Στη Βρετανία και σε όλη τη Δύση είμαστε μάρτυρες της έκλειψης του πολιτικού κατεστημένου. Πολιτικοί όπως ο Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ, ο Γιάροσλαβ Καζίνσκι στην Πολωνία, η Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία ήταν κάποτε αδύνατον να εκλεγούν, αλλά σήμερα μη εκλέξιμη έχει γίνει η επικρατούσα τάση, το πολιτικό σύστημα. Στην Αυστρία παραλίγο να εκλεγεί πρόεδρος ένας ακροδεξιός. Θα πρέπει να περιμένουμε μεγαλύτερες εκλογικές επιτυχίες για λαϊκιστές πολιτικούς και περισσότερα σχέδια όπως το πρόσφατο δημοψήφισμα του Ηνωμένου Βασιλείου για το Brexit.
Η οικονομία έχει παγκοσμιοποιηθεί, αλλά η πολιτική παραμένει μια εθνική διαδικασία. Αυτή η αποσύνδεση έχει δημιουργήσει την αίσθηση, μεταξύ των απλών πολιτών, ότι η δημοκρατία –η θέληση του λαού –έχει υπονομευθεί. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον η επιρροή γίνεται μοναδικός τομέας των λαϊκιστών γιατί μόνο αυτοί μπορούν να φέρουν την αλλαγή –και μόνο μέσω της καταστροφής. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον οι λαϊκιστές φαίνονται αξιόπιστοι, ακόμη και όταν ψεύδονται.

Το Brexit θα πρέπει να θεωρηθεί ως τιμωρία για γεγονότα όπως οι ευρωεκλογές του 2014, όταν ήταν εμφανές, προτού καν ψηφίσει κανείς, ποιος θα γίνει ο επικεφαλής της Επιτροπής της ΕΕ, ποιος θα ηγηθεί του κοινοβουλίου της ΕΕ και ποιο κόμμα του Ευρωκοινοβουλίου θα είναι το μεγαλύτερο. Αυτή η αίσθηση του στημένου παιχνιδιού αποξενώνει τους πολίτες και τους οδηγεί να διεκδικήσουν εκ νέου τη δημοκρατική αξιοπρέπειά τους με ψήφο διαμαρτυρίας για ανθρώπους όπως ο Νάιτζελ Φάρατζ, ηγέτης του Κόμματος Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου, ή ο Ντόναλντ Τραμπ. Φυσικά, κανείς δεν πιστεύει πραγματικά ότι ο Τραμπ μπορεί να κερδίσει την προεδρία των ΗΠΑ. Παρομοίως, κανείς, ούτε καν τα γραφεία στοιχημάτων, δεν πίστευαν ότι το Brexit ήταν μια πραγματική πιθανότητα.

Μπορεί να γίνει μια δεύτερη Ελβετία

Πώς θα επιβιώσει λοιπόν η ΕΕ από την απώλεια ενός μεγάλου κράτους-μέλους σε μια εποχή όταν ήδη πρέπει να ασχοληθεί με την άνοδο των λαϊκιστών, την οικονομική δυσπραγία, μια προσφυγική κρίση και την τρομοκρατία; Το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να κάνει χωρίς την ΕΕ. Αλλά η ΕΕ δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς το Ηνωμένο Βασίλειο. Σε αντίθεση με την ΕΕ, η Μεγάλη Βρετανία είναι ένα νησί, η γλώσσα του ομιλείται σε όλο τον κόσμο και έχει πυρηνικά όπλα. Οι ηπειρωτικοί σύμμαχοί της δεν έχουν τέτοια πλεονεκτήματα (μόνον η Γαλλία είναι μια πυρηνική δύναμη). Δεν υπάρχει τίποτε που να εμποδίζει τη Βρετανία να γίνει μια δεύτερη Ελβετία.
Ως τώρα, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο ως αντίβαρο προς τη Γερμανία. Τώρα, όμως, η Γερμανία έχει απομείνει μόνη για να αναλάβει την ηγεσία της Ευρώπης, είτε το θέλει είτε όχι. Το πρόβλημα είναι ότι τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ΕΕ δεν θα ανεχθούν τη γερμανική ηγεσία.
Στο άμεσο μέλλον η ΕΕ θα αντιμετωπίσει ένα σοβαρό δίλημμα. Αν επιτρέψει στη Μεγάλη Βρετανία να αποχωρήσει από τις κοινές δομές μόνο σε περιορισμένο βαθμό, αυτό θα στείλει το μήνυμα ότι οι ευρωσκεπτικιστές μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν. Αλλά αν οι ηγέτες της ΕΕ επιβάλουν υψηλό κόστος για το Ηνωμένο Βασίλειο –συγκεκριμένα, περιορίζοντας την πρόσβασή του στην ενιαία αγορά –η Ευρώπη θα έχει καταφέρει ένα αυτοκαταστροφικό πλήγμα.
Λείπει η πολιτική βούληση για ενοποίηση

Η τραγωδία της σημερινής κατάστασης είναι ότι η ΕΕ θα μπορούσε ακόμη να σωθεί και να συνέλθει. Θα μπορούσε να αντισταθμίσει τις απώλειες που προκλήθηκαν από το Brexit μετατρέποντας την τρέχουσα κρίση σε μια ευκαιρία για πραγματική ενοποίηση –κάτι που ως τώρα είχε αποκλειστεί από το Ηνωμένο Βασίλειο. Μια τέτοια άσκηση στην ανανέωση θα απαιτήσει να δοθεί πραγματική εξουσία στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, να δημιουργηθούν κοινή δημοσιονομική πολιτική, άμυνα και ενεργειακές πολιτικές, και ταυτόχρονα να επιδιωχθεί μεγαλύτερος εκδημοκρατισμός.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, η Ευρώπη θα μπορούσε τελικά να αναδειχθεί ως ισχυρός παράγοντας στις διεθνείς υποθέσεις. Θα μπορούσε να είναι η τρίτη μεγαλύτερη χώρα του κόσμου, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης με τα αγγλικά, ειρωνικά, ως διοικητική γλώσσα. Αλλά, δυστυχώς, η πολιτική βούληση για την επίτευξη μιας τέτοιας έκβασης είναι απίθανο να εμφανιστεί, ώσπου οι συνθήκες στην Ευρώπη να γίνουν πολύ χειρότερες από ό,τι είναι τώρα.
Ο κ. Slawomir Sierakowski, ιδρυτής του κινήματος Krytyka Polityczna, είναι διευθυντής του Institute for Advanced Study στη Βαρσοβία.

HeliosPlus