Σε αγώνα δρόμου για την ολοκλήρωση της νέας ανακεφαλαιοποίησης του τραπεζικού συστήματος το αργότερο μέχρι και το τέλος του έτους θα αποδυθούν το επόμενο διάστημα οι ελληνικές αρχές, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και τις διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών ομίλων.
Ορόσημο για τον κλάδο αποτελεί η 31η Δεκεμβρίου 2015, καθώς από τη νέα χρονιά οι διασώσεις με κρατικά κεφάλαια θα περιλαμβάνουν υποχρεωτικά και τη συμμετοχή πιστωτών ή και ανασφάλιστων καταθετών των τραπεζών, βάσει της σχετικής κοινοτικής οδηγίας με την οποία εναρμονίστηκε πρόσφατα η ελληνική νομοθεσία.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, εκτιμώντας πως έχει προετοιμάσει κατάλληλα το έδαφος στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, είναι αισιόδοξος για την έγκαιρη ολοκλήρωση όλων των διαδικασιών. Στόχος του κεντρικού τραπεζίτη αποτελεί η επαναφορά της ομαλότητας στο εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα το συντομότερο δυνατόν, έχοντας ως «προίκα» το νέο τραπεζικό πακέτο των 25 δισ. ευρώ που θα περιλαμβάνει το νέο δάνειο που διαπραγματεύεται η ελληνική κυβέρνηση με τους θεσμούς.
Πρόκειται αναμφίβολα για ένα δύσκολο εγχείρημα, δεδομένων των ασφυκτικών πολιτικοοικονομικών συνθηκών που επικρατούν μετά την εξαγγελία του δημοψηφίσματος και τη συνεπακόλουθη επιβολή μέτρων περιορισμού στην κίνηση κεφαλαίων. Οπως εξηγούν τραπεζικές πηγές, δεν είναι μόνο ότι η οικονομία έχει εισέλθει εκ νέου σε ύφεση, αλλά και το γεγονός ότι η κυβέρνηση υπό τις παρούσες κοινοβουλευτικές ισορροπίες αδυνατεί να πείσει ότι μπορεί να θέσει σε εφαρμογή τη συμφωνία που θα επιχειρήσει να επιτύχει μέσα στον Αύγουστο με τους δανειστές.
Τα σενάρια


Τις επόμενες ημέρες θα ξεκινήσει από την ΕΚΤ η νέα διαγνωστική άσκηση για τις Τράπεζα Πειραιώς, Εθνική Τράπεζα, Alpha Bank και Eurobank. Η αρχή θα γίνει το αργότερο μέχρι τα μέσα Αυγούστου με την έναρξη της μελέτης αξιολόγησης της Ποιότητας Χαρτοφυλακίου (Asset Quality Review –AQR) των τεσσάρων ομίλων, για να ολοκληρωθεί το φθινόπωρο με την άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress tests).
Τραπεζικοί κύκλοι σημειώνουν ότι η τύχη των ελληνικών τραπεζών και η περιουσία των μετόχων / πιστωτών τους θα εξαρτηθεί από το ύψος της νέας ανακεφαλαιοποίησης, το οποίο είναι άμεσα συνδεδεμένο με τις παραδοχές που θα γίνουν για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και κατ’ επέκταση των «κόκκινων» δανείων. Τα σενάρια, σύμφωνα με αναλυτές, είναι τρία:

