Βερολίνo, Ανταπόκριση

«Περνάμε κρίσιμες ημέρες». Η φράση αυτή ακουγόταν συχνά το βράδυ της Τρίτης στο «Fraktionsebene”, το τρίτο πάτωμα του Μπούντεστακ, του γερμανικού κοινοβουλίου, όπου συνεδρίαζαν, ή μια δίπλα στην άλλη, οι κοινοβουλευτικές ομάδες κομμάτων. Και η κρισιμότητά τους, σύμφωνα με βουλευτές όλου του κομματικού φάσματος, οφείλεται σε ένα και μοναδικό θέμα: την Ελλάδα. «Είναι η μητέρα των προβλημάτων» έλεγε πράσινος βουλευτής. «Από τη λύση του θα εξαρτηθεί και η περαιτέρω πορεία της Ευρώπης».

Γεγονός είναι, ότι μέχρι και την Παρασκευή, η παράταση του ελληνικού προγράμματος θα μείνει το πρώτο θέμα στην ατζέντα της γερμανικής Βουλής. Την ημέρα αυτή θα κληθούν οι βουλευτές να εγκρίνουν στην τετράμηνη παράταση του προγράμματος για την Ελλάδα. Και όλα δείχνουν, ότι αυτό θα επιτευχθεί με μεγάλη πλειοψηφία.

Παρόλα αυτά, η έγκριση δεν είναι χωρίς τριβές. Κι αυτό επειδή όχι λίγοι βουλευτές των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), αλλά κυρίως του αδελφού κόμματος, της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης της Βαυαρίας (CSU), προβάλουν σθεναρή αντίσταση στην παράταση. «Αν κάνουμε σκόντο στους Έλληνες, η απειθαρχία θα διαδοθεί σε όλη την Ευρώπη» προειδοποίησε στη συνεδρίαση ο βαυαρός βουλευτής Χανς Μίχελμπαχ. Ο ίδιος δήλωσε ότι θα καταψηφίσει την παράταση.

Η συνεδρίαση άρχισε με εισήγηση του Βόλφγκανκ Σόιμπλε, o οποίος πρότεινε την αποδοχή της παράτασης που είχαν αποφασίσει λίγο νωρίτερα σε τηλεδιάσκεψη οι 19 υπουργοί οικονομικών του Eurogroup.

Η πρώτη βαθμίδα της, είπε, θα είναι η αναγνώριση «χωρίς μεν και αλλά» του μνημονίου από την Αθήνα και ταυτόχρονα η έγκριση της παράτασης από τους υπουργούς οικονομικών των χωρών-μελών της ευρωζώνης, καθώς και από τέσσερα κοινοβούλια: το γερμανικό, το ολλανδικό, το φιλανδικό και το εσθονικό.

Στη δεύτερη βαθμίδα θα επανέλθει στο παιχνίδι η «τρόικα», όπως αποκαλούσε συνεχώς την αναβαπτισμένη σε «θεσμούς» τριάδα των δανειστών: Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και Κομισιόν. Αυτή θα αναλάβει να ελέγξει, αν τα νέα μέτρα που θέλει να εφαρμόσει η Αθήνα στο πλαίσιο της «ευελιξίας» δεν είναι μόνο «κατάλληλα κατά αφηρημένο τρόπο», αλλά και α) συμβατά με το μνημόνιο, β) «δημοσιονομικά ουδέτερα» (δεν βαρύνουν πρόσθετα τον προϋπολογισμό) και γ) νομικά άψογα. Ως παράδειγμα ανάφερε την επιδιωκόμενη μείωση του ΦΠΑ: «Οι Έλληνες θα πρέπει να εξηγήσουν πολύ συγκεκριμένα πως θέλουν να την εφαρμόσουν» είπε. Αν τα μέτρα δεν ικανοποιούν τα παραπάνω κριτήρια, δεν θα γίνονται αποδεκτά. Ο έλεγχος της «τρόικας» θα διαρκέσει ως τα τέλη Απριλίου.

