολύσεων, μετά την παραδοχή της κυβέρνησης ότι η τελική λύση θα εξαρτηθεί από την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για το «βέτο» που άσκησε παλαιότερα το υπουργείο Εργασίας στις ομαδικές απολύσεις της ΑΓΕΤ «Ηρακλής» (Lafarge).
Αλλά και στα υπόλοιπα θέματα (κατώτατος μισθός, συμβάσεις εργασίας, κήρυξη απεργιών, συνδικαλιστικά δικαιώματα, ανταπεργία κ.τ.λ.) τα πράγματα θα είναι δύσκολα καθώς οι θέσεις που διατυπώνει επισήμως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο είναι ιδιαιτέρως σκληρές και σε αντίθετη κατεύθυνση από τη «συμφωνία των πέντε σημείων» στην οποία κατέληξαν οι εκπρόσωποι εργοδοτικών και εργατικών οργανώσεων της χώρας.
Η συμφωνία των πέντε σημείων στην ουσία επετεύχθη προκειμένου να ενισχύσει τον υπουργό Εργασίας στην επικείμενη διαπραγμάτευση, ωστόσο η εμπειρία του παρελθόντος έχει δείξει ότι οι εκπρόσωποι των δανειστών δεν καθορίζουν τη στάση τους με βάση ανάλογες συμφωνίες.
Ο υπουργός Εργασίας κ. Γ. Κατρούγκαλος χαρακτηρίζει «θετική εξέλιξη» τη συγκεκριμένη συμφωνία, αλλά αναγνωρίζει ότι θα υπάρξουν δυσκολίες στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές και γι’ αυτό θα επιδιώξει να υπάρξει «εμπλοκή των κοινωνικών εταίρων και στις επόμενες φάσεις των συζητήσεων».
Η λύση που θα ικανοποιεί την κυβέρνηση θα πρέπει να προβλέπει τη «βελτίωση και όχι την επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων». Εξειδικεύοντάς το ο υπουργός σημειώνει ότι στόχος είναι η επιστροφή της επεκτασιμότητας των κλαδικών συμβάσεων και ο καθορισμός των κατώτατων αμοιβών από τους κοινωνικούς εταίρους μέσω της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.
Παραδέχεται ωστόσο ότι επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων δεν θα σημάνει επιστροφή στην προτεραία –προ των ανατροπών –κατάσταση.
Πάντως στο θέμα των ομαδικών απολύσεων μάλλον θα πρέπει να κρατά κανείς «μικρό καλάθι». Ο κ. Κατρούγκαλος παραδέχθηκε ότι θα πρέπει να αναμένουμε την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ώστε να υπάρξει προσαρμογή στο περιεχόμενό της. Σημειώνεται ότι η ΑΓΕΤ «Ηρακλής» έχει προσφύγει κατά του δικαιώματος άσκησης βέτο από τον πρώην υπουργό Εργασίας κ. Ι. Βρούτση για την έγκριση ομαδικών απολύσεων.
Κατά τις διαπραγματεύσεις θεωρείται βέβαιον ότι θα ζητηθεί η κατάργηση του υπουργικού δικαιώματος και η άσκηση του ελέγχου των ομαδικών απολύσεων από κάποια ανεξάρτητη δημόσια αρχή. Ταυτοχρόνως ανοιχτό είναι το ενδεχόμενο να αυξηθούν τα ποσοστά των επιτρεπόμενων ανά μήνα απολύσεων στις μεγάλες επιχειρήσεις από 5% σε 10%. (Το μέτρο αυτό θεωρείται από τους δανειστές αναγκαίο για την αναδιάρθρωση των τραπεζών και των υπό ιδιωτικοποίηση ΔΕΚΟ.)
Εν τω μεταξύ στην κοινή τους δήλωση ΓΣΕΕ και εργοδοτικές οργανώσεις αποφεύγουν να αναφερθούν στα «επίμαχα ζητήματα» των ομαδικών απολύσεων, της επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων και της ενίσχυσης των κλαδικών έναντι των επιχειρησιακών, στα οποία υπάρχουν μεταξύ τους διαφωνίες. Αντιθέτως, τα πέντε σημεία στα οποία συμφωνούν είναι:
  • «Βέλτιστες πρακτικές» πρέπει να θεωρηθούν όσες εναρμονίζονται με το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο. Επιβεβαιώνονται τα συμφωνηθέντα στις τριμερείς συναντήσεις που έγιναν υπό την αιγίδα του ILO. Δεν υφίσταται θέμα μείωσης του κατώτατου μισθού ή κατάργησης του 13ου-14ου μισθού.
  • Επισημαίνεται η ανάγκη να συμφωνείται μεταξύ των κοινωνικών εταίρων ο ελάχιστος νόμιμος μισθός για όλους τους εργαζομένους. Συμφωνείται ότι ο συνδικαλιστικός νόμος πρέπει να εκσυγχρονιστεί, χωρίς να τίθεται σε αμφισβήτηση το δικαίωμα στην απεργία και στη συνταγματική προστασία συνδικαλιστικής δράσης.
Οι θέσεις των δανειστών


