Την άποψη ότι εάν ακριβύνουν τα αεροδρόμια της χώρας, θα γίνει εξαιρετικά πιο δύσκολη η προσπάθεια για επέκταση της θερινής σεζόν, μεταφέρει, μιλώντας προς την ηλεκτρονική έκδοση του «Βήματος», ο εμπορικός διευθυντής της Ryanair, κ. Ντέιβιντ Ο’ Μπράιεν, ο οποίος βρέθηκε την Τετάρτη στην Αθήνα.

«Η ζήτηση για διακοπές κορυφώνεται κατά την διάρκεια των θερινών διακοπών. Και είναι πολύ πιο δύσκολο – όπως ανακαλύψαμε κι εμείς σαν αεροπορική εταιρία – να προσελκύσεις κόσμο στην Ελλάδα πριν ή μετά το καλοκαίρι» σημειώνει το υψηλόβαθμο στέλεχης της Ryanair.
«Πιστεύουμε ότι είναι υπερβολικό να πουλάτε τα αεροδρόμια για να λύσετε το πρόβλημα της χωρητικότητας» λέει και επισημαίνει ότι, εάν η ιστορία του αεροδρομίου της Αθήνας επαναληφθεί, είναι βέβαιο ότι αυτά τα αεροδρόμια «θα είναι υπερβολικά ακριβά, κάτι που θα οδηγήσει σε υψηλότερες τιμές και θα σημαίνει ότι δεν θα υπάρχει καμία δυνατότητα επέκτασης της σεζόν».
«Τα μονοπώλια κάνουν αυτό που κάνουν σε όλο τον κόσμο» σχολιάζει ο κ. Ο’ Μπράιεν και επισημαίνει ότι «το μόνο πράγμα που είναι χειρότερο από ένα δημόσιο μονοπώλιο, είναι ένα ιδιωτικό μονοπώλιο».
Ο κ. Ο’ Μπράιεν σημειώνει ότι «αυτό που θα έκανα, εάν ήμουν η ελληνική κυβέρνηση δεν θα ήταν να βρω τον πλειοδότη που μου δίνει τα περισσότερα χρήματα, αλλά εκείνον που θα εγγυηθεί την μεγαλύτερη επιβατική κίνηση». «Διότι σε αυτήν την περίπτωση, οι εγκαταστάσεις θα χτιστούν βάσει της ανάγκης εξυπηρέτησης των επιβατών και όχι της ανάγκης να δικαιολογηθούν υψηλότερες χρεώσεις» επισημαίνει.
Προβλήματα στα αεροδρόμια
«Τα ελληνικά αεροδρόμια έχουν περιορισμούς στις χρονοθυρίδες χωρίς λόγο. Είναι απολύτως τρελό να έχετε διαδρόμους που περιορίζονται σε 20 κινήσεις αεροσκαφών ανά ώρα» συνεχίζει.
«Εάν δείτε την περίπτωση των Χανίων, είναι σαφές ότι χρειάζονται νέο ραντάρ. Το ραντάρ θα κόστιζε το 1/3 των ετήσιων εσόδων του αεροδρομίου και θα οδηγούσε σε αύξηση της χωρητικότητας. Εμείς προσφερθήκαμε στο υπουργείο Μεταφορών να το πληρώσουμε, με αντάλλαγμα μειωμένα τέλη για έναν χρονο» τονίζει ο εμπορικός διευθυντής της Ryanair.
Το ίδιο ισχύει και σε άλλα δημοφιλή ελληνικά αεροδρόμια, όπως αυτά της Μυκόνου ή της Κέρκυρας. «Στην Κέρκυρα, όπου θα θέλαμε να εκτελούμε δύο πτήσεις την ημέρα εάν η χωρητικότητα ήταν διαθέσιμη, η ΥΠΑ υποστηρίζει ότι ο τερματικός σταθμός είναι πολύ μικρός» αναφέρει ο κ. Ο’ Μπράιεν.
Σύμφωνα με τον εμπορικό διευθυντή της Ryanair, λόγω του καλού καιρού, ο τύπος τερματικού αεροσταθμού που χρειάζεται η χώρα, είναι αρκετά πιο διαφορετικός «από ότι χρειάζεται το Δουβλίνο όπου βρέχει όλη την ώρα». «Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία» συνεχίζει και σχολιάζει ότι τα αεροδρόμια της Μυκόνου, της Σαντορίνης και της Κέρκυρας θα μπορούσαν να βελτιωθούν θεαματικά προς αυτή την κατεύθυνση.
