Παράθυρο ευκαιρίας για ένα καλύτερο επιτόκιο στους προθεσμιακούς λογαριασμούς έχει ανοίξει για τους αποταμιευτές, τουλάχιστον ως το τέλος της φετινής χρονιάς. Η αβεβαιότητα που δημιουργεί η προεδρική εκλογή, σε συνδυασμό με την ανάγκη των τραπεζών να κλείσει το 2014 με όσο το δυνατόν υψηλότερα υπόλοιπα στις καταθέσεις, αυξάνει τη διαπραγματευτική ισχύ των αποταμιευτών. Οπως επισημαίνουν τραπεζικές πηγές, για την ώρα έχει «παγώσει» κάθε σχεδιασμός περαιτέρω μείωσης των αποδόσεων στα προγράμματα προκαθορισμένης διάρκειας.
Σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους, ορισμένοι συστημικοί όμιλοι είχαν προγραμματίσει άλλον ένα κύκλο περικοπών στα επιτόκια μέσα στον Δεκέμβριο. Ωστόσο, η πολιτική αστάθεια που έχει προκαλέσει το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών δεν επιτρέπει προς ώρας την υλοποίηση αυτών των κινήσεων. Επιπλέον, όπως κάθε χρόνο τέτοια εποχή, το δίκτυο των καταστημάτων βρίσκεται σε εγρήγορση για τη διατήρηση ή αύξηση της καταθετικής του βάσης.
Στο πλαίσιο αυτό, εξηγούν τραπεζικά στελέχη, τουλάχιστον οι καταθέτες με ένα ποσό προς αποταμίευση της τάξης των 100.000 ευρώ μπορούν να διαπραγματευτούν ένα καλύτερο επιτόκιο για τα χρήματά τους. Σήμερα, οι αποδόσεις κινούνται στο 1,50% – 1,85% για διάρκεια ως και ένα έτος στα τυποποιημένα προγράμματα «ραφιού». Μια επιτυχημένη διαπραγμάτευση μπορεί να αυξήσει την ετησιοποιημένη ανταμοιβή στα επίπεδα του 2%.

Ιστορικό χαμηλό


Πρόκειται για μια ικανοποιητική απόδοση, δεδομένων των συνθηκών που επικρατούν σήμερα στην εγχώρια αγορά χρήματος, μετά την επιτάχυνση της πτώσης των επιτοκίων από το περασμένο φθινόπωρο. Πλέον, στους λογαριασμούς προθεσμίας τα επιτόκια έχουν διαμορφωθεί στο χαμηλότερο επίπεδο μετά την είσοδο της Ελλάδας στην ευρωζώνη. Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα της εφαρμογής των επιχειρησιακών σχεδίων των τραπεζών προς μείωση του κόστους άντλησης ρευστότητας από το αποταμιευτικό κοινό. Η βελτίωση του οικονομικού κλίματος από τις αρχές του 2013 ως και σήμερα, αλλά και της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα έπειτα από τρεις ασκήσεις προσομοίωσης και δύο επιτυχημένους κύκλους ανακεφαλαιοποίησης επέτρεψε αυτή την προσαρμογή.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το μέσο επιτόκιο των λογαριασμών προθεσμίας με διάρκεια ως και ένα έτος διαμορφώθηκε τον Οκτώβριο στο 1,94% από 2,08% τον Σεπτέμβριο, 2,97% έναν χρόνο νωρίτερα και 5,02% τον Ιούνιο του 2012. Την ίδια περίοδο η μέση απόδοση των «κλειστών» καταθέσεων διάρκειας από 1 ως 2 έτη διαμορφώθηκε στο 1,77%, μειωμένη σε μηνιαία βάση κατά 13 μονάδες βάσης και σε ετήσια βάση κατά 110 μονάδες, ενώ σε σύγκριση με τα μέσα του 2012 η πτώση της φτάνει το 64%.
Η ανταμοιβή


Σημειώνεται ότι η ανταμοιβή των καταθετών μέσα στον Νοέμβριο μειώθηκε ακόμη περισσότερο. Οι τράπεζες προχώρησαν έκτοτε σε έναν ακόμη γύρο περικοπών στα επιτόκια, τα οποία ανάλογα με το ποσό της κατάθεσης κυμαίνονται πλέον μεταξύ 1,50% και 1,85%.
Πλέον, η καμπύλη των επιτοκίων στην αγορά των προθεσμιακών καταθέσεων είναι επίπεδη. Δηλαδή δεν υπάρχει αξιοσημείωτη διαφορά στα επιτόκια προϊόντων διαφορετικής διάρκειας. Τα χαρακτηριστικά που επηρεάζουν την ανταμοιβή των λογαριασμών προθεσμίας είναι κατά βάση τα εξής:

Χρόνος καταβολής των τόκων:
Οι καταθέτες μέσα από την ευρεία γκάμα προϊόντων των τραπεζών μπορούν να επιλέξουν τον χρόνο που θα εισπράξουν τους τόκους: προκαταβολικά, στη λήξη της κατάθεσης ή ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Ο γενικός κανόνας είναι ότι τα προϊόντα με καταβολή των τόκων στη λήξη προσφέρουν τις καλύτερες αποδόσεις.

