Η Ευρώπη εισέρχεται δυναμικά στην τέταρτη βιομηχανική επανάσταση της ψηφιοποίησης της οικονομίας και η χώρα μας δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να χάσει αυτή την ιστορική ευκαιρία, σημειώνει μιλώντας προς «Το Βήμα» ο γενικός διευθυντής της Ένωσης Εταιρειών Κινητής Τηλεφωνίας (ΕΕΚΤ) κ. Γιώργος Στεφανόπουλος, στον απόηχο του Mobile World Congress της Βαρκελώνης.
Όπως λέει, η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση μπορεί να δώσει στην Ελλάδα το πλεονέκτημα της κάλυψης ενός μεγάλου μέρους της απόστασης που μας χωρίζει με τον υπόλοιπο κόσμο και μάλιστα «με τον ταχύτερο δυνατό τρόπο». Προϋπόθεση είναι «να έχουμε συγκροτημένο πλάνο και η βιομηχανία να έχει προσανατολισμό», καθώς πρόκειται για μία μη αναστρέψιμη διαδικασία που αφορά το σύνολο της οικονομίας.
«Η βιομηχανία μας γίνεται ουσιαστικά πιο συνεργατική» τονίζει ο κ. Στεφανόπουλος, επισημαίνοντας ότι η μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα μπορεί να αναδείξει την καινοτομία μέσα από την συνεργασία με τους παρόχους ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως απέδειξε το διεθνές συνέδριο της κινητής τηλεφωνίας στην καταλανική πρωτεύουσα.
«Δεν υπήρχε ούτε ένας πάροχος να μην έχει αναδείξει τη διαχείριση θεμάτων που αφορούν την αλλαγή του τρόπου λειτουργίας πολλών κλάδων της οικονομίας, βάσει της χρήσης ψηφιακών υποδομών, του mobility και της ευρυζωνικότητας» συνεχίζει.
Η διασύνδεση των μηχανών και τα δίκτυα νέας γενιάς
Σε αυτό το νέο πλαίσιο προστίθενται τα δίκτυα πέμπτης γενιάς (5G) και η διασύνδεση των μηχανών. «Το internet of things έχει πάψει πια να είναι παλιό όραμα και έχει γίνει οδικός χάρτης, τον οποίο η υφιστάμενη αγορά δεσμεύεται να υλοποιήσει, διαμορφώνοντας συμμαχίες, όμως το τελικό αποτέλεσμα θα διαχέεται σε κάθε έναν κλάδο της οικονομίας» εξηγεί ο γενικός διευθυντής της ΕΕΚΤ.
Ο μετασχηματισμός που φέρνει η τεχνολογία έχουν σαφή πλεονεκτήματα για πολλούς κλάδους με κοινή συνισταμένη την ευρυζωνικότητα και τις κινητές συσκευές και την χρήση «έξυπνων» συστημάτων και αποδοτικών τεχνολογικών εργαλείων.
Ένα άλλο παράδειγμα, σύμφωνα με τον κ. Στεφανόπουλο, έρχεται από τον κλάδο της εφοδιαστικής αλυσίδας, ο οποίος μετασχηματίζεται με τη χρήση των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών (ΤΠΕ), βελτιώνοντας την παραγωγικότητα των υπηρεσιών του.
Ένα υπόδειγμα συντριπτικών αλλαγών έρχεται από την αυτοκινητοβιομηχανία, όπου σύμφωνα με τον κ. Στεφανόπουλο, κάποιος που προσελήφθη προ το 2010 μάλλον δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες της σε πέντε χρόνια από σήμερα λόγω της ψηφιοποίησης και της επικείμενης μετατροπής του αυτοκινήτου από προϊόν σε υπηρεσία.
Αντίστοιχα, ένας αγρότης θα διαθέτει έξυπνα συστήματα που θα τον προειδοποιούν για την ποιότητα των υδάτων, τη μόλυνση, την υγρασία και τις κλιματολογικές μεταβολές, επισημαίνει ο γενικός διευθυντής της ΕΕΚΤ.
Στην υγεία, συνεχίζει, θα μπορούσαν να διασυνδεθούν με ιατρικά ψηφιακά συστήματα χιλιάδες άνθρωποι που χρειάζονται ινσουλίνη, ενώ οι ηλικιωμένοι που δεν μπορούν να πάνε στο νοσοκομείο θα μπορούν να εξετάζονται από τον ιατρό τους από απόσταση.
