Μήνυμα για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας μέσω της συρρίκνωσης του Δημοσίου και της καταπολέμησης της γραφειοκρατίας στέλνει μέσω του «Βήματος» η Ντέμπορα Γουίνς-Σμιθ, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Η κυρία Σμιθ διαπιστώνει ότι «η οικονομία του 21ου αιώνα δεν έχει λειτουργήσει ακόμη στην Ελλάδα» και ζητεί άρση των περιορισμών για τη λειτουργία των επιχειρήσεων, άνοιγμα αγορών και επαγγελμάτων, ακόμη και ιδιωτικά πανεπιστήμια. Η επικεφαλής του κορυφαίου Συμβουλίου των ΗΠΑ μίλησε στο Φόρουμ των Δελφών, ενώ την Πέμπτη υπέγραψε την κοινή διακήρυξη συνεργασίας ανάμεσα στο αμερικανικό Council on Competitiveness και στο Ελληνο-αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο.
H Ελλάδα έχει χάσει πάνω από το 26% του ΑΕΠ της από το 2008. Εκτιμάτε ότι είμαστε κοντά στην έναρξη του ενάρετου κύκλου και γιατί δεν τον είδαμε ως τώρα;
«Πιστεύω ότι υπάρχει μια τεράστια ευκαιρία για την Ελλάδα να προχωρήσει μπροστά και να κάνει τις διαρθρωτικές αλλαγές που θα δημιουργήσουν τις συνθήκες για την κινητοποίηση της ανάπτυξης. Η ύφεση και οι επιπτώσεις της στο ΑΕΠ και στην απασχόληση υπήρξε απολύτως καταστροφική και, σαν να μην έφτανε αυτό, οδήγησε και σε μεγάλη κάμψη των άμεσων ξένων επενδύσεων. Αντί όμως να επαναλαμβάνουμε το ερώτημα αν φτάσαμε επιτέλους στον πάτο του βαρελιού, είναι καλύτερα να εστιάσουμε σε όσα μπορούν να κάνουν τόσο η ελληνική κυβέρνηση όσο και οι φορείς του ιδιωτικού τομέα».
Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει το μεγάλο κόψιμο μισθών και συντάξεων στο πλαίσιο της διαδικασίας εσωτερικής υποτίμησης. Αρκεί αυτό για να ανακτηθεί η ανταγωνιστικότητα στο παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον;
«Οχι. Από την πλευρά μου, έχοντας ζήσει αρκετά στην Ελλάδα από το 1970 που ήμουν φοιτήτρια Αρχαιολογίας, πιστεύω ότι ήρθε η ώρα να χρησιμοποιήσετε αυτή την κρίση για να επανασχεδιάσετε μια οικονομία του 21ου αιώνα η οποία ειλικρινώς δεν έχει λειτουργήσει ακόμη στη χώρα σας».
Αρα ποια είναι τα βήματα που πρέπει να γίνουν;
«Πρέπει να υπάρξει μείωση του αριθμού των ελλήνων πολιτών που εργάζονται στον δημόσιο τομέα. Η οικονομία σας στηρίζεται σε υπερβολικά μεγάλο βαθμό στους μισθούς και στις συντάξεις που χορηγεί το Δημόσιο. Τα νούμερα είναι υπερβολικά υψηλά. Το δεύτερο θέμα είναι η ανάγκη να επανεξεταστούν σε βάθος όλες οι κανονιστικές επιβαρύνσεις και εν γένει οι απαιτήσεις που επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα στην προσπάθειά τους να βρουν κεφάλαια και να κάνουν επενδύσεις. Μιλάμε για μια μέγγενη από ρυθμίσεις και περιορισμούς που δεν αφήνουν τις επιχειρήσεις να λειτουργήσουν. Το τρίτο είναι η έλλειψη ανταγωνισμού ακριβώς λόγω της προστασίας από τον ανταγωνισμό η οποία υφίσταται σε πολλούς τομείς της οικονομίας και έτσι εμποδίζεται η είσοδος νέων επιχειρήσεων στις αγορές αυτές».
Γνωρίζετε όμως ότι η προσπάθεια μείωσης του Δημοσίου προκάλεσε πολιτικές εντάσεις τα τελευταία χρόνια και ότι η σημερινή κυβέρνηση στηρίζεται εν πολλοίς στο γεγονός ότι πέτυχε, όπως λέει, το τρίτο Μνημόνιο να μην προβλέπει απολύσεις. Αρα πώς θα μειωθεί το Δημόσιο;
«Η άποψή μου είναι ότι, είτε μιλάμε για απολύσεις είτε για συνταξιοδοτήσεις σε ένα βάθος χρόνου, μέσα στα επόμενα 10 χρόνια πρέπει να βρεθεί μια νέα ισορροπία ανάμεσα στον αριθμό των Ελλήνων που θα εργάζονται σε έναν δυναμικό ιδιωτικό τομέα και σε όσους θα δουλεύουν στο Δημόσιο».
Στις ομιλίες σας εστιάζετε συχνά στο θέμα της εκπαίδευσης.
«Ειλικρινά δεν καταλαβαίνω γιατί στην Ελλάδα είναι παράνομη η λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων. Κανένας δεν μου έχει δώσει μια πειστική απάντηση. Μπορώ να σας πω ότι όταν πηγαίνω στην Τουρκία βλέπω πανεπιστήμια όπως τοΚοτς και τοΣαμπάντζιμε εξαιρετικές ερευνητικές εγκαταστάσεις και συστήματα πληροφορικής να συνεργάζονται με όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις στον κόσμο στον τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης. Και σκέφτομαι γιατί η Ελλάδα να στέλνει τα καλύτερα μυαλά της για σπουδές στο εξωτερικό, με αποτέλεσμα τώρα πια να μη γυρίζουν καθόλου πίσω. Ξέρετε πόσοι πρόεδροι αμερικανικών πανεπιστημίων είναι Ελληνοαμερικανοί πρώτης γενιάς; Ξέρω τουλάχιστον πέντε σε κορυφαία πανεπιστήμια. Πείτε μου, γιατί να ηγούνται κορυφαίων πανεπιστημίων στις ΗΠΑ και να μη βρίσκονται στην Ελλάδα να διδάσκουν τους νέους;».