1. Το αισιόδοξο
: Στο καλό σενάριο, στο οποίο πιστεύουν οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών, οι ανάγκες για «φρέσκα» κεφάλαια αναμένεται να είναι διαχειρίσιμες, κινούμενες το πολύ έως και 10 δισ. ευρώ. Υπό την προϋπόθεση ενός κλίματος στοιχειώδους πολιτικής σταθερότητας, το ποσό αυτό είναι εφικτό να καλυφθεί από έναν συνδυασμό πώλησης περιουσιακών στοιχείων, άλλων κινήσεων εξοικονόμησης κόστους και συμμετοχής ιδιωτών επενδυτών σε νέες αυξήσεις κεφαλαίου.
Σε αυτό το ενδεχόμενο, την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των stress tests θα ακολουθήσει η αναθεώρηση των πλάνων αναδιάρθρωσης των τεσσάρων συστημικών ομίλων, με την ΕΚΤ να δίνει ένα χρονικό περιθώριο ακόμη και 6 μηνών για την εφαρμογή έστω του μεγαλύτερου μέρους τους.
Προϋπόθεση βέβαια για αυτή τη διευκόλυνση είναι οι τραπεζικές διοικήσεις να παρουσιάσουν αξιόπιστες δράσεις κεφαλαιακής ενίσχυσης, αλλά και αποδείξεις ότι επενδυτές είναι πρόθυμοι να συμμετάσχουν σε μία νέα ανακεφαλαιοποίηση (letter of intent).

2. Το βασικό
: Αναλυτές που παρακολουθούν τον κλάδο εκτιμούν ότι δεδομένης της κατάστασης της οικονομίας μετά την επιβολή των capital controls οι κεφαλαιακές ανάγκες θα κινηθούν κάπου μεταξύ 10 και 15 δισ. ευρώ. Σε αυτή την περίπτωση θεωρούν ότι τα κεφάλαια αυτά πολύ δύσκολα θα βρεθούν, τουλάχιστον στο σύνολό τους, χωρίς κρατική στήριξη.
Από τη μία πλευρά τα περιουσιακά στοιχεία που μπορούν άμεσα να ρευστοποιηθούν δεν μπορούν να αποφέρουν ένα αξιοσημείωτο ποσό, ενώ φαντάζει σήμερα απίθανο, λόγω και της πολιτικής αστάθειας, να υπάρξει εκ νέου ενδιαφέρον από θεσμικούς επενδυτές για τόσο μεγάλες τοποθετήσεις, μετά τις μεγάλες ζημιές που έχουν καταγραφεί από τις τελευταίες αυξήσεις κεφαλαίου.
Σε αυτό το σενάριο, στόχος της ΕΚΤ μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των stress tests θα είναι να ελαχιστοποιηθεί το ύψος της δημόσιας στήριξης που θα παρασχεθεί, χωρίς να προκληθεί αναταραχή στο σύστημα. Στο πλαίσιο αυτό, θα έχει στη διάθεσή της τα ακόλουθα εργαλεία εξυγίανσης:
  • Την πώληση στοιχείων του ενεργητικού, την οποία μπορεί να δρομολογήσει απευθείας η ΕΚΤ, παρακάμπτοντας τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών.
  • Τον διαχωρισμό της υπό εξυγίανση τράπεζας σε «καλή» και «κακή», με την πρώτη είτε να απορροφάται από άλλον βιώσιμο όμιλο είτε να συνιστά ένα μεταβατικό σχήμα (bridge bank) που θα πουληθεί σε δεύτερο χρόνο.
  • Από το 2016 προστίθεται στα παραπάνω το εργαλείο της εκ των έσω διάσωσης με συμμετοχή των πιστωτών και των ανασφάλιστων καταθετών στην ανακεφαλαιοποίηση.
Στόχος των τραπεζικών διοικήσεων, αλλά και της Τράπεζας της Ελλάδος εάν προκύψουν κεφαλαιακές ανάγκες αυτού του μεγέθους, αποτελεί η ολοκλήρωση της όλης διαδικασίας το αργότερο μέχρι και το τέλος της χρονιάς, ώστε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο «κουρέματος» καταθέσεων.
Στο πλαίσιο αυτό, μία καλή λύση, εάν οι συνθήκες δεν επιτρέψουν έναν συνδυασμό κρατικής / ιδιωτικής συμμετοχής στις αυξήσεις κεφαλαίου, θα μπορούσε να περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
  • Πρώτον, εφαρμογή επιθετικών πλάνων αναδιάρθρωσης, με αποχώρηση από τις ξένες αγορές (ΝΑ Ευρώπη – Τουρκία), γεγονός που θα απελευθερώσει κεφάλαια – ρευστότητα.
  • Δεύτερον, συνεισφορά του υπόλοιπου ποσού από το πακέτο των 25 δισ. ευρώ που έχει προϋπολογιστεί για τον τραπεζικό κλάδο.
Σε αυτή την περίπτωση, αν και θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι θα αλλάξει η σύνθεση των διοικήσεων, το management είναι πιθανό να παραμείνει στα χέρια των ιδιωτών μετόχων, παρά τη συρρίκνωση που θα υποστούν τα ποσοστά τους, κατά 50% με 70%.
Η μετάβαση στο νέο καθεστώς θα γίνει πιο ομαλά εάν τις νέες μετοχές αποκτήσει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), το οποίο κατά αυτή την εκδοχή θα διατηρήσει το δικαίωμα βέτο σε θέματα στρατηγικής σημασίας, χωρίς να παρεμβαίνει σε θέματα καθημερινού management. Αν όμως οι νέοι τίτλοι διατεθούν απευθείας στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (European Stability Mechanism – ESM), τότε η κατάσταση διαφοροποιείται πλήρως. Τραπεζικοί κύκλοι εκτιμούν πως ο ESM θα αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο των τραπεζών και θα επιδιώξει το ταχύτερο δυνατό τη δημιουργία μικρών και αποδοτικών σχημάτων, με στόχο τη μεταπώλησή τους σε ξένους ομίλους.