Ανατροπές σε όλα όσα ισχύουν σήμερα για τον κατώτατο μισθό, τις αμοιβές των εργαζομένων, τις συμβάσεις εργασίας, τα όρια των απολύσεων, τις ομαδικές απολύσεις, την κήρυξη απεργιών, τα προνόμια των συνδικαλιστών και το δικαίωμα των επιχειρήσεων να κηρύσσουν ανταπεργία προτείνουν οι δανειστές εν όψει της διαπραγμάτευσης για τα Εργασιακά τον Σεπτέμβριο. Οι αλλαγές περιλαμβάνονται σε έγγραφο 21 σελίδων που εστάλη στην επιτροπή εμπειρογνωμόνων η οποία μελετά τις «βέλτιστες πρακτικές». Οι θεσμοί ζητούν: ο κατώτατος μισθός να εξακολουθήσει να καθορίζεται από το κράτος και μάλιστα απογυμνωμένος από τις προσαυξήσεις λόγω προϋπηρεσίας ή έστω αποσύνδεση των αυξήσεων αυτών (τριετίες) από τις κατώτατες αμοιβές των ανειδίκευτων εργαζομένων, απαλλαγή του κατώτατου μισθού των 586 ευρώ από τα επιδόματα, ήτοι από το 2017 κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού, καθώς και αύξηση του ορίου των ομαδικών απολύσεων από το 6% που είναι σήμερα στο 10%.
Οι δανειστές ζητούν επίσης την αλλαγή της διαδικασίας λήψης απόφασης για την πραγματοποίηση απεργιακών κινητοποιήσεων αλλά και του τρόπου χρηματοδότησης και λειτουργίας των συνδικάτων. Παράλληλα επιδιώκουν την καθιέρωση της ανταπεργίας (lock out).

ΔΙΑΧΩΡΙΖΕΙ ΤΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ Ο ΣΕΒ
Ρήγμα στους εταίρους για τις αλλαγές

Σαφείς αποστάσεις από τους υπόλοιπους κοινωνικούς εταίρους για τα εργασιακά λαμβάνει ο ΣΕΒ, λίγες μόνο ημέρες μετά τη «συμφωνία των πέντε σημείων» μεταξύ ΓΣΕΕ και εργοδοτικών οργανώσεων.
Ο ΣΕΒ στο επίσημο εβδομαδιαίο δελτίο του ζητεί ομαδικές απολύσεις χωρίς έγκριση του υπουργείου Εργασίας, τάσσεται υπέρ της κατάργησης της υποχρεωτικής διαιτησίας, προτείνει οι επιχειρησιακές να υπερισχύουν των κλαδικών συμβάσεων και υποστηρίζει την ανάγκη αλλαγών στον τρόπο λήψης των αποφάσεων για απεργιακές κινητοποιήσεις.
Οι θέσεις αυτές προκάλεσαν την αντίδραση της ΓΣΕΕ, η οποία διαπιστώνει ότι όλα αυτά είναι «σε πλήρη αντίθεση με όσα οι εκπρόσωποι των βιομηχάνων συνυπέγραψαν στην πρόσφατη συμφωνία ΓΣΕΕ – εργοδοτικών οργανώσεων» και καλεί τον Σύνδεσμο να διευκρινίσει «ποιες είναι τελικά οι θέσεις του».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