Ενα πακέτο μέτρων και πρωτοβουλιών με κύριο χαρακτηριστικό τους «έξυπνους φόρους» που μπορεί να οδηγήσουν την οικονομία από την ύφεση στην ανάπτυξη εισηγείται στην κυβέρνηση η Ελληνική Ενωση Επιχειρηματιών, μέλη της οποίας αποτελούν επιχειρηματίες οι οποίοι επέλεξαν να έχουν το κέντρο δράσης και τη δραστηριότητά τους στην Ελλάδα.
Η Ενωση μέσω του προέδρου της Βασίλη Αποστολόπουλου ρίχνει γέφυρες επικοινωνίας και συνεννόησης με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ καθώς εκτιμά ότι πλέον η χώρα έχει εισέλθει σε μια νέα φάση που απαιτεί συναινέσεις και ευρύτερες συμμαχίες.
«Ελπίζουμε ότι οι βαρύτατες, υφεσιακές και αντιαναπτυξιακές επιπτώσεις της τελευταίας συμφωνίας να αντισταθμιστούν κάπως από το αναπτυξιακό πακέτο των 35 δισ. ευρώ που διασφαλίστηκε. Αυτά όμως δεν φθάνουν από μόνα τους, μια και το χρέος, όσο και απόμακρο και να είναι, θα ρίχνει πάντα τη σκιά του στο επενδυτικό κλίμα στην Ελλάδα, μέχρι τουλάχιστον να ελαφρυνθεί σημαντικά. Αυτό που χρειάζεται είναι ριζοσπαστικά μέτρα που θα μας οδηγήσουν στην αναγκαία ανάπτυξη κοντά ή πάνω από 5% ετησίως» είπε ο κ. Αποστολόπουλος κατά την παρουσίαση των θέσεων της Ενωσης.
Σε αυτή την κατεύθυνση αυτά που η ΕΕΝΕ προτείνει είναι τα εξής:
l Ταχύτατη υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων. Οπως επισημάνθηκε, η καθυστέρηση υιοθέτησης κάποιων από αυτές δημιουργεί τροχοπέδη στην ανάπτυξη, μια και χάνεται η ολική τους ισχύ πυρός μεμιάς στην ανάπτυξη, δημιουργεί αβεβαιότητα και τριβή με τους δανειστές, άρα καθίσταται εργαλείο λαϊκής ανθελληνικής προπαγάνδας σε ακραίους πολιτικούς κύκλους, στον κίτρινο Τύπο και στους χειρότερους λαϊκιστές κάποιων χωρών όπως η Γερμανία ή η Φινλανδίας, όπως και επιδρά αρνητικά στο διεθνές επενδυτικό ενδιαφέρον για τη χώρα μας.
l Φορολογικά μέτρα. Εφόσον οι πιστωτές και η κυβέρνηση συμφώνησαν στην αύξηση της φορολογίας που αφορά τον υπάρχοντα παραγόμενο πλούτο συν κάποιες παραδοχές μικρής σχετικά ανάπτυξης ως το 2018, ας επιτεθούμε αναπτυξιακά και ας εισάγουμε ευνοϊκότερη φορολογία στο επιπλέον παραγόμενο εισόδημα (δηλαδή, την ανάπτυξη).
Η Ενωση προτείνει την εισαγωγή του μεταβατικού φορολογικού συντελεστή (marginal tax) 10% και μόνο στα επιπλέον μελλοντικά εισοδήματα (κέρδη) από το επίπεδο που έχει δηλωθεί το 2014 από επαγγελματίες και επιχειρήσεις και βέβαια επιπλέον από τις υφιστάμενες παραδοχές ανάπτυξης που έχουν συμφωνηθεί.
Σύμφωνα με την Ενωση, το μέτρο αυτό «θα δώσει τα κίνητρα να μειωθεί η παραοικονομία για τα μελλοντικά εισοδήματα, όπως επίσης θα δώσει κίνητρο σε αλλοδαπές επιχειρήσεις να αυξήσουν κάθετα το υποκατασκευαστικό τους έργο στα ελληνικά τους παραρτήματα – συνδεδεμένες επιχειρήσεις, όπως επίσης και αυτές να επενδύσουν σε συναφείς ελληνικές επιχειρήσεις, μια και ο μέσος φορολογικός συντελεστής εισοδημάτων θα είναι μειωμένος και θα πριμοδοτεί την ανάπτυξη, ενώ θα μειώνεται περαιτέρω με τον ρυθμό ανάπτυξης πάνω από τις υφιστάμενες παραδοχές αύξησης του ΑΕΠ».

l Μείωση του capital gains tax από 15% στο 6%-7%. Η ελληνική οικονομία χρειάζεται φρέσκα ξένα και εγχώρια κεφάλαια και πάνω από όλα καινούργιες διοικήσεις με φρέσκες ιδέες. Αυτό προϋποθέτει είσοδο καινούργιων επενδυτών σε υφιστάμενες κυρίως οικογενειακές επιχειρήσεις μέσω μεταβίβασης μετοχών ελληνικών εταιρειών σε έλληνες και ξένους επενδυτές. Η ανωτέρω αυξημένη φορολογία δεν απέφερε τίποτα το ιδιαίτερο σε έσοδα, ενώ έχει αποθαρρύνει πολλούς υφιστάμενους ιδιοκτήτες εταιρειών να μεταβιβάσουν τις μετοχές τους σε ένα ήδη βεβαρημένο λόγω ύφεσης περιβάλλον το όποιο έχει μειώσει ήδη αρκετά την αξία αυτών των επιχειρήσεων.
l Μείωση δαπανών. Στον άξονα αυτόν θα μπορούσαν να αξιολογηθούν οι ακόλουθες δράσεις:
1. Να μειωθούν οι επιδοτήσεις της τοπικής αυτοδιοίκησης από τον κεντρικό προϋπολογισμό ταυτόχρονα με την αύξηση της απευθείας συλλογής κάποιων φόρων από αυτές τις τοπικές αρχές. Με απλά λόγια, οι τοπικοί δήμαρχοι γνωρίζουν καλύτερα πώς και από πού πρέπει να αναζητηθούν οι φόροι (τις παραβάσεις, τις ιδιαιτερότητες, τις δυνατότητες κ.ο.κ.), ενώ η κάθε τοπική κοινωνία θα παρακολουθεί και θα επιβλέπει την αξιοποίηση των εσόδων αυτών, άρα θα αυξηθεί και η τοπική φορολογική συνείδηση.
2. Να επανέλθουν τα αντικειμενικά κριτήρια φορολογίας, εκτός αν μπορούν να υιοθετηθούν προηγμένες τεχνολογικές λύσεις άμεσα από την κεντρική φορολογική διοίκηση (π.χ., λογισμικά προγράμματα, αλγόριθμοι κ.τ.λ.). Η κάθε μικρομεσαία επιχείρηση θα μπορούσε να επιλέγει σε ποιο από τα δύο καθεστώτα θα υπάγεται –με αυστηρότερη βέβαια φορολογική παρακολούθηση για αυτές που επιλέγουν το σημερινό φορολογικό καθεστώς.

HeliosPlus