Η προσφυγική κρίση, το δημοψήφισμα για το Brexit, οι νέες εκλογές στην Ισπανία, η επερχόμενη αναθεώρηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Πορτογαλίας, η άνοδος του εθνικισμού και, ασφαλώς, η πορεία της ελληνικής αξιολόγησης που έχει οδηγήσει σε πλήθος σεναρίων, επαναφέροντας μάλιστα σε ορισμένους μνήμες του περυσινού δράματος και της επιστροφής του Grexit, θα μπορούσαν, όπως λέγεται, να οδηγήσουν σε ένα θερμό καλοκαίρι, αν όχι για τη Γηραιά Ηπειρο, σίγουρα όμως για τη χώρα μας.
Διαχειριστές θεσμικών χαρτοφυλακίων, στελέχη διεθνών οίκων και οικονομολόγοι διεθνών τραπεζών σημειώνουν πως έχουν σηκώσει «τα χέρια ψηλά» με την Ελλάδα, η οποία μεταξύ 2007-2013 έχασε το 26,49% του ΑΕΠ της, ενώ μετά από 24 μήνες στους οποίους η εγχώρια παραγωγή αυξήθηκε μόλις 0,42%, η νέα ύφεση του 2016 εκτιμάται ότι θα κυμανθεί περίπου στο 1%.
Οπως υποστηρίζουν, καθώς η αποταμίευση και οι καταθέσεις κατέρρευσαν και η χώρα βρίσκεται εκτός αγορών και δεν μπορεί να αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες της, απαιτείται η μαζική αύξηση των ιδιωτικών (κυρίως ξένων) επενδύσεων ώστε να επιτευχθεί διατηρήσιμη ανάπτυξη.
Οι ελληνικές παλινωδίες, ωστόσο, αποτρέπουν τους εν δυνάμει μακροχρόνιους επενδυτές.

«Αναγκαστικά στην Ελλάδα, επενδύεις ημέρα με την ημέρα, ώρα με την ώρα. Τοποθέτησε, π.χ., το πρωί και φεύγεις το απόγευμα»,
καθώς η αξιοπιστία της χώρας έχει πληγεί σημαντικά.
Για να επενδύσεις μακροπρόθεσμα σε αυτή τη χώρα, θα πρέπει να είσαι ισχυρός επενδυτής που διαπραγματεύεται σε κρατικό επίπεδο, όπως π.χ. η Κινέζοι της COSCO με τον ΟΛΠ, έστω και αν ο αρμόδιος υπουργός Ναυτιλίας αμφισβητεί την πώλησή του (ή έστω οι γερμανοί της Fraport AG που απέκτησαν τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια).
Ακόμη και ο Τζον Πόλσον, του hedge fund Paulson & Co., ή ο Τζορτζ Σόρος, του Soros Fund Management, εκτιμούν ότι μπορεί να εγκλωβιστείς σε κάποια ελληνική τράπεζα, αφού το επενδυτικό τοπίο στην Ελλάδα δεν είναι πάντα έλλογο, αναφέρουν. Από την άλλη πλευρά, υποστηρίζουν, αλγεινή εντύπωση προκαλεί η περιπέτεια του «επενδυτή της Αφάντου» στη Ρόδο, Ελληνοαμερικανού Μερκούριου Αγγελιάδη, μια επένδυση 400 εκατ. ευρώ, η οποία κινδυνεύει με ακύρωση, καθώς θεωρήθηκε ξαφνικά αρχαιολογικός χώρος από τον αρμόδιο υπουργό Πολιτισμού.
Οι υποχρεώσεις


