«Στην κόψη του ξυραφιού» βρίσκονται οι συζητήσεις της κυβέρνησης με τους δανειστές σχετικά με το θέμα των «κόκκινων» δανείων. Οπως έλεγαν κυβερνητικές πηγές μιλώντας προς «Το Βήμα», ήταν το μόνο θέμα στο οποίο δεν υπήρχε κοινή βάση για συζήτηση, «η απόσταση ήταν τεράστια».
Επί της ουσίας επρόκειτο για «παράλληλους μονολόγους», γι’ αυτόν τον λόγο και οι συζητήσεις του κουαρτέτου με τον υπουργό Οικονομίας κ. Γιώργο Σταθάκη ήταν τόσο σύντομες. Οι ίδιες πηγές θεωρούν ότι με την επιστροφή του κουαρτέτου στις 4 Απριλίου είναι δυνατόν να υπάρξει «κάποιος συμβιβασμός», χωρίς όμως να είναι σε θέση να προσδιορίσουν το πλαίσιο. Αυτό που σε κάθε περίπτωση τονίζουν είναι: «Εμείς δεν θα εφαρμόσουμε το μοντέλο της Ισπανίας και της Ιρλανδίας».
Απελευθέρωση


Οπως εξηγούσαν, οι εκπρόσωποι των δανειστών, με προεξάρχοντες την κυρία Ντέλια Βελκουλέσκου του ΔΝΤ και τον κ. Ράσμους Ρέφερ της ΕΚΤ, έθεσαν ευθέως την πλήρη απελευθέρωση της πώλησης των «κόκκινων» δανείων που είναι συνδεδεμένα με την πρώτη κατοικία αλλά και των δανείων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ως 500.000 ευρώ χωρίς να συζητούν την παραμικρή εναλλακτική λύση.
Από την άλλη πλευρά, ο κ. Σταθάκης υποστήριξε πως όσον αφορά τα «κόκκινα» δάνεια που έχουν χορηγηθεί με ενέχυρο την πρώτη κατοικία του δανειολήπτη (επιχειρηματικά, στεγαστικά και καταναλωτικά) θα υπάρξει τριετής προστασία ανεξαρτήτως του ύψους της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.
Να «γυρίσει» η αγορά


Οπως εξηγήθηκε στο κουαρτέτο, περίπου ένας χρόνος θα χρειαστεί μέχρι να συγκροτηθούν οι εταιρείες μεταβίβασης μη ενήμερων απαιτήσεων και περίπου δύο χρόνια μέχρι να «γυρίσει» η αγορά.
Η αντίδραση του κουαρτέτου στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν πλήρως αρνητική –ουσιαστικά δεν το συζήτησε καθόλου. Αναφορικά με τη σταδιακή απελευθέρωση της πώλησης των «κόκκινων» δανείων των μικρομεσαίων μέχρι του ποσού των 500.000 ευρώ σε διάστημα τριών χρόνων και απομειούμενα 20% ετησίως που πρότεινε η κυβέρνηση, κι αυτή επίσης απορρίφθηκε από την πλευρά των δανειστών εμμένοντας και σε αυτή την περίπτωση στην πλήρη απελευθέρωσή τους. Και στη μία και στην άλλη περίπτωση οι δανειστές είχαν κατά νου τα μοντέλα της Ισπανίας και της Ιρλανδίας και προέβαλλαν τον κίνδυνο της νέας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.

