Μικρή είναι ακόμη η αξία αγοράς στα προϊόντα ΠΟΠ στην Ελλάδα, παρ’ όλη την υψηλή τους ποιότητα, με τη φέτα να καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής. Αυτά προκύπτουν από σχετική κλαδική μελέτη της IBHS ΑΕ που εξετάζει τα προϊόντα ΠΟΠ (Προϊόντα Ονομασίας Προελεύσεως) & ΠΓΕ (Προϊόντα Γεωγραφικής Ενδειξης). Σύμφωνα με τον κ. Αλέξη Νικολαΐδη, Economic Research & Sectoral Studies Senior Analyst, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αναγνωρίσει επίσημα 101 ελληνικά προϊόντα, με τα 74 από αυτά να είναι ΠΟΠ και τα 27 ΠΓΕ. Η πολυπληθέστερη κατηγορία είναι τα φρούτα, λαχανικά, ξηροί καρποί και όσπρια με 31 προϊόντα, τα 29 είναι ελαιόλαδα, τα 21 τυριά, τα 11 ποικιλίες ελιάς και τα 9 προϊόντα των υπολοίπων κατηγοριών.
Ομως η Ελλάδα δεν έχει καταφέρει ακόμη να επωφεληθεί ουσιαστικά από την προστιθέμενη αξία που μπορούν να αποφέρουν τα εν λόγω προϊόντα στον αγροτοκτηνοτροφικό της κλάδο. Η χώρα μας κατατάσσεται στην 5η θέση της ΕΕ, συγκεντρώνοντας το 8,4% του συνολικού αριθμού προϊόντων, ωστόσο το μερίδιό της διαμορφώνεται σε επίπεδο χαμηλότερο του 5% επί της συνολικής αξίας της ευρωπαϊκής αγοράς.
Το 2013 διακινήθηκαν συνολικά –τόσο εγχώρια όσο και στο εξωτερικό –πάνω από 160.000 τόνοι προϊόντων. Η φέτα καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής, όντας το πλέον αναγνωρίσιμο ελληνικό προϊόν. Το 2013 διακινήθηκαν συνολικά 94.765 τόνοι, ποσότητα αυξημένη κατά 9,5% σε σχέση με το 2012, με τους 37.000 τόνους (39% του συνόλου) να είναι εξαγωγές.
Επίσης, διατέθηκαν 4.200 τόνοι ελαιολάδου Σητείας, 2.350 τόνοι ελαιολάδου Χανίων, 1.400 τόνοι ελαιολάδου Καλαμάτας κ.λπ. Στις επιτραπέζιες ελιές, η μεγαλύτερη ποσότητα (σχεδόν 3.700 τόνοι) ήταν πράσινες ελιές Χαλκιδικής. Ακόμη, παρήχθησαν και διατέθηκαν 14.000 τόνοι μήλων Καστοριάς, 12.000 τόνοι μήλων Ζαγοράς Πηλίου, πάνω από 7.800 τόνοι πατάτας Κάτω Νευροκοπίου και 4.600 τόνοι κορινθιακής σταφίδας.
Αρκετά προϊόντα διακινούνται σε χύμα μορφή, ή ως μη ΠΟΠ/ΠΓΕ προϊόντα, καθώς η διαδικασία τυποποίησης είναι χρονοβόρα και υψηλού κόστους. Το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαίτερα έντονο στον τομέα του ελαιολάδου, όπου μόνο το 20% της παραγωγής τυποποιείται.
Τα περισσότερα προϊόντα καταναλώνονται κυρίως στην ελληνική αγορά, όπως εξάλλου και πριν καταχωρισθούν επίσημα από την ΕΕ. Ούτως ή άλλως, ο περιορισμένος όγκος παραγωγής αρκετών προϊόντων δεν επιτρέπει την ανάπτυξη αξιόλογης εξαγωγικής δράσης, ενώ οδηγεί και σε υψηλότερα κόστη.
Μειονέκτημα θεωρείται και η χαμηλή τιμή διάθεσης στο εξωτερικό. Ενδεικτικά, η φέτα σε αρκετές αλυσίδες σουπερμάρκετ της ΕΕ πωλείται φθηνότερα ακόμη και από μη ΠΟΠ πρόβεια τυριά άλλων χωρών.
Ιδιαίτερης μνείας χρήζει το γεγονός ότι 12 προϊόντα ΠΟΠ και ΠΓΕ είναι ανενεργά, παρά την επίσημη αναγνώρισή τους, καθώς δεν υφίσταται επιχειρηματικό ενδιαφέρον για την παραγωγή τους.
Σύμφωνα με την κυρία Αντιγόνη Αμπελακιώτη, Customer Support Manager της IBHS, «τα ελληνικά προϊόντα γεωγραφικής ένδειξης θα δώσουν την απαραίτητη προστιθέμενη αξία στην οικονομία μας εφόσον υποστηριχθούν από το τρίπτυχο:

α) πιο αποτελεσματικός μηχανισμός τυποποίησης,

β) ενίσχυση της εξαγωγικής δραστηριότητας και

γ) καλύτερη οργάνωση των παραγωγών και ένταξή τους σε συνεταιριστικές ενώσεις. Πάντως, περαιτέρω ώθηση θα αποτελέσει ενδεχόμενη κατοχύρωση των ονομασιών αυτών από τις ΗΠΑ, οι οποίες μέχρι στιγμής είναι αντίθετες στο θέμα της αναγνώρισης των ονομασιών που έχουν τεθεί από την ΕΕ».

HeliosPlus