Για τον λόγο αυτόν, η ολοκλήρωση της αξιολόγησης αποτελεί το πρώτο βήμα για να βελτιωθεί το οικονομικό κλίμα. Δεν έχει περάσει καιρός, εξάλλου, από τότε που ο υπουργός Οικονομικών έχει προειδοποιήσει ότι «αν πιάσουμε Μάιο-Ιούνιο (χωρίς συμφωνία) καήκαμε». Ο Ιούλιος δε δύσκολα «βγαίνει» χωρίς να εκταμιευθεί κάποιο ποσό, εν όψει των κρίσιμων υποχρεώσεων όσον αφορά την εξυπηρέτηση του χρέους (300 εκατ. ευρώ προς το ΔΝΤ και 2,3 δισ. ευρώ προς την ΕΚΤ).
Η κυβέρνηση πάντως χρησιμοποιεί τα διαθέσιμα των δημόσιων φορέων για να καλύψει τις υποχρεώσεις της, ενώ εκτιμάται ότι μπορεί να τα καταφέρει χωρίς να χρεοκοπήσει έως τα τέλη Μαΐου ή τις αρχές Ιουνίου.
Στο παραπάνω πλαίσιο, οι οικονομολόγοι διεθνών οίκων έχουν καταρτίσει τα σενάρια της επόμενης ημέρας.
Το πρώτο θέλει μια συμφωνία της Ελλάδας με τους δανειστές της να ολοκληρώνεται έως τα μέσα Μαΐου, εφόσον βέβαια η Ελλάδα αποδεχθεί αξιόπιστα μέτρα περίπου 9 δισ. ευρώ (συμπεριλαμβανομένου του πρόσθετου πακέτου των 3,6 δισ. ευρώ), καθώς οι δανειστές δεν ενδιαφέρονται για κακής ποιότητας συμβιβασμό.
Για το ΔΝΤ, εξάλλου, η Ελλάδα δεν θα βγει από τον φαύλο κύκλο ύφεσης παρά μόνο αν τα μέτρα που παίρνει είναι αξιόπιστα και για τον λόγο αυτόν δεν θα δεχθεί μέτρα «Μίκυ Μάους» για να κλείσει η αξιολόγηση και βεβαιώνει ότι δεν θα συμμετάσχει στο πρόγραμμα χωρίς ελάφρυνση χρέους συμβατή με τον στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα.
Σε σταυροδρόμι


Στο δεύτερο σενάριο, η χώρα οδηγείται σε εκλογές ώστε η κυβέρνηση να κρατήσει όσο μπορεί τις εκλογικές της δυνάμεις και να βρίσκεται σε θέση ισχύος της επόμενη ημέρα. Για την Credit Suisse, η Ελλάδα βρίσκεται και πάλι σε σταυροδρόμι. Εάν μια συμφωνία δεν επιτευχθεί πριν από το τέλος του Μαΐου, οι διαπραγματεύσεις είναι πιθανό να διακοπούν τον Ιούνιο, ενώ για να καλυφθεί η δόση του Ιουλίου προς την ΕΚΤ δεν αποκλείεται μια έκτακτη ενδιάμεση χρηματοδότηση από τον EFSM. Εάν, πάντως, η συμφωνία φθάσει στη Βουλή, δεν αποκλείει τα κεντροαριστερά κόμματα (ΠαΣοΚ και Ποτάμι) να συμμετάσχουν στην κυβέρνηση αν χρειαστεί.
Σε ένα λιγότερο πιθανό σενάριο, η χώρα οδηγείται σε εκλογές, αλλά με τις δημοσκοπήσεις να βλέπουν μια ξεκάθαρη νίκη της Κεντροδεξιάς. Πέρα από τη βραχυπρόθεσμη μεταβλητότητα, ίσως η εξέλιξη αυτή να είναι θετική για την αγορά.
Η βασική άποψη της Credit Suisse πάντως είναι πως η αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί τον Μάιο και η χώρα θα επωφεληθεί στη συνέχεια από την επαναφορά του waiver, από τη συμφωνία για ένα πλαίσιο ελάφρυνσης χρέους, καθώς και από τη συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο QE της ΕΚΤ.
Στα «κάγκελα» οι έλληνες καταθέτες
Ανησυχία για το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις
Εντονη κινητικότητα καταγράφηκε την περασμένη εβδομάδα στις τράπεζες, με τους καταθέτες να ανησυχούν για τις καταθέσεις τους από ενδεχόμενο «κούρεμα» ή μεταφορά στη δραχμή. Οι φήμες άρχισαν να κυκλοφορούν στις αρχές της εβδομάδας εξαιτίας της αργίας του Πάσχα.
Η μεταφορά της αργίας της Πρωτομαγιάς την Τρίτη του Πάσχα ξύπνησε μνήμες Κύπρου, όταν το «κούρεμα» των καταθέσεων έγινε το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας του 2013. Και τότε η κυπριακή κυβέρνηση βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές για το πακέτο διάσωσης και το «κούρεμα» των καταθέσεων μέσω της φορολόγησης αυτών χρησιμοποιήθηκε για τη χρηματοδότηση του πακέτου διάσωσης της Μεγαλονήσου.
Οι καταθέτες έσπαγαν τις καταθέσεις τους σε ποσά κάτω των 100.000 ευρώ ώστε να είναι προστατευμένες σε περίπτωση «κουρέματος» καθώς οι καταθέσεις ως 100.000 ευρώ είναι εγγυημένες. Σύμφωνα όμως με τραπεζικους κύκλους, αυτό ισχύει σε περίπτωση bail in, δηλαδή σε περίπτωση που χρησιμοποιούνται τα χρήματα των καταθετών για τη διάσωση τραπεζών. Στην περίπτωση των ελληνικών τραπεζών δεν τίθεται τέτοιο θέμα καθώς μετά την πρόσφατη ανακεφαλαιοποίηση διαθέτουν υπερεπάρκεια κεφαλαίων. Βεβαίως πρέπει να σημειωθεί ότι από τη στιγμή που δεν έχει δημιουργηθεί ευρωπαϊκός φορέας που να εγγυάται τις καταθέσεις, τις καταθέσεις των ελληνικών τραπεζών εγγυάται το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων (ΤΕΚΕ), τα διαθέσιμα του οποίου όμως είναι της τάξεως των 2-3 δισ. ευρώ.
Είναι προφανές ότι δεν μπορεί να εγγυηθεί τις καταθέσεις μιας τράπεζας, πόσω μάλλον του συστήματος. Οι φήμες ενισχύθηκαν και από τη στάση πρακτόρων ασφαλιστικών εταιρειών οι οποίοι παρότρυναν τους καταθέτες να τοποθετήσουν τα χρήματά τους σε τραπεζοασφαλιστικά και άλλα επενδυτικά προϊόντα. Οι καταθέτες προσέγγισαν και ξένες τράπεζες για να αγοράσουν αμοιβαία κεφάλαια και άλλα προϊόντα εξωτερικού για να τους προσφέρουν κάλυψη στα χρήματά τους.
Ολα αυτά αποδεικνύουν πόσο ευαίσθητοι και ανασφαλείς αισθάνονται οι καταθέτες, οι οποίοι, όπως και οι επενδυτές, δεν εμπιστεύονται τις τοποθετήσεις σε ελληνικά assets.