3. Το αρνητικό
: Στο χειρότερο δυνατό σενάριο, που δεν θεωρείται πιθανό, οι κεφαλαιακές ανάγκες θα διαμορφωθούν μεταξύ 20 και 25 δισ. ευρώ. Εάν επαληθευτεί, δεν αποκλείεται να υπάρξουν διαδικασίες επιθετικής εξυγίανσης συστημικών ομίλων, με συμμετοχή ακόμη και των ανασφάλιστων καταθετών στην ανακεφαλαιοποίησή τους.


Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ
Ολοκλήρωση των stress tests έως τέλος Οκτωβίου

Μέσω της μελέτης αξιολόγησης της Ποιότητας Χαρτοφυλακίου (Asset Quality Review –AQR) θα καταγραφεί η αξία των στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών, σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή, κατά πάσα πιθανότητα με στοιχεία της 30ής Ιουνίου 2015. Πρόκειται ουσιαστικά για έναν έλεγχο της ορθότητας των τραπεζικών ισολογισμών, που μπορεί να περιλαμβάνει και την επανεκτίμηση της συμμετοχής του αναβαλλόμενου φόρου στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας κάθε τράπεζας. Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας μπορεί να οδηγήσει στη διενέργεια επιπρόσθετων προβλέψεων για τα δάνεια σε καθυστέρηση ή ακόμη και σε μείωση της καθαρής θέσης των τραπεζών, αρχής γενομένης ακόμη και από τις οικονομικές καταστάσεις εννεαμήνου της εφετινής χρονιάς.
Θα χρησιμεύσει δε ως σημείο εκκίνησης για την άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, μέσω της οποίας θα γίνει προβολή της προ προβλέψεων κερδοφορίας των επόμενων τριών ετών αλλά και του ρυθμού δημιουργίας νέων επισφαλειών. Από το «στρεσάρισμα» αυτό θα προκύψουν οι κεφαλαιακές ανάγκες στο βασικό και στο ακραίο σενάριο, ώστε οι δείκτες Core Tier1 να βρίσκονται τουλάχιστον στα επίπεδα του 8% και του 5,5% αντίστοιχα.
Οπως επισημαίνουν τραπεζικοί κύκλοι, το γεγονός ότι τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα μόλις τον περασμένο χρόνο πέρασαν από τη συγκεκριμένη διαδικασία, επιτρέπει την ταχεία ολοκλήρωσή της. Στο πλαίσιο αυτό, εκτιμάται ότι μέχρι το τέλος Οκτωβρίου θα δοθούν στη δημοσιότητα τα τελικά νούμερα ώστε το τελευταίο δίμηνο του έτους να υλοποιηθεί η ανακεφαλαιοποίηση του συστήματος.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