Οι επτά στους δέκα θεσμικούς επενδυτές που ρωτήθηκαν από την PwC δήλωσαν ότι θα αρνούνταν να συμμετάσχουν στη συγκέντρωση ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων ή θα απέρριπταν μια επενδυτική πρόταση λόγω κινδύνων που σχετίζονται με την προστασία του περιβάλλοντος, την εταιρική κοινωνική ευθύνη και την εταιρική διακυβέρνηση (Environment, Social, Governance).
Η πρόσφατη ανάλυση της PwC με θέμα τη στάση των επενδυτών έναντι επενδύσεων στον κλάδο των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων, που έχει τίτλο Bridging the Gap, μελετά τους διαχειριστές των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων (Limited Partners) και τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνουν υπόψη τους το περιβάλλον, την κοινωνία και την εταιρική διακυβέρνηση (Environmental, Social and Governance – ESG) στις επενδυτικές τους αποφάσεις.

Τρία σημαντικά κριτήρια επιλογής
Στους ερωτηθέντες συγκαταλέγονται και εταιρείες διαχείρισης περιουσίας (asset management) καθώς και διαχείρισης συνταξιοδοτικών κεφαλαίων, όπως είναι οι California State Teachers Retirement System, το UK Universities Superannuation Scheme και τα Swedish Pension Funds.
Το 97% των ερωτηθέντων εκτιμά ότι η σημασία των υπεύθυνων επενδύσεων θα αυξηθεί μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, με την υποχρέωση πίστης (fiduciary duty), τον κίνδυνο φήμης (reputational risk) και τις εταιρικές αξίες να αναδεικνύονται ως τα τρία σημαντικότερα κριτήρια επιλογής τους.
Παρότι οι ερωτηθέντες επενδυτές στην πλειονότητά τους συμφώνησαν ότι το τρίπτυχο περιβάλλοντος, κοινωνικής ευθύνης και εταιρικής διακυβέρνησης δημιουργεί αξία, τόσο για την κοινωνία όσο και για τους μετόχους, ταυτόχρονα εξέφρασαν τη δυσκολία να ποσοτικοποιήσουν την αξία της ενίσχυσης της φήμης ή τη μείωση κινδύνου που επιτυγχάνεται από αυτά ώστε να τις συμπεριλάβουν στα επενδυτικά κριτήρια.

H υιοθέτηση του διεθνούς προτύπου
Από τη μελέτη προέκυψαν ενδιαφέροντα συμπεράσματα:

Το 88% πιστεύει ότι οι υπεύθυνες επενδύσεις δημιουργούν αξία.

Το 83% των επενδυτών πιστεύει ότι η καλύτερη διαχείριση του τρίπτυχου ESG αποτελεί μέρος των καθηκόντων τους.
Το 97% των επενδυτών πρώτα αξιολογεί τη στάση των διαχειριστών κεφαλαίων (General Partners) απέναντι στις υπεύθυνες επενδύσεις σε σχέση με το ESG και έπειτα προχωρούν στην τοποθέτηση κεφαλαίων.
Το 71% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι πλέον η κατανομή των κεφαλαίων του συναρτάται με την επίτευξη των απαιτήσεων ESG.
Το 83% διαθέτει πολιτικές υπευθύνων επενδύσεων τις οποίες εφαρμόζει στις επενδύσεις του.
Τα πράγματα δεν είναι τόσο ξεκάθαρα όσον αφορά την υιοθέτηση του διεθνούς προτύπου ESG Disclosure Framework. Το 31% δηλώνει ότι το εφαρμόζει σε τακτική βάση, το 14% το εφαρμόζει περιστασιακά και το 47% δεν το εφαρμόζει καθόλου. Οι επενδυτές δεν γνωρίζουν τι πληροφορίες πρέπει να αναζητήσουν και προβληματίζονται για τον αντίκτυπο των απαιτητικών εκθέσεων στο κόστος –με ορισμένους από αυτούς να παραδέχονται ότι θα δυσκολεύονταν να επεξεργαστούν μεγάλους όγκους πληροφοριών που χρειάζονται, ακόμη και αν γνώριζαν τι πρέπει να αναζητήσουν και το έβρισκαν δύο από τρεις.