Τι ψηφίζουν 70 διαχειριστές για αγορές – οικονομία
Οι φόβοι και οι εκτιμήσεις για την παγκόσμια ανάπτυξη και τις επενδύσεις

Η Χίλαρι Κλίντον θα κερδίσει τις εκλογές στις ΗΠΑ τον ερχόμενο Νοέμβριο, η Fed θα προχωρήσει σε νέα αύξηση των βασικών επιτοκίων της τον ερχόμενο Ιούνιο, οι τιμές του πετρελαίου θα κυμανθούν μεταξύ 40 και 50 δολαρίων το βαρέλι στο τέλος του 2016, ενώ ο δείκτης-σηματοφόρος των παγκόσμιων μετοχικών τάσεων S&P 500 θα κυμανθεί μεταξύ 2.100 και 2.200 μονάδων, προβλέπουν μεταξύ άλλων σε ειδική έρευνα της Citigroup 70 κορυφαίοι διαχειριστές θεσμικών χαρτοφυλακίων.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους, η παγκόσμια ανάπτυξη επιβραδύνεται αλλά ο κόσμος δεν αναμένεται να υποπέσει σε ύφεση, ενώ τα εταιρικά κέρδη, η Κίνα, τα λάθη πολιτικής, η γεωπολιτική και η τρομοκρατία, το δολάριο και η αύξηση του προστατευτισμού αποτελούν ορισμένους από τους κινδύνους που θα μπορούσαν να μεταβάλουν το οικονομικό περιβάλλον στον κόσμο.
Παραμένουμε σε ένα αβέβαιο περιβάλλον, όπου η οικονομική πολιτική εξακολουθεί είναι η κινητήριος δύναμη για τις επενδύσεις υψηλού κινδύνου.
Για να σημειώσουν καλές αποδόσεις οι επενδύσεις υψηλού κινδύνου κατά τη διάρκεια μιας παρατεταμένης χρονικής περιόδου θα πρέπει να δούμε ότι τα μέτρα των κεντρικών τραπεζών αντανακλώνται στην πραγματική οικονομία υπό τη μορφή ενισχυμένων ρυθμών ανάπτυξης και υψηλότερων επιπέδων πληθωρισμού.
Δεν πρέπει να υποτιμάται η επίδραση των αποφάσεων των κεντρικών τραπεζών στις χρηματοπιστωτικές αγορές, ενώ ορισμένοι αναλυτές αναμένουν ότι η βελτίωση της ψυχολογίας θα έχει θετικές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία μέσω περισσότερης παροχής δανείων, καθώς και μέσω ισχυρότερης στήριξης της εταιρικής και της καταναλωτικής εμπιστοσύνης.
Από την άλλη πλευρά, πάντως, ορισμένοι οικονομολόγοι εκφράζουν τις επιφυλάξεις τους στο κατά πόσον οι κεντρικοί τραπεζίτες μπορούν να ενισχύσουν την ανάπτυξη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