«Δεν υπήρχε κοινή βάση για συζήτηση, δεν έγινε διαπραγμάτευση»
αναφέρουν κυβερνητικές πηγές. Είναι προφανές ότι τα πράγματα στο θέμα των «κόκκινων» δανείων, σε αντίθεση με τις συζητήσεις για το Φορολογικό και το Ασφαλιστικό, έχουν οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Σε ορισμένους κυβερνητικούς κύκλους υπάρχει κλίμα χαμηλών προσδοκιών για το τι πρόκειται να συμβεί μετά τις 4 Απριλίου και την έλευση των δανειστών. Λέγεται μάλιστα ότι «η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη και είναι μεγάλη ανάγκη να κλείσει όσο το δυνατόν συντομότερα η αξιολόγηση», προβλέποντας ουσιαστικά τη χειρότερη ή περίπου τη χειρότερη εκδοχή.
Αλλοι ωστόσο εκτιμούν ότι είναι δυνατόν να υπάρξει κάποιος συμβιβασμός, εκφράζοντας ορισμένες ιδέες που περιγράφουν το πλαίσιο εντός του οποίου μπορεί να κινηθεί και να είναι ανεκτός πολιτικά.
Ελεγαν λοιπόν χαρακτηριστικά ότι στο θέμα της προστασίας της πρώτης κατοικίας μπορεί ίσως να τεθεί ως όριο άνω του οποίου απελευθερώνονται οι πλειστηριασμοί –είτε είναι συνδεδεμένη με επιχειρηματικό δάνειο είτε είναι προϊόν στεγαστικού ή καταναλωτικού δανείου –η αντικειμενική αξία των 200.000 ευρώ, «κάτω από αυτό το όριο δεν το συζητάμε σε καμία περίπτωση», και ίσως να περιοριστεί η χρονική διάρκεια της προστασίας των τριών χρόνων, πιθανόν σε δύο χρόνια.
Στις ολιγόωρες συζητήσεις οι εκπρόσωποι των θεσμών συζητούσαν την προστασία μόνο για περιορισμένο αριθμό δανειοληπτών προερχομένων κυρίως από τις ευάλωτες κοινωνικά ομάδες και με πολύ χαμηλότερη αξία της κύριας κατοικίας. Από την άλλη πλευρά, για τη σταδιακή απελευθέρωση εντός τριών ετών των «κόκκινων» δανείων των μικρομεσαίων μέχρι του ποσού των 500.000 ευρώ οι ίδιες πηγές θεωρούν πως «το έδαφος της συζήτησης είναι πιο ασφαλές, δεδομένου ότι δεν υπάρχει αγορά και πολύ δύσκολα θα συγκροτηθεί», ως εκ τούτου δεν αποκλείεται η νέα κυβερνητική πρόταση να κάνει λόγο για προστασία μέχρι του ποσού των 250.000 ευρώ και η πλήρη τους απελευθέρωση σε δύο χρόνια.
Δεδομένης όμως της πλήρους ασυμβατότητας των δύο προσεγγίσεων μεταξύ κυβέρνησης και κουαρτέτου, τα πράγματα βρίσκονται σε οριακό σημείο και εξαρτώνται από το αποτέλεσμα της «πολιτικής διαπραγμάτευσης» του πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα.


ΠΟΥ ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ
Διαγραφή προστίμων και προσαυξήσεων από μη ενήμερες οφειλές

Κυβέρνηση και δανειστές φέρεται να έχουν συμφωνήσει στο θέμα της φορολογικής μεταχείρισης των οφειλών που διαγράφουν οι τράπεζες, δηλαδή να μην υπολογίζεται ως φόρος εισοδήματος ώστε τα πιστωτικά ιδρύματα να προχωρούν σε «κούρεμα», όπως προβλέπει και ο «νόμος Δένδια».
Το συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο φαίνεται ότι τροποποιείται ώστε όσες επιχειρήσεις με κόκκινα δάνεια υπαχθούν στις διατάξεις του να επιτυγχάνουν και ταυτόχρονη διαγραφή προστίμων και προσαυξήσεων από φορολογικές και ασφαλιστικές μη ενήμερες οφειλές. Προϋπόθεση βέβαια είναι να μπαίνουν σε καθεστώς ρύθμισης για τα ποσά που χρωστούν σε Εφορία και ασφαλιστικά ταμεία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