Στην τρίτη βαθμίδα που θα επακολουθήσει, περί τα τέλη Ιουνίου, θα γίνει από την «τρόικα» η τελική αξιολόγηση του προγράμματος. Εφόσον αυτή κρίνει, ότι το πρόγραμμα έληξε επιτυχώς, ότι δηλαδή η Ελλάδα εκπλήρωσε όλες τις υποχρεώσεις της, τότε θα δώσει το πράσινο φως για την εκταμίευση της υπολειπόμενης δόσης από το τρέχον πρόγραμμα, καθώς και για τα χρήματα που αντιστοιχούν στην Ελλάδα από τα κέρδη της ΕΚΤ. Προηγουμένως βέβαια, όπως ορίζει η γερμανική

νομοθεσία, θα πρέπει να πει «Ναι» και η Επιτροπή Προϋπολογισμού της γερμανικής Βουλής. Η ημερομηνία πληρωμής θα είναι έτσι κυριολεκτικά η τελευταία του προγράμματος – ούτε καν η προτελευταία.

Η συζήτηση που επακολούθησε ήταν, όπως έλεγε παριστάμενος, από τις πιο ζωηρές τα τελευταία χρόνια στην κοινοβουλευτική ομάδα. Οι αντίπαλοι της παράτασης, που φρόντισαν να είναι οι πρώτοι ομιλητές, κέρδισαν στην αρχή τις εντυπώσεις.

Το κλίμα άλλαξε, όταν πήρε το λόγο η πρόεδρος του κόμματος Άνγκελα Μέρκελ, η οποία συνηγόρησε υπέρ της παράτασης. Στο σύντομο λόγο της, αφού ευχαρίστησε τον υπουργό οικονομικών για το «καλό αποτέλεσμα» στο Eurogroup, υπενθύμισε τη ρήση του ίδιου, ότι πλέον «η Ελλάδα προσγειώθηκε στην πραγματικότητα». Παράλληλα προειδοποίησε ότι «η προσπάθεια της Ελλάδας δεν έχει σε καμία περίπτωση τελειώσει» Οι βουλευτές την επευφήμησαν γι αυτό.

Επευφημίες έδρεψε και ο πρόεδρος της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Βουλής Γκούντερ Κριχμπάουμ, όταν διαπίστωσε, ότι «η Αθήνα έκανε στροφή 180 μοιρών».

Ο κ.Σόιμπλε απέφυγε πάντως να κάνε εμφάνιση «θριαμβευτή». «Ο τόνος της ομιλίας του ήταν ψυχρός, αντικειμενικός» έλεγε παριστάμενος. Σε μια στιγμή μάλιστα εξέφρασε κατανόηση για τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται ο Αλέξης Τσίπρας και ζήτησε από τους βουλευτές να μην του την κάνουν δυσκολότερη. Αυτό δεν εμπόδισε βέβαια τον πρόεδρο της Βουλής Νόρμπερτ Λάμερτ να προτείνει ένα κείμενο απόφασης στη Βουλή που θα λέει, ότι η παράταση αποσκοπεί αποκλειστικά στην ολοκλήρωση του τρέχοντος μνημονίου και ότι αυτό δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη τα σχέδια της Αθήνας. Η πρόταση θα πέσει ωστόσο μάλλον στο κενό. «Είναι καθαρή προβοκάτσια» είπε ο σοσιαλδημοκράτης βουλευτής Γκέρνοτ Έρλερ. «Δεν πρόκειται να την υποστηρίξουμε». Το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα SPD, ως γνωστό, είναι ο κυβερνητικός εταίρος των Χριστιανοδημοκρατών.

«Αν κρίνει κανείς από τα χειροκροτήματα, τότε οι υποστηρικτές της παράτασης ήταν περισσότεροι από τους επικριτές της» έλεγε ο βουλευτής Ντέτλεφ Σάιφ. Η τελική απόφαση αναβλήθηκε ωστόσο για την Πέμπτη – μέχρι τότε οι βουλευτές θα έχουν στο χέρι την γερμανική μετάφραση του ελληνικού αιτήματος και οι γνώμες θα έχουν περισσότερο κατασταλάξει. Γενικά αναμένεται, ότι ο αριθμός των «αγανακτισμένων» που θα ψηφίσει με «Όχι» θα είναι γύρω στους 25 με 30 βουλευτές – μια ασήμαντη μειοψηφία σε σχέση με τους 504 βουλευτές που διαθέτουν τα δυο κυβερνητικά κόμματα σε σύνολο 611 στη Βουλή.

Τέτοιο εσωτερικό καυγά δεν είχαν οι Σοσιαλδημοκράτες, που συνεδρίαζαν λίγα μέτρα πιο πέρα και οι οποίοι, όπως προέκυψε από τη συνεδρίασή τους, θα ψηφίσουν μάλλον «μονοκούκι» υπέρ της παράτασης.