ΕΜΠΟΔΙΑ
Η αβεβαιότητα για το επιχειρείν τρομάζει τους επενδυτές

Γιατί δεν έχουμε δει ακόμη επενδύσεις στην Ελλάδα; Πέρα από τις τράπεζες, τα αεροδρόμια και τα λιμάνια, περιμένουμε ακόμη τα «βαριά χαρτιά» της διεθνούς οικονομίας.

«Ενας από τους λόγους είναι η αβεβαιότητα για το επιχειρείν. Οι μεγάλες εταιρείες που ψάχνουν ανά τον κόσμο για το πού θα επενδύσουν έχουν πολλές επιλογές για το πού θα στήσουν τα τμήματα έρευνας ή τη γραμμή παραγωγής. Μια ιδιωτική εταιρεία δεν θα επενδύσει στην Ελλάδα με βάση το μέγεθος της εσωτερικής αγοράς, όπως θα έκανε στην Ινδία ή στην Κίνα. Αλλα είναι τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας, όπως η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Για παράδειγμα, στον τομέα της πληροφορικής υπάρχουν Ελληνες που βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο με βάση τα διεθνή πρότυπα. Μπορούν να ανταγωνιστούν οποιονδήποτε άλλον στον κόσμο. Ωστόσο και εκεί πρέπει να αρθούν τα εμπόδια και να διευκολυνθούν οι επενδύσεις».
Αρα η γραφειοκρατία σκοτώνει τις επενδύσεις.
«Ακριβώς. Πριν από έναν χρόνο που βρισκόμουν στην Ελλάδα έμαθα για την περίπτωση μιας ελληνικής επιχείρησης που στηρίζεται σε εγχώρια προϊόντα αλλά αναγκάζεται να τα συσκευάζει εκτός Ελλάδας ακριβώς λόγω του κόστους της γραφειοκρατίας και των περιορισμών. Και όταν ρώτησα πού ολοκληρώνεται η παραγωγή του προϊόντος, μου απάντησαν στην Ελβετία! Δηλαδή, είναι πιο ανταγωνιστικό για εκείνους από άποψη κόστους να κατασκευάζουν ένα εγχώριο προϊόν στην Ελβετία αντί στην Ελλάδα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