Μπορεί οι ιδιωτικοποιήσεις να αποτελούν ζωτικής σημασίας στοιχείο στην τελευταία συμφωνία διάσωσης της Ελλάδας, εν τούτοις ο στόχος που έχει συμφωνηθεί στο 3ο Μνημόνιο συνεχίζει να προκαλεί ερωτηματικά στην αγορά. Για την Deutsche Bank, π.χ., ο στόχος των 50 δισ. ευρώ δείχνει μη ρεαλιστικός. Βέβαια, όπως αναφέρει σε πρόσφατη μελέτη της, «η προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων θα υπογράμμιζε την αξιοπιστία της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας στην Ελλάδα, ενώ θα μπορούσε να αποτελέσει και μια ευκαιρία για την προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων και τον εκσυγχρονισμό των υποδομών του Δημοσίου».
Αν και από τα 50 δισ. ευρώ τα 25 δισ. ευρώ αφορούν την επανάκτηση των δημόσιων μετοχών των τραπεζών και τα άλλα 25 δισ. ελληνικά assets που μπορούν να πωληθούν σε βάθος 30ετίας, το σχέδιο, λένε οι αναλυτές, για μια χώρα σαν την Ελλάδα, της οποίας οι επιδόσεις στο συγκεκριμένο θέμα είναι κατώτερες του αναμενομένου, δείχνει να είναι εξαρχής μαξιμαλιστικό.
Το Bloomberg, π.χ., έφερε ως παράδειγμα –για όσους αναρωτιούνται για ποιον λόγο «ναυάγησαν» οι προσπάθειες της χώρας να πουλήσει περιουσιακά στοιχεία δισεκατομμυρίων ευρώ –το νέο Μουσείο της Ακρόπολης καθώς, όπως παρατηρεί, αν και η τοποθεσία είχε επιλεγεί ήδη από το 1976, δικαστικές διαμάχες με τους κατοίκους, την ανακάλυψη αρχαιοτήτων και πολιτικές διαφωνίες καθυστέρησαν το έργο 33 χρόνια.
Το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων που ξεκίνησε το 2011 έχει αποφέρει μόλις 3,1 δισ. ευρώ στο τέλος του 2014, ενώ το ΔΝΤ εκτίμησε ότι η Ελλάδα θα μπορεί να ιδιωτικοποιεί περιουσία αξίας μόλις 500 εκατ. ευρώ τον χρόνο για τα επόμενα πέντε χρόνια. Σύμφωνα με αναλυτές, το αν θα πετύχει το πλάνο έχει να κάνει και με το αν θα το πιστέψει και θα το οικειοποιηθεί η όποια νέα κυβέρνηση, ενώ για ορισμένους η Ελλάδα θα πρέπει να αλλάξει μυριάδες νόμους και κανονισμούς που ισχύουν αυτή τη στιγμή και διαμορφώνουν ένα δεσμευτικό πλαίσιο δράσης ώστε και οι ιδιωτικοποιήσεις να γίνουν με διαφανή και δίκαιο τρόπο.
Ενα τεράστιο μέρος του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων της Ελλάδας περιλαμβάνει αξιοποίηση γαιών, γεγονός που το κάνει διαφορετικό από όλα τα προγράμματα σε άλλες χώρες. «Η μετατροπή του σχεδίου αξιοποίησης σε μετρητά μπορεί να πάρει ως και 15 χρόνια» δήλωσε στο Bloomberg το πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος του ΤΑΙΠΕΔ Κώστας Μητρόπουλος.
Ο «μαγικός αριθμός» των 50 δισ. ευρώ ιδιωτικοποιήσεων υπήρχε και σε παλαιότερο μνημόνιο, ενώ, αν οι ελληνικές αρχές υποστήριζαν τότε πως η αξία των περιουσιακών στοιχείων δεν ξεπερνούσε τα 15 δισ. ευρώ, τα στελέχη του ΔΝΤ, όπως ανέφεραν πρωταγωνιστές της διαδικασίας, έσβηναν από τις συμβάσεις το νούμερο 15 βάζοντας το νούμερο 50 ώστε απλώς να «βγαίνουν τα νούμερα»…
Εν τω μεταξύ το ελληνικό ταμείο θυμίζει σε πολλούς την υπηρεσία ιδιωτικοποιήσεων Treuhandanstalt, που ιδρύθηκε το 1990 για να πωλήσει σε ιδιώτες τα περιουσιακά στοιχεία της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Παρά την πώληση της κομμουνιστικής ανατολικογερμανικής βιομηχανίας (συνολικά 14.000 επιχειρήσεις πέρασαν στα χέρια ιδιωτών μέσα σε πέντε χρόνια), αντί να επιτύχει αναμενόμενα κέρδη ύψους 300 δισ. ευρώ, η Treuhand (που σημαίνει «θεματοφύλακας» στα γερμανικά) κατέληξε βάσει υπολογισμών της Deutsche Bank με χρέη περίπου 230 δισ. ευρώ. Η Treuhand, με έδρα το κτίριο της πρώην ναζιστικής αεροπορίας του Hermann Goering, άφησε πίσω της υπέρογκα χρέη, 2,5 εκατ. χαμένες θέσεις εργασίας και ερημωμένες βιομηχανικές ζώνες. Ο Detlev Rohwedder, o δυτικογερμανός βιομήχανος που διορίστηκε να διευθύνει την Treuhand, προέβλεπε με περισσή βεβαιότητα ότι η πώληση των ανατολικογερμανικών επιχειρήσεων θα απέφερε τεράστια έσοδα. «Ολόκληρο το πακέτο αξίζει περίπου 600 δισ. μάρκα (300 δισ. ευρώ)» δήλωσε αφού ανέλαβε τα καθήκοντά του από τον τότε καγκελάριο Χέλμουτ Κολ. Υπάρχουν βέβαια μεγάλες διαφορές μεταξύ της κατάρρευσης της Ανατολικής Γερμανίας και της κρίσης χρέους της Ελλάδας. Οι οικονομολόγοι συμφωνούν όμως ότι η γερμανική εμπειρία θα πρέπει να βοηθήσει τη χώρα μας να αποφύγει τα λάθη και να αξιοποιήσει όσο το δυνατόν καλύτερα τα περιουσιακά στοιχεία της.
Για την Deutsche Bank μόνο εν μέρει μπορεί να γίνει ποσοτική και ποιοτική σύγκριση με τη σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα. Η πρόκληση για τη χώρα δεν είναι να αναδιοργανώσει το σύνολο της οικονομίας και των επιχειρήσεών της όπως στην Ανατολική Γερμανία. Αντ’ αυτού, οι ιδιωτικοποιήσεις προσφέρουν, όπως υποστηρίζει, τη δυνατότητα οι υποδομές και οι εγκαταστάσεις της χώρας αλλά και οι εταιρείες κοινής ωφέλειας να αποκτήσουν πρόσβαση σε νέα επενδυτικά κεφάλαια από το εξωτερικό, κάτι που πέρα από τον εκσυγχρονισμό θα προσφέρουν και έσοδα για τα δημόσια ταμεία.

HeliosPlus