Μήνυμα στην ελληνική κυβέρνηση για την ταχεία ολοκλήρωση της αξιολόγησης του τρέχοντος προγράμματος, προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για την αύξηση της ρευστότητας στην εγχώρια αγορά, έστειλε ο διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Μάριο Ντράγκι.

Στη συνέντευξη τύπου που παραχώρησε μετά το διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας που πραγματοποιήθηκε στη Λευκωσία, εμφανίστηκε κατηγορηματικά αντίθετος στο ενδεχόμενο νομισματικής χρηματοδότησης της Ελλάδας.

Άσκησε δε κριτική για την επικοινωνιακή πολιτική στην Ελλάδα, η οποία όπως είπε προκαλεί μεταβλητότητα στις αγορές και υποσκάπτει τη φερεγγυότητα και αξιοπιστία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

Στο πλαίσιο αυτό, σημείωσε, η ΕΚΤ ζήτησε από το Eurogroup το υπόλοιπο των 10 δισ. ευρώ του πακέτου που προοριζόταν για τον τραπεζικό κλάδο να διατηρηθεί ανέπαφο και να μεταφερθεί εκτός χώρας, ώστε να μπορεί να είναι ανά πάσα στιγμή διαθέσιμο για ένα «ξαφνικό αρνητικό γεγονός». Το αίτημα αυτό, όπως είπε, περιελήφθη στην τελευταία απόφαση του Eurogroup.

Η αντίδραση του Μαξίμου

Το Μέγαρο Μαξίμου αναφερόμενο στις αποφάσεις της ΕΚΤ αναφέρει: «Η απόφαση της ΕΚΤ δεν δημιουργεί κανέναν επιπρόσθετο πρόβλημα στο χρηματοπιστωτικό μας σύστημα. Η κυβέρνηση εργάζεται για την υλοποίηση της απόφασης του Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου.

Ο Πρωθυπουργός απόψε αργά το βράδυ θα ενημερωθεί από τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας ο οποίος συμμετείχε στη συνεδρίαση της ΕΚΤ, στην Κύπρο».

Η αύξηση του ELA

Νωρίτερα την Πέμπτη το δ.σ. της Ευρωτράπεζας αποφάσισε την αύξηση του ορίου χρηματοδοτότησης των ελληνικών τραπεζών μέσω του ELA κατά μόλις 500 εκατ. ευρώ, στα 68,8 δις. ευρώ, αποκλείοντας το ενδεχόμενο αύξησης του πλαφόν που υπάρχει για αγορές εντόκων γραμματίων από τους τέσσερις συστημικούς ομίλους.

«Η ΕΚΤ είναι οικονομικός κι όχι πολιτικός οργανισμός, στόχος μας είναι η άσκηση νομισματικής πολιτικής»
τόνισε ο κ. Ντράγκι, υπογραμμίζοντας πως «απαγορεύεται από το καταστατικό μας να χρηματοδοτούμε κράτη».

Απαντώντας στην κριτική που ασκείται στην Ευρωτράπεζα για δημιουργία ασφυκτικού περιβάλλοντος ρευστότητας εν μέσω των διαπραγματεύσεων της ελληνικής κυβέρνησης με τους εταίρους, σημείωσε πως αυτή τη στιγμή η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών ανέρχεται στο 68% του ΑΕΠ της, που αποτελεί το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρωζώνη.

«Η ΕΚΤ έχει δανείσει στις ελληνικές τράπεζες 100 δισ. ευρώ, ποσό που διπλασιάστηκε το τελευταίο δίμηνο» υποστήριξε ο κ. Ντράγκι. Πρόσθεσε ότι αυτό αποδεικνύει πως η ΕΚΤ είναι η κεντρική τράπεζα της Ελλάδος, όπως και των άλλων χωρών.

Ο κ. Ντράγκι συμπλήρωσε πως η παροχής ρευστότητας μέσω του ELA μπορεί να γίνει μόνο σε τράπεζες που θεωρούνται φερέγγυες και μπορούν να παράσχουν αξιόπιστες εγγυήσεις.

«Αυτήν τη στιγμή οι ελληνικές τράπεζες διατηρούν δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας αρκετά πάνω από τα ελάχιστα επιτρεπτά όρια. Ωστόσο αυτή η φερεγγυότητα πρέπει να διατηρηθεί» τόνισε ο ευρωπαίος κεντρικός τραπεζίτης.

