Την Τρίτη 21 Ιουνίου ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ζαν Κλοντ Γιούνκερ θα είναι το τιμώμενο πρόσωπο στην ετήσια γενική συνέλευση του ΣΕΒ, της κορυφαίας ελληνικής εργοδοτικής οργάνωσης.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι μετακινήθηκε χρονικά για έναν μήνα η γενική συνέλευση –συνήθως γίνεται προς τα τέλη του Μαΐου –προκειμένου να βρεθεί η κατάλληλη ημερομηνία που να εξυπηρετεί τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Η επίσκεψη του κ. Γιούνκερ είναι το αποτέλεσμα της ευρωπαϊκής προσπάθειας που έχει καταβάλει από μηνών η διοίκηση του ΣΕΒ και ιδιαίτερα ο πρόεδρός του κ. Θεόδωρος Φέσσας, προκειμένου να ενημερωθούν η ευρωπαϊκή επιχειρηματική κοινότητα και οι θεσμικοί παράγοντες της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τις δυνατότητες και τα πλεονεκτήματα που παρουσιάζει η ελληνική οικονομία προκειμένου η ελληνική αγορά να ενταχθεί στους επενδυτικούς σχεδιασμούς των μεγάλων ομίλων.
Το «πακέτο»


Σε αυτό το πλαίσιο εξάλλου έγιναν συναντήσεις με τους αρμόδιους κοινοτικούς παράγοντες, όπως επίσης και με τους υπουργούς Οικονομικών της Γερμανίας και της Γαλλίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και Μισέλ Σαπέν. Η περίπτωση όμως του κ. Γιούνκερ έχει ιδιαίτερη σημασία, όχι μόνο για τον συμβολισμό του χρόνου της επίσκεψης –εφόσον έχει κλείσει η αξιολόγηση θα είναι η αφετηρία επανεκκίνησης της ελληνικής οικονομίας –αλλά και λόγω του λεγόμενου «πακέτου Γιούνκερ» των 300 δισ., ευρώ, από το οποίο η Ελλάδα θα επιδιώξει να αποσπάσει όσο το δυνατόν περισσότερα κεφάλαια γίνεται.
Πάντως, όπως εξηγεί ο πρόεδρος του ΣΕΒ κ. Φέσσας, «η μεγάλη εικόνα δείχνει την Ελλάδα να μετασχηματίζεται σταδιακά σε μια οικονομία διαφορετική, με σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες: στους τομείς του τουρισμού, των logistics, της μεταποίησης τροφίμων, των τεχνολογιών πληροφορικής, των φαρμάκων, των μεταλλικών προϊόντων, της οικονομίας υπηρεσιών που απευθύνεται στην τρίτη ηλικία (silver economy)» και σημειώνει ότι «οι παραπάνω τομείς της ελληνικής οικονομίας υπόσχονται σημαντικές υπεραξίες σε εκείνους τους επενδυτές που πρώτοι θα τολμήσουν να επενδύσουν».
Βέβαια ο ίδιος φροντίζει να εξηγεί στους συνομιλητές του πως «είναι επιτακτική ανάγκη να επιταχυνθεί ο ρυθμός υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων, διότι η γρήγορη και επιτυχής ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος προσαρμογής είναι ζωτικής σημασίας».
«Καμπανάκι»


Από την άλλη πλευρά, στις συναντήσεις που είχε με τους θεσμικούς παράγοντες της Ευρωπαϊκής Ενωσης λέει ο ίδιος ότι «μεταφέραμε την ανησυχία των επιχειρήσεων για την πορεία της ελληνικής οικονομίας που δεν αντέχει παράταση της αβεβαιότητας. Κάθε καθυστέρηση στη λήψη αποφάσεων ανεβάζει τον λογαριασμό των μέτρων σε βάρος των επιχειρήσεων».
Και φυσικά «χτυπώντας το καμπανάκι» του κινδύνου προς την κυβέρνηση αλλά και τους θεσμούς τονίζει ότι «πρέπει να αποφευχθούν υπερβολές σε φορολογικά μέτρα που θα βαθύνουν περισσότερο την ύφεση». Θεωρεί ωστόσο ότι «βασικές αιτίες της αργοπορίας της Ελλάδας να βγει από την κρίση είναι η έλλειψη πολιτικής συναίνεσης, οι αδύναμοι θεσμοί, οι πελατειακές σχέσεις, καθώς και η ταύτιση των μεταρρυθμίσεων μόνο με τη δημοσιονομική πειθαρχία. Μόλις επιστρέψει η εμπιστοσύνη, η Ελλάδα θα ανακάμψει, καθώς το μέλλον και οι προοπτικές της συνδέονται με τα ευρύτερα γεωπολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά συμφέροντα της Ευρώπης».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