Δυνατότητα πρόωρης ανάληψης:
Η ευχέρεια αυτή παρέχεται κατά κύριο λόγο στα προγράμματα με μηνιαία, διμηνιαία ή τριμηνιαία καταβολή των τόκων. Ειδικότερα, την ημέρα απόδοσης των τόκων ο καταθέτης έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει είτε σε ολική ανάληψη των χρημάτων του ή σε μερική, υπό την προϋπόθεση ότι το υπόλοιπο δεν θα πέσει κάτω από το ελάχιστο όριο αρχικής κατάθεσης του εκάστοτε προγράμματος. Η διευκόλυνση αυτή πάντως έχει στην πλειονότητα των περιπτώσεων κόστος ως προς την απόδοση.

Είδος επιτοκίου:
Το επιτόκιο μιας προθεσμιακής μπορεί να είναι είτε σταθερό είτε μεταβαλλόμενο κατά τη διάρκειά της. Ξεκινά από χαμηλά και αυξάνεται σταδιακά, δίνοντας κίνητρο στον καταθέτη να μην προχωρήσει σε πρόωρη ανάληψη των χρημάτων του. Σε σχέση με τα προγράμματα σταθερού επιτοκίου, η μέση απόδοσή τους είναι σε γενικές γραμμές υψηλότερη, αλλά προϋποθέτει τη διατήρηση της κατάθεσης ως τη λήξη της.

Δυνατότητα αυξομείωσης υπολοίπου:
Ορισμένα προγράμματα δίνουν στον πελάτη το δικαίωμα να μεταβάλει υπό συγκεκριμένους όρους το κεφάλαιο της κατάθεσης, είτε προς τα πάνω είτε προς τα κάτω. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται συνήθως σε συγκεκριμένη ημέρα κάθε μήνα. Ετσι, π.χ. ο καταθέτης μπορεί να αυξήσει το υπόλοιπο της κατάθεσης, εξασφαλίζοντας ίδιο επιτόκιο και για τα νέα κεφάλαια ή να προχωρήσει σε μερική ανάληψη χρημάτων. Τα προϊόντα με αυτά τα χαρακτηριστικά προσφέρονται είτε με χαμηλότερα επιτόκια ή αποκλειστικά για υψηλά ποσά κατάθεσης.

Το κανάλι διάθεσης:
Μόδα έχει γίνει τους τελευταίους μήνες η δημιουργία προθεσμιακών λογαριασμών που ανοίγονται ή και διαχειρίζονται αποκλειστικά μέσω του Διαδικτύου. Οι τράπεζες για να στρέψουν τους καταθέτες σε αυτά τα προγράμματα προσφέρουν ως κίνητρο ένα μπόνους στο επιτόκιο, το οποίο μπορεί να φτάνει ως και τις 15 μονάδες βάσης.

Σταθερή η ζήτηση
Η κίνηση στα γκισέ

Χωρίς αξιοσημείωτες κινήσεις από το αποταμιευτικό κοινό που να προκαλούν ανησυχία για τα επίπεδα ρευστότητας του συστήματος έχουν κυλήσει οι πρώτες δύο εβδομάδες μετά την ανακοίνωση της κυβέρνησης για επίσπευση της διαδικασίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας. Ωστόσο η ψυχολογία των καταθετών έχει επηρεαστεί, όπως φάνηκε από τις πρώτες επισκέψεις τους στα τραπεζικά καταστήματα.
Δεν ήταν λίγοι οι πελάτες που ζήτησαν να ενημερωθούν για τον χρόνο λήξης και το κόστος πρόωρης εξόφλησης των προθεσμιακών τους λογαριασμών. Την ίδια στιγμή ένα μικρό προς το παρόν ποσοστό αποταμιευτών επιλέγει να μην ανανεώσει την προθεσμιακή του κατάθεση και τοποθετεί τα χρήματά του σε προϊόντα πρώτης ζήτησης. Από την άλλη, η πλειονότητα όσων δεσμεύουν τις αποταμιεύσεις τους αυτή τη στιγμή προτιμά καταθέσεις με διάρκεια το πολύ έως και τρεις μήνες.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι τραπεζικές διοικήσεις δεν έχουν δώσει επίσημα κατευθυντήριες οδηγίες στο δίκτυο για το πώς να αντιμετωπίσουν ενδεχόμενη αύξηση της ζήτησης για μετρητά. Η εμπειρία από το δίμηνο «φωτιά» Μαΐου-Ιουνίου 2012, κατά τη διάρκεια του οποίου διέρρευσαν περί τα 18 δισ. ευρώ, αποτελεί οδηγό για τον χειρισμό των καταθετών.
Επικεφαλής λιανικής τραπεζικής συστημικού ομίλου σημειώνει πως εάν το κλίμα επιδεινωθεί σημαντικά, οι διαρροές καταθέσεων ενδεχομένως να διαμορφωθούν στα 15 δισ. ευρώ, ποσό που είναι διαχειρίσιμο. «Το εγχώριο πιστωτικό σύστημα είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένο. Η μόνη πραγματική απειλή είναι ο πανικός» σημειώνει ο ίδιος.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