Δύο κυοφορούμενες εδώ και καιρό επιχειρηματικές συμφωνίες αναμένεται να ανακοινωθούν το επόμενο διάστημα, κόντρα στο αρνητικό επενδυτικό περιβάλλον. Σύμφωνα με πληροφορίες, έχουν σχεδόν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες για την πώληση της Υαλουργίας Γιούλα και της εταιρείας ιχθυοκαλλιεργειών Ανδρομέδα.
Πρόκειται για στοχευμένες εξαγορές εταιρειών που ναι μεν έχουν έδρα την Ελλάδα, αλλά με μικρή εξάρτηση από την ελληνική αγορά. Τόσο η Γιούλα, με μεγάλα μερίδια αγοράς και μονάδες στα Βαλκάνια, όσο και η Ανδρομέδα, με εξαγωγές ψαριών άνω του 80% του ετήσιου κύκλου εργασιών, προσέλκυσαν τους νέους ιδιοκτήτες τους για το προϊόν και την τεχνογνωσία τους, στοιχεία που αντισταθμίζουν το ρίσκο της χώρας.
Τον περασμένο Νοέμβριο η διοίκηση της Υαλουργίας Γιούλα ανέθεσε στη Citigroup Global Markets Limited να βρει αγοραστή για την ιστορική εταιρεία που ιδρύθηκε το 1947 και έχει έδρα της το Αιγάλεω.
Στον διαγωνισμό υπεβλήθησαν σοβαρές προτάσεις από τρεις ενδιαφερόμενους και σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος», η ελληνική εταιρεία θα περάσει σε χέρια πορτογάλων υαλουργών που προκρίθηκαν στη διαγωνιστική διαδικασία.
Leader στις αγορές


Ιδιοκτήτες της Υαλουργίας Γιούλα είναι η οικογένεια Βουλγαράκη (τέσσερα αδέλφια) με ποσοστό 75%, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό ελέγχεται από τις τράπεζες Εθνική και Eurobank.
Ο όμιλος αποτελείται από έξι εταιρείες που λειτουργούν στην Ελλάδα, στη Βουλγαρία, στη Ρουμανία και στην Ουκρανία. Διαθέτει επτά μονάδες παραγωγής, με 15 κλιβάνους τήξεως γυαλιού και 49 γραμμές σχηματοδότησης προïόντων, οι οποίες παράγουν ετησίως πάνω από 2 δισ. τεμάχια προϊόντων συσκευασίας, 125 εκατ. τεμάχια επιτραπέζιων προϊόντων, 52.000 τόνους φαρμακευτικό γυαλί και 650.000 τετραγωνικά μέτρα διακοσμητικό τζάμι.
Η Γιούλα σε επίπεδο λειτουργικών κερδών διατηρεί υψηλές επιδόσεις και είναι leader στις αγορές όπου δραστηριοποιείται, αλλά ταυτόχρονα έχει και υψηλά χρηματοοικονομικά κόστη λόγω του δανεισμού της. Επίσης, ο εμφύλιος στην Ουκρανία είχε αποτέλεσμα να υπολειτουργούν οι δύο μονάδες που διατηρεί εκεί.
Παράλληλα, το ελληνικό εργοστάσιο είχε χάσει την ανταγωνιστικότητά του λόγω του υψηλού ενεργειακού κόστους (τιμολόγια φυσικού αερίου και ρεύματος), το οποίο αποτελεί βραχνά για όλες τις εγχώριες ενεργοβόρες βιομηχανίες.
Σύμφωνα με τελευταία δημοσιευθέντα στοιχεία, ο τζίρος του ομίλου Γιούλα ανέρχεται σε 200 εκατ. ευρώ, τα EBITDA σε 56 εκατ. ευρώ, οι ζημιές σε 17 εκατ. ευρώ και ο καθαρός δανεισμός σε 308 εκατ. ευρώ.
Το επόμενο deal που αναμένεται να ανακοινωθεί, ίσως και πιο σύντομα από τη Γιούλα, είναι αυτό της εταιρείας ιχθυοκαλλιεργειών Ανδρομέδα. Βασικός μέτοχος με 90% στην εταιρεία είναι το private equity fund με την επωνυμία South Eastern Europe Fund (SEEF) που συμβουλεύει η Global Finance.
Το SEEF είχε αποκτήσει την Ανδρομέδα που έχει έδρα την Πάτρα το 2007 και θα ρευστοποιήσει τη συμμετοχή του με υψηλό κέρδος σε σχέση με την αρχική επένδυση. Αγοραστές είναι αμερικανοί επενδυτές με μεγάλη εμπειρία στις ιχθυοκαλλιέργειες. Θα πρέπει να σημειωθεί πως η Ανδρομέδα ήταν η μόνη από τις πέντε μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου που στα χρόνια της κρίσης μεγάλωσε και επεκτάθηκε, σε αντίθεση με Νηρέα, Σελόντα, Δία και Ελληνικές Ιχθυοκαλλιέργειες που χρειάστηκε η παρέμβαση των τραπεζών για να μη χρεοκοπήσουν.
Τρεις θυγατρικές