«Το Γκάτγουικ έχει έναν αεροδιάδρομο και αυτό τον χρόνο θα εξυπηρετήσει 40 εκατ. επιβάτες. Υπάρχουν αεροδρόμια όπου οι διαδικασίες εναέριας κυκλοφορίας πρέπει να αλλάξουν, ώστε να επιταχύνουν την χρήση του διαδρόμου» σημειώνει και προσθέτει ότι η Ryanair έχει προτείνει στο υπουργείο Υποδομών να χρηματοδοτήσει η ίδια μία μελέτη για την βελτίωση της χωρητικότητας των ελληνικών αεροδρομίων.
Προτείνει εγγύηση επιβατικής κίνησης για το «Ελ. Βενιζέλος»
Σχολιάζοντας την επικείμενη έναρξη των διαπραγματεύσεων για την επέκταση της σύμβασης παραχώρησης του «Ελ. Βενιζέλος» κατά 20 χρόνια, ο εμπορικός διευθυντής των αερογραμμών σημειώνει ότι «αυτό που η κυβέρνηση πρέπει να απαιτήσει δεν είναι περισσότερα λεφτά».
«Εάν ήμουν στη θέση τους, θα τους έδινα την επέκταση δωρεάν, υπό την προϋπόθεση ότι σε τέσσερα χρόνια θα ανέβαζαν την επιβατική κίνηση στους 30 εκατ. επιβάτες», οι οποίοι, όπως λέει, «θα έφερναν μεγάλη αξία στην πόλη».
Ο κ. Ο’ Μπράιεν θεωρεί ότι η σύμβαση του αεροδρομίου της Αθήνας είναι ανελαστική, καθώς η κυβέρνηση επιβάλει ένα τέλος το οποίο στη συνέχεια διοχετεύει στο αεροδρόμιο. «Το αεροδρόμιο του Δουβλίνου έχει 25 εκατ. επιβάτες για μία μικρή πόλη κι ένα μη ελκυστικό περιβάλλον. Η Αθήνα ακόμη και με τα 3,5 εκατ. της Ryanair ακόμη έχει 17 εκατ. επιβάτες» παρατηρεί.
Επιλέγουν σίγουρα δρομολόγια
Σε σχέση με την επιλογή των νέων προορισμών της εταιρίας, παραδέχεται ότι πρόθεσή της Ryanair δεν είναι μία διασυνδεσιμότητα που θα έχει μετεπιβιβάσεις για τους επιβάτες. Αντίθετα, όπως λέει, η εταιρία είδε μία ευκαιρία στην εσωτερική αγορά, καθώς θεώρησε ότι μπορούσε να συμπιέσει τις τιμές προς τα κάτω.
«Η Σαντορίνη είναι μισή ώρα πτήση κι έχει εξαιρετικά υψηλές τιμές –μπορείς να πετάξεις φτηνότερα για το Λονδίνο. Πετάμε σύντομες πτήσεις, αυξάνουμε την χρήση των αεροσκαφών μας και ξέρουμε ότι είμαστε φτηνότεροι από τον ανταγωνισμό» συνεχίζει.
Παράλληλα, ομολογεί ότι ένας μεγάλος αριθμός δρομολογίων της Ryanair από την Αθήνα συμπίπτει με αυτά της AEGEAN. «Εάν μία άλλη αεροπορική εκτελεί ένα δρομολόγιο με επιτυχία, εμείς ξέρουμε ότι ως low cost μπορούμε να το κάνουμε με μεγαλύτερη επιτυχία. Αυτό που δεν ξέρουμε είναι η επίδοση ενός απολύτως νέου δρομολογίου. Και ειλικρινά εάν το αεροδρόμιο θέλει να χρεώνει 40 ευρώ ανά επιβάτη, τότε θα πάρουμε την εύκολη επιλογή» καταλήγει.
«Εάν η Ελλάδα θέλει η Ryanair να πάρει αναλάβει εμπορικό κίνδυνο για να ανοίξει απολύτως καινούρια δρομολόγια, τότε αυτό θα πρέπει να αντανακλάται στην τιμή», κάτι που, όπως λέει, σήμερα δεν γίνεται.