Η αγορά μετοχών και ομολόγων αντέδρασε απολύτως επιθετικά στις πολλές δηλώσεις των νέων υπουργών, οι οποίοι αστόχαστα, πριν ο πρωθυπουργός αναγνώσει στη Βουλή τις προγραμματικές δηλώσεις και εν όψει της διαπραγμάτευσης με τους ευρωπαίους, έσπευσαν να προαναγγείλουν μέτρα αναιρετικά του μνημονίου, τα οποία θα μπορούσαν να ερμηνευθούν ως μονομερείς ενέργειες.

Οι τιμές των μετοχών κατέρρευσαν και τα επιτόκια των ομολόγων υψώθηκαν, επιτρέποντας σε ορισμένους από τους οίκους αξιολόγησης να προχωρήσουν σε προαναγγελίες υποβαθμίσεων της ελληνικής οικονομίας.
Της υποτίμησης των ελληνικών αξιών ακολούθησε μια αλυσίδα αρνητικών φημών, που δημιούργησε την αίσθηση ότι βρισκόμαστε προ ανεπιθύμητων γεγονότων και εξελίξεων.
Ορισμένοι έφθασαν να προειδοποιούν ότι η αποκλεισμένη από τις αγορές ελληνική οικονομία, στο βαθμό που δεν βρει γρήγορα πεδίο επαφής με τους εταίρους θα αντιμετωπίσει σε λίγες μέρες οξύ πρόβλημα ρευστότητας,θα οδηγηθεί δηλαδή σε πιστωτική ασφυξία με πρωτοβουλία του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κ.Μάριο Ντράγκι.
Έτσι μάλιστα εξηγούσαν και την κατάρρευση των τραπεζικών μετοχών, προσθέτοντας ότι αν η νέα ελληνική κυβέρνηση δεν αποδεχθεί τις δεσμεύσεις της χώρας ο Ντράγκι θα διακόψει την χρηματοδότηση των πιστωτικών ιδρυμάτων από τον ΕLA, τον χρηματοδοτικό μηχανισμό έκτακτης ανάγκης και θα δημιουργηθεί κρίση ανάλογη με εκείνη της Κύπρου.
Ήταν μάλιστα τέτοια η ένταση της φημολογίας που ανάγκασε τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης κ.Ι.Δραγασάκη να παρέμβει κατευναστικά το βράδυ της Τετάρτης και να δηλώσει ότι δεν πρόκειται η κυβέρνηση να προβεί σε μονομερείς ενέργειες, ούτε να προχωρήσει σε αλλαγές στις Τράπεζες χωρίς προηγουμένως να διαβουλευθεί με τους ιδιώτες μετόχους.
Ουσιαστικά την Τετάρτη, μετά τις πολλές ακατάσχετες δηλώσεις των νέων υπουργών, ενεργοποιήθηκε η ίδια υποτιμητική φημολογία που κυριαρχούσε πριν από τις εκλογές.
Ωστόσο όσοι φημολογούν οφείλουν να μην παραγνωρίζουν ότι στην Ελλάδα έγιναν εκλογές, ότι ανεδείχθη μια νέα κυβέρνηση με πεποιθήσεις πολύ διαφορετικές από εκείνες της προηγούμενης και ότι νέα αυτή κυβέρνηση ήδη διαβουλεύεται με τους ευρωπαίους, διεκδικώντας ένα νέο σχήμα οικονομικής πολιτικής και μια νέα σχέση με τους δανειστές της, χωρίς να αρνείται τις υποχρεώσεις της χώρας. Για τον σκοπό αυτό την Πέμπτη θα είναι στην Αθήνα ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σούλτς και την Παρασκευή ο υπεύθυνος για τα οικονομικά της Ευρωζώνης ολλανδός Ντάιζελμπλούμ. Και οι δυο θα έχουν συναντήσεις με τον πρωθυπουργό και θα ακούσουν από πρώτο χέρι τις θέσεις και τις διαθέσεις της νέας κυβέρνησης.
Ο υπουργός Οικονομικών κ.Γιάνης Βαρουφάκης περιέγραψε την Τετάρτη τη συνομιλία που είχε με τον υπεύθυνο της Κομισιόν, τη θετική ανταπόκριση που βρήκε και την προθυμία που επέδειξε να έλθει στην Αθήνα προκειμένου να διακριβώσει τις ελληνικές διαθέσεις.Ακόμη ανακοίνωσε ότι θα μεταβεί ο ίδιος στο Παρίσι για συνομιλίες με τον γάλλο ομόλογό του, προκειμένου να παρουσιάσει τις ελληνικές προτάσεις.

Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης κ.Ι.Δραγασάκης από την πλευρά του απέρριψε κατηγορηματικά τις φημολογίες που θέλουν τον Ντράγκι να διακόπτει τη χρηματοδότηση των ελληνικών Τραπεζών και αντιθέτως διαβεβαίωσε ότι έχει διαβεβαιώσεις περί του αντιθέτου από τον ιταλό πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Έσπευσε να διευκρινίσει επίσης ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει σκοπό να συγκρουστεί με την Ευρώπη,αλλά να διαβουλευτεί μαζί της. Και ότι μέχρι τώρα πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δείχνουν θετική διάθεση, θέλουν να ακούσουν τη νέα ελληνική κυβέρνηση και να αξιολογήσουν τις προτάσεις της. Ακόμη ο κ.Δραγασάκης δεν έκρυβε την ικανοποίησή του για τηλεφωνήματα υποστήριξης του προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα και άλλων ευρωπαίων ηγετών προς τον κ.Τσίπρα.
Με άλλα λόγια, το παιγνίδι της διαπραγμάτευσης μόλις έχει αρχίσει. Κανείς δεν πιστεύει ότι αυτή θα είναι εύκολη και ανέφελη. Θα έχει εντάσεις, θα απαιτηθούν αντοχές, τεκμηρίωση, επιχειρήματα και βεβαίως υποστήριξη.
Όμως είναι λάθος να προεξοφλείται από ορισμένους η κατάληξη της διαπραγμάτευσης.
Η Ευρώπη δεν μπορεί να στραγγαλίσει μια οικονομία μόνο και μόνο επειδή μια νέα κυβέρνηση δεν ταιριάζει ιδεολογικοπολιτικά με τις πεποιθήσεις της Μέρκελ ή του Σόιμπλε.
Ούτε μπορεί να επιβάλει με το ζόρι μια συνταγή αποτυχημένη, την οποία κανείς δεν μπορεί πια να υπερασπισθεί.
Η κυβέρνηση Τσίπρα έχει ένα ακαταμάχητο επιχείρημα: Η προηγούμενη πολιτική εξήντλησε δυνατότητες και δυνάμεις, κατατρόπωσε κόμματα και ηγεσίες, δεν στέκει άλλο, θέλει αλλαγή μέσων και εργαλείων,αλλαγή στόχων και επιδιώξεων, αν συνεχισθεί μόνο το φασισμό εξυπηρετεί και τους αντιευρωπαϊστές εξυπηρετεί και κανέναν άλλον. Αν το συνοδεύσει και με ένα συνεκτικό σχέδιο,που θα καλύπτει δημοσιονομικούς και αναπτυξιακούς στόχους έχει πολλές πιθανότητες να κερδίσει τη διαπραγμάτευση και να διαψεύσει τις εγχώριες και διεθνείς Κασσάνδρες,που επενδύουν στη σύγκρουση και στην καταστροφή.