Σήμερα το 50% του τζίρου της προέρχεται από την αγορά της Ισπανίας στην οποία διαθέτει τέσσερις θυγατρικές εταιρείες (τρεις παραγωγικές και μία εμπορική). Επίσης, διαθέτει παραγωγική μονάδα και στην Αλβανία. Στη μητρική απασχολούνται 320 άτομα και στον όμιλο 530.
Ο κύκλος εργασιών της Ανδρομέδας διαμορφώθηκε το 2014 σε 112 εκατ. ευρώ και τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) σε 6,5 εκατ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι το fund SEEF ανακοίνωσε την περασμένη Πέμπτη την αποεπένδυσή του από τη ρουμανική εταιρεία ανακύκλωσης Green Group και την πώληση της πλειοψηφικής συμμετοχής του στην ABRIS Capital Partners.
H Global Finance απέκτησε το 2012 την Green Group και σύμφωνα με πληροφορίες εισέπραξε διπλάσια χρήματα σε σχέση με την αρχική της επένδυση.
Και αυτό επειδή η Green Group έχει καταστεί ο μεγαλύτερος όμιλος διαχείρισης απορριμμάτων και ανακύκλωσης στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, με τζίρο 90 εκατ. ευρώ και 100% εξαγωγική δραστηριότητα.
Το SEEF υπενθυμίζεται ότι είχε «σηκώσει» όταν ιδρύθηκε περί τα 350 εκατ. ευρώ και έχει απεμπλακεί επίσης με κέρδη από την τουρκική φαρμακευτική εταιρεία Biofarma. Στην κατοχή του σήμερα παραμένουν μία εταιρεία λογισμικού στη Ρουμανία και στην Ελλάδα η Ευρωκλινική, η «Χρυσή Ευκαιρία» και η Icap.


Eντός του 2016
Προσδοκίες για deals αξίας €7 δισ. στην Ελλάδα

H επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα έπειτα από επτά χρόνια ύφεσης και έντεκα μήνες ελέγχου κίνησης κεφαλαίων εμφανίζει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα. Αυτή η ανθεκτικότητα απειλείται από τις οφειλές του κράτους ύψους 7 δισ. ευρώ στην οικονομία, από τον αντιφατικό τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει η κυβέρνηση τις ιδιωτικοποιήσεις, αλλά και από την καθυστερημένη ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
Το 2015 η αξία των εξαγορών και συγχωνεύσεων κυμάνθηκε μόλις στα 1,4 δισ. ευρώ, αλλά η πρόβλεψη για το 2016 κάνει λόγο για ένα ποσό της τάξης των 7 δισ. ευρώ, υπό την προϋπόθεση ότι οι ιδιωτικοποιήσεις θα προχωρήσουν και δεν θα υπάρξουν εμπλοκές στα έργα.
Η εκτίμηση ανήκει στην PricewaterhouseCoopers, η οποία στις συναλλαγές του 2016 περιλαμβάνει το deal των Sani Resort και Ikos Resort με τη συμμετοχή της Oaktree και άλλων επενδυτικών κεφαλαίων, την εξαγορά της Βερόπουλος από τη Metro τη σύμβαση παραχώρησης των 14 αεροδρομίων, την ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ, την πώληση της Finansbank από την Εθνική, την πώληση του 90% του Αστέρα Βουλιαγμένης κ.ά.
Στα παραπάνω συναλλαγές θα πρέπει να προστεθούν οι πωλήσεις μη κύριων δραστηριοτήτων από τις τράπεζες, όπως για παράδειγμα το ξενοδοχείο Χίλτον από την Αlpha Bank, η Εθνική Ασφαλιστική από την Εθνική, η Trastor AEEAΠ από την Πειραιώς, ή άλλες ιδιωτικές συναλλαγές όπως η ολοκλήρωση της απόκτησης της αλλαντοβιομηχανίας Νίκας και η προσπάθεια των Μινωικών Γραμμών να αποκτήσει τον έλεγχο της Hellenic Seaways.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