«Χάρη στην τεχνολογία, ο «έξυπνος» γιατρός μπορεί αντί 100 ασθενών σήμερα να παρακολουθεί 200» σημειώνει ο κ. Στεφανόπουλος και επισημαίνει ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός μπορεί να μεταφέρει το ενδιαφέρον από την καταστολή στην πρόληψη, βελτιώνοντας τις υπηρεσίες υγείας.
Η ευκαιρία της Ελλάδας στο νέο περιβάλλον
Η Ελλάδα μπορεί να εκμεταλλευτεί το μειονέκτημα της απουσίας βαριάς βιομηχανίας εισερχόμενη στην αλυσίδα παραγωγής αξίας με την ψηφιοποίηση των υπηρεσιών, υποστηρίζει ο κ. Στεφανόπουλος.
«Μπορούμε να δούμε ευκαιρίες σε ανθρώπους που σκέφτονται διαφορετικά και μπορούν να τοποθετηθούν στην ψηφιακή αλυσίδα παραγωγής αξίας. Κάποιος θα μπορούσε να αναπτύξει μία εφαρμογή οδικής ασφάλειας, να συνεργαστεί με έναν πάροχο ηλεκτρονικών επικοινωνιών και με ένα προϊόν που θα δώσει για πρώτη φορά στην εγχώρια αγορά το διασυνδεδεμένο αυτοκίνητο» σημειώνει.
Παλιά οράματα, όπως η «έξυπνη» οδήγηση και το «έξυπνο» σπίτι είναι πια προ των πυλών, σιγά-σιγά θα γίνουν κομμάτι της καθημερινής ζωής και θα υλοποιούνται στα δίκτυα των παρόχων μέσα από συνεργασίες με πληθώρα εταιριών, συνεχίζει.
Ο κ. Στεφανόπουλος μιλάει για δραστικούς μετασχηματισμούς που θα επιτρέψουν μία εργασία η οποία σήμερα απαιτεί έναν μήνα, να γίνεται μέσα σε λίγες ώρες. «Ήδη το ζούμε μέσα στα δίκτυά μας» τονίζει και επισημαίνει ότι, «ενώ πέρυσι θέλαμε 30 ημέρες για να ακούσουμε τις ανάγκες ενός εταιρικού πελάτη, να ανασχεδιάσουμε το πακέτο υπηρεσιών του και να το υλοποιήσουμε, αύριο θα θέλουμε μόλις 20 λεπτά» χάρη στο cloud computing και την ανάλυση των μεγάλων δεδομένων.
Το 5G προ των πυλών
Όπως αναφέρει ο γενικός διευθυντής των εταιρειών της κινητής, το 5G είναι στον σχεδιασμό τους και μάλιστα επιστήμονες του εγχώριου κλάδου συμμετέχουν στις διεθνείς ευρωπαϊκές διεργασίες για την πρωτοτυποποίηση της νέας αυτής τεχνολογίας επικοινωνιών.
«Ήδη υπάρχουν υπηρεσίες και πλατφόρμες που αναπτύσσονται από ελληνικές και ευρωπαϊκές εταιρείες στο internet of things και αφορούν τον τουρισμό, την αγροτική οικονομία ή την υγεία, οι οποίες μέσα από το 5G θα συγκλίνουν με τους παρόχους των δικτύων, δημιουργώντας νέες υπηρεσίες» σημειώνει ο κ. Στεφανόπουλος.
Οι επενδύσεις και η κρατική υστέρηση
Ωστόσο, ο κ. Στεφανόπουλος επισημαίνει ότι τα σημερινά δίκτυα δεν μπορούν ακόμη να υποστηρίξουν όλες αυτές τις εφαρμογές. «Προκειμένου η Ελλάδα να είναι κομμάτι αυτής της μεγάλης αλλαγής, θα πρέπει να διαθέτει υποδομές δικτύων συγκριτικά αντίστοιχες των υπόλοιπων ευρωπαϊκών κρατών» σημειώνει.
«Εκπροσωπώντας τους παρόχους μπορώ να διαβεβαιώσω ότι οι εταιρείες είναι υγείς και επενδύουν 250 εκατ. ευρώ κάθε χρόνο για αναβάθμιση δικτύων και για να γίνουν πραγματικότητα αυτές οι υποδομές στη χώρα, παρόλο που τα έσοδα έχουν μειωθεί στο μισό σε σχέση με την προ κρίσης περίοδο» τονίζει ο κ. Στεφανόπουλος.