«Η Αθήνα πήρε τελευταία λογική στάση» είπε ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας Τόμας Όπερμαν. Ταυτόχρονα εξήγγειλε την συμπαράστασή του προς τη νέα κυβέρνηση, την οποία συνέδεσε ωστόσο με αμέτρητα «εάν»: «Εάν οι Έλληνες πατάξουν τη διαφθορά, εάν καταπολεμήσουν το λαθρεμπόριο τσιγάρων, εάν τα βάλουν με την ολιγαρχία, … κλπ. κλπ., τότε θα τους δώσουμε αμέριστη υποστήριξη» είπε. Όμως και οι σοσιαλδημοκράτες βουλευτές θα καθορίσουν την τελική στάση τους για την ψηφοφορία της Παρασκευής σε έκτακτη συνάντησή τους την Πέμπτη.

Μεγάλο πρόβλημα έχει αντίθετα η Linke (Αριστερά). Τα περισσότερα μέλη της κοινοβουλευτικής της ομάδας νιώθουν «ναυτία» και μόνο στη σκέψη, ότι θα πρέπει να ψηφίσουν υπέρ της πρότασης του κ.Σόιμπλε. «Είναι φοβερό δίλημμα» έλεγε η βουλευτής Γιούτα Κρέλμαν. «Αν ψηφίσουμε υπέρ, θα είναι σαν να αναγνωρίζουμε και εμείς το μνημόνιο. Μέχρι τώρα όμως το απορρίπταμε – και οι λόγοι για την απόρριψη παραμένουν και τώρα οι ίδιοι».

Παρόλα αυτά, η ίδια δεν απέκλειε το «ναι». Και ο λόγος γι αυτό ήταν ένα SMS του κ.Τσίπρα στον πρόεδρο της κοινοβουλευτικής ομάδας Γκρέγκορ Γκίζι, με το οποίο του ζητούσε να ψηφίσει υπέρ της παράτασης. «Θα το κάνω από αγάπη στον Αλέξη» έλεγε μια άλλη βουλευτής, που θέλει να μείνει ανώνυμη. «Tο μυαλό μου λέει „όχι“, αλλά η καρδιά μου „ναι“», πρόσθετε. Άλλοι πάλι τόνιζαν, ότι το «ναι» εμπεριέχει και τα δυο – και καρδιά και μυαλό.

Μια δοκιμαστική ψηφοφορία επιβεβαίωσε, ότι ο «Αλέξης» έχει πολλούς θαυμαστές (40 «Ναι» στην παράταση, 11 λευκά). Ο κ.Γκίζι, ως λέγεται, έβγαλε ένα πύρινο λόγο υπέρ του «ναι», με το οποίο διαφώνησε κυρίως η αντιπρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας Σάρα Βάγκενκνεχτ. Η τελική στάση της Linke θα καθοριστεί όμως στο παρά πέντε: Σε έκτακτη συνάντηση, που θα αρχίσει στις 8 το πρωί της Παρασκευής – μια ακριβώς ώρα πριν την έναρξη της αποφασιστικής συνεδρίασης της Ολομέλειας της Βουλής.

«Είναι ιδιαίτερες ημέρες» είπε και η κ.Κρέλμαν. Τα πιο ωραία λόγια τα είχε όμως πάλι, όπως και πάντα, ο κ.Γκίζι. «Το πνεύμα της εποχής αλλάζει» είπε. «Κι αυτό συμβαίνει πάντα όταν επίκειται μια μεγάλη πολιτική στροφή».

Μια τέτοια στροφή πραγματοποιεί τώρα, προς όφελος όλης της Ευρώπης, η Ελλάδα. Χάρη σε αυτήν, όλο και περισσότεροι Ευρωπαίοι στρέφονται κατά της πολιτικής της λιτότητας του κ.Σόιμπλε. Η εκβιαστική στάση του τελευταίου έναντι του Γιάννη Βαρουφάκη, τόνισε, είναι «παιχνίδι με τη φωτιά». «Ξέρω, ότι το μόνο που κερδίζει η Αθήνα με την παράταση είναι λίγος χρόνος» πρόσθεσε. Αλλά αυτόν πρέπει τώρα να τον αξιοποιήσει στο έπακρο για να αποκτήσει μελλοντικά μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων. Το πνεύμα της εποχής είναι πάντως με το μέρος της – αν προστεθεί σε αυτό και ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ, τότε οι σημερινές «κρίσιμες ημέρες» θα μπορούσαν να μείνουν στην ιστορία ως η αφετηρία συγκλονιστικών αλλαγών στην ευρωπαϊκή ήπειρο.