Σημείωσε όμως πως η ΕΚΤ είναι ένας θεσμός που βασίζεται σε κανόνες. «Εμείς είμαστε οι πρώτοι που θέλουμε να επανεκκινήσει η χρηματοδότηση προς την ελληνική οικονομία. Οι προϋποθέσεις είναι εκεί. Πρέπει να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση του τρέχοντος προγράμματος της ελληνικής οικονομίας» υπογράμμισε ο κεντρικός τραπεζίτης.

Αναφερόμενος στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και την προοπτική αγοράς εγχώριων κρατικών τίτλων, ο κ. Ντάγκι είπε πως για να προχωρήσει στην Ελλάδα, αλλά και στην Κύπρο, θα πρέπει να ισχύουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

– Να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση των προγραμμάτων που βρίσκονται σε εξέλιξη
– Τα ομόλογα να είναι επενδύσιμα, βάση των οίκων αξιολόγησης
– Το ποσοστό κατοχής ομολόγων από την ΕΚΤ ανά εκδότη να μην ξεπερνά το 33%

Σύμφωνα με τον κ. Ντράγκι, εάν η Ελλάδα ολοκληρώσει την αξιολόγηση του προγράμματος και αποπληρώσει ομόλογα που λήγουν τον Ιούλιο, μειώνοντας το ποσοστό των τίτλων που κατέχει η ΕΚΤ, θα είναι δυνατή η εκκίνηση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης και για τη χώρα μας.

Από 9 Μαρτίου η αγορά ομολόγων – Θα διαρκέσει έως τον Σεπτέμβρη 2016

H ΕΚΤ άφησε αμετάβλητα τα βασικά της επιτόκια την Πέμπτη σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα καθώς εφαρμόζει το πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» (QE) με στόχο την ενίσχυση του πληθωρισμού.

Η απόφαση, που αφήνει το βασικό επιτόκιο καταθέσεων στο 0,05%, ήταν ευρέως αναμενόμενη και ανακοινώθηκε λίγο προτού ο Μάριο Ντράγκι παρουσιάσει από τη Λευκωσία τα λεπτομερή στοιχεία σχετικά με το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, για αγορά ομολόγων ύψους σχεδόν 1,14 τρισ. ευρώ.

Ο ιταλός διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ανακοίνωσε ότι η αγορά των ομολόγων θα ξεκινήσει από τις 9 Μαρτίου και θα διαρκέσει ως τον Σεπτέμβριο του 2016. Η ΕΚΤ θα προχωρά σε αγορές ομολόγων 60 δισ. ευρώ μηνιαίως.

Ο Ντράγκι προέβλεψε ότι θα υπάρξει διεύρυνση της οικονομικής ανάπτυξης. Το 2015 η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη θα ανέλθει στο 1,5% (από 1% που ήταν η προηγούμενη πρόβλεψη), ενώ το 2016 θα φτάσει στο 1,9% (από 1,5% της προηγούμενης πρόβλεψης).

Στόχος του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης είναι να αντιμετωπισθεί ο αποπληθωρισμός στην ευρωζώνη, που θεωρείται υπαίτιος για την παράταση της ύφεσης και την αύξηση της ανεργίας. Ο ίδιος ο Ντράγκι παραδέχτηκε ότι «οι προβλέψεις είναι για πολύ χαμηλό πληθωρισμό ή και αποπληθωρισμό τους επόμενους μήνες».

Προσδιόρισε μάλιστα ότι για το 2015 ο πληθωρισμός θα είναι μηδενικός (από 0,7% που ήταν η προηγούμενη πρόβλεψη), αλλά το 2016 θα ανέλθει στο 1,6% (από 1,3% που ήταν η προηγούμενη πρόβλεψη).

Παρά τη βελτίωση, η χορήγηση δανείων σε μη χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι υποτονική, σημείωσε.

Αμετάβλητα στα ιστορικά χαμηλά του 0,05% τα επιτόκια του ευρώ

Αμετάβλητα στα ιστορικά χαμηλά τους διατήρησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τα επιτόκια του ευρώ,
κατά τη σημερινή συνεδρίαση του διοικητικού της συμβουλίου στη Λευκωσία.

Συγκεκριμένα, το επιτόκιο για πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης του ευρωσυστήματος παραμένει στο επίπεδο του 0,05%.

Το επιτόκιο διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης, με το οποίο οι τράπεζες δανείζονται από την ΕΚΤ, παραμένει στο 0,30%.

Το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων παραμένει σε αρνητικά επίπεδα, στο -0,20%.