Μάλιστα, σύμφωνα με τον γενικό διευθυντή της ΕΕΚΤ, το 2015 οι πάροχοι αύξησαν τις επενδύσεις τους σε δίκτυα κατά 12% περισσότερο σε σχέση με το 2014, παρόλο που υπήρξε οριακή μείωση των εσόδων.
«Όμως υπάρχει σοβαρή υστέρηση στη σχέση της ταχύτητας με την οποία επενδύουμε ως κλάδος και της ταχύτητας με την οποία αδειοδοτούμαστε» παρατηρεί. «Αυτή είναι μία ιστορική πραγματικότητα» σχολιάζει και επισημαίνει ότι πρόκειται για «μία υστέρηση στη λειτουργία της δημόσιας μηχανής».
Η βελτίωση και καλή λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, αλλά και η πολιτική βούληση είναι θεμελιώδη εργαλεία για τη βελτίωση της κατάστασης, παρατηρεί ο γενικός διευθυντής της ΕΕΚΤ και προσθέτει ότι απαιτείται μία στρατηγική για την χώρα που θα την φέρει στις ίδιες ταχύτητες εκσυγχρονισμού με την υπόλοιπη Ευρώπη.
«Μία αύξηση της διείσδυσης του 4G οδηγεί σε άνοδο του ΑΠΕ κατά 0,6%» σημειώνει, επικαλούμενος στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας. «Ο διπλασιασμός της κίνησης δεδομένων θα προσθέσει στο ΑΕΠ 0,4 με 0,5% διότι συνδέεται με το καθολικό ίχνος της ευρυζωνικότητας στους κλάδους της οικονομίας» συνεχίζει.
Παράλληλα, σύμφωνα με τον κ. Στεφανόπουλο, απαιτούνται «end to end» μεταρρυθμίσεις προκειμένου καινοτομίες όπως η ψηφιακή τιμολόγηση και οι ψηφιακές πληρωμές να «δέσουν» με πολιτικές που θα συνοδευτούν από τον εκσυγχρονισμό της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και θα επιτρέπουν την άμεση και καθολική εκκαθάριση των πληρωμών με ψηφιακά μέσα.
«Είναι κεφαλαιώδους σημασίας να ενισχυθούν οι επενδύσεις προκειμένου τα δίκτυα της Ελλάδας να είναι ένα σύγχρονο κομμάτι των ευρωπαϊκών τηλεπικοινωνιακών υποδομών» τονίζει.
Έληξαν τα δικαιώματα στα 26 Ghz
Τα προβλήματα δεν είναι λίγα. «Τα δικαιώματα χρήσης των συχνοτήτων στα 26 Ghz έληξαν τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο, οι πάροχοι όμως συνεχίζουν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους και θέλουν να το κάνουν. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει χωρίς ανανέωση δικαιωμάτων. Πρέπει να δοθεί παράταση» λέει ο κ. Στεφανόπουλος κι επισημαίνει την ανάγκη για μία νομοθετική ρύθμιση που θα καλύψει το κενό, μέχρις ότου η ΕΕΤΤ να ασχοληθεί με το ζήτημα.
«Το ίδιο θα συμβεί και το καλοκαίρι, καθώς τον Αύγουστο λήγουν τα δικαιώματα δύο αδειών στα 1.800 MHz. Είναι λογικό ότι υπάρχει ενδιαφέρον από τις εταιρίες να επενδύσουν χρήματα για νέα δικαιώματα» σημειώνει και τονίζει ότι ο χρόνος που απομένει είναι οριακά ανεκτός και ως εκ τούτου απαιτείται πρόνοια για την ανανέωση των αδειών.
Επίσης, η διοικητική αρρυθμία που οδηγεί σε ξήλωμα εγκαταστάσεων κόστιζει περίπου 35 εκατ. ευρώ κατ’ έτος στις εταιρείες και η βελτίωση των διοικητικών διαδικασίων θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση αυτού του κόστους και μεταφορά των χρημάτων σε παραγωγικές δραστηριότητες τονίζει.
«Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι η διοίκηση να έχει συνέχεια. Είμαστε συνεπείς με τη λειτουργία ενός συστήματος που το σεβόμαστε και θέλουμε και εμείς να μας σέβεται» σημειώνει και υπογραμμίζει ότι, στο μεταξύ, έχει λήξει η προθεσμία για την τυπική αδειοδότηση εκατοντάδων κεραιοσυστημάτων για την οποία η παράταση έπρεπε να είχε δοθεί τον περασμένο Οκτώβριο, κάτι που όμως δεν έγινε, με αποτέλεσμα να απαιτείται νομοθετική πρωτοβουλία.