Παρά τις ανησυχίες που επικρατούν γύρω από τις επενδύσεις τον τελευταίο χρόνο, οι επενδυτές αποκάλυψαν ότι οι επίσημες εκθέσεις ESG είναι λίγες, με το ενδιαφέρον να επικεντρώνεται μάλλον σε ποιοτικά παρά σε ποσοτικά στοιχεία. Οι ερωτηθέντες εξέφρασαν την ανησυχία τους σε ό,τι αφορά την ικανότητά τους να αναγνωρίσουν, να αξιολογήσουν και να ανταποκριθούν σε εκθέσεις ESG.
Οι δυσκολίες και το υψηλό κόστος εξόδου από ένα επενδυτικό σχήμα αφού τα κεφάλαια δεσμεύθηκαν έχουν ως αποτέλεσμα η απόσυρση κεφαλαίων να είναι σπάνια (18%) σε περίπτωση που διαπιστωθούν δυσμενείς ESG συνθήκες.
Στην έρευνα αντικατοπτρίζονται η πρόσφατη έντονη αντιπαράθεση και οι ενέργειες που στοχοποίησαν θεσμικούς επενδυτές, και ειδικότερα συνταξιοδοτικά ταμεία του Δημοσίου και εκπαιδευτικά και θρησκευτικά ιδρύματα.
Οι φορείς που έχουν οργανώσει αυτή την καμπάνια απαιτούν τη μείωση των επενδύσεων σε δραστηριότητες που σχετίζονται με ορυκτά καύσιμα και άλλες σχετικές δραστηριότητες που ενδέχεται να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.

Aύξηση της αξίας των επενδύσεων
Ο Phil Case, Director στην PwC και ειδικός στον τομέα των υπεύθυνων επενδύσεων, δήλωσε: «Από την έναρξη της οικονομικής κρίσης, οι επενδυτές υφίστανται ακόμη μεγαλύτερη πίεση και έλεγχο όσον αφορά τον γενικότερο περιβαλλοντικό και κοινωνικό αντίκτυπο και σκοπό των επενδύσεων. Οι προσδοκίες των ρυθμιστικών Αρχών, των πολιτικών, των ΜΚΟ και του κοινού από τους επενδυτές και τους συμβούλους τους για τήρηση υπεύθυνης στάσης και για την επιδίωξη όχι μόνο χρηματοοικονομικών αποδόσεων είναι πολύ υψηλότερες απ’ ό,τι παλαιότερα και θα παραμείνουν. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στο μυαλό των επενδυτών η αναγνώριση ευκαιριών για τη βελτίωση της διαχείρισης των κινδύνων που σχετίζονται με το περιβάλλον, την κοινωνική ευθύνη και την εταιρική διακυβέρνηση συμβάλλουν στην προστασία και στην αύξηση της αξίας των επενδύσεών τους. Το πλαίσιο για την αποτελεσματική αξιολόγηση και παρακολούθηση του ESG υπάρχει και θα μπορούσε να δώσει τη δυνατότητα στους επενδυτές να χρησιμοποιήσουν την επενδυτική τους ισχύ για να οδηγήσουν σε βιώσιμη, μακροπρόθεσμη αλλαγή, ανταποκρινόμενοι έτσι στις ανησυχίες των ενδιαφερόμενων φορέων. Χρειάζεται να γίνει πιο ενεργή η εξέταση των θεμάτων ESG από τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια. Θα μπορούσε να μετατρέψει την απειλή απόσυρσης των θεσμικών κεφαλαίων στη δύναμη που θα οδηγήσει σε μια ομαλή και βιώσιμη μετάβαση σε μια οικονομία με μικρότερο αποτύπωμα άνθρακα, θέτοντας την πορεία της αλλαγής και ταυτόχρονα εξασφαλίζοντας τα αναγκαία για αυτήν κεφάλαια».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