Φορολογία ανείσπρακτων μισθωμάτων

Η κυρία Ειρήνη Μοσχού ερωτά:


«Ο ενοικιαστής μου έφυγε από το διαμέρισμα το οποίο του είχα ενοικιάσει αφήνοντας απλήρωτα ενοίκια πέντε μηνών. Μου είπαν ότι μπορώ να εκχωρήσω στο Δημόσιο τα ενοίκια αυτά ώστε να μην επιβαρυνθώ φορολογικά. Ισχύει αυτό;».

Απάντηση:
Με το φορολογικό καθεστώς που ίσχυε (Ν. 2238/1994) υπήρχε διάταξη σύμφωνα με την οποία εισοδήματα από την εκμίσθωση ακινήτων και από τόκους δανείων που θεωρούνται ότι έχουν αποκτηθεί και αποδεδειγμένα δεν έχουν εισπραχθεί, επιτρέπεται να μη συνυπολογίζονται στο συνολικό καθαρό εισόδημα εφόσον εκχωρηθούν στο Δημόσιο χωρίς αντάλλαγμα. Στο νέο καθεστώς φορολογίας που ισχύει από 1.1.2014 (Ν. 4172/2013) αυτή η διάταξη δεν υπάρχει. Σύμφωνα με ό,τι προκύπτει από τις νέες ρυθμίσεις, εισόδημα από οικοδομές θεωρείται όχι μόνο αυτό που εισπράχθηκε, αλλά και εκείνο για το οποίο ο δικαιούχος απέκτησε δικαίωμα είσπραξης.
Ανισος και άδικος ο τρόπος υπολογισμού της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης
Από τον κ. Ιωάννη Στρατάκη η στήλη έλαβε την πιο κάτω επιστολή, με την οποία αποδεικνύει πως ο τρόπος υπολογισμού της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης είναι άνισος και άδικος. Η επιστολή είναι μεγάλη και δεν μπορεί να δημοσιευθεί στο σύνολό της:

«Επειδή οι ανοησίες της φορολογικής μας μεταχείρισης, και όχι μόνο, δεν έχουν τελειωμό, σας στέλνω για ενημέρωσή σας παράδειγμα άδικου – παράλογου τρόπου υπολογισμού και εφαρμογής της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης.

Σύμφωνα με τον Ν. 3833/2010, άρθρο 29, μου επιβλήθηκε έκτακτο ειδικό τέλος από το οικονομικό έτος 2010 μέχρι σήμερα.

Α) Αυτό καθορίζεται ως ποσοστό στο σύνολο του καθαρού εισοδήματος ως εξής:
1) Για καθαρό εισόδημα από 12.001 μέχρι 20.000, ένα τοις εκατό (1%) επί ολόκληρου του ποσού.
2) Για καθαρό εισόδημα από 20.001 μέχρι 50.000, δύο τοις εκατό (2%) επί ολόκληρου του ποσού.
3) Για καθαρό εισόδημα από 50.001 μέχρι 100.000, τρία τοις εκατό (3%) επί ολόκληρου του ποσού.
4) Για καθαρό εισόδημα από 100.001 και άνω, τέσσερα τοις εκατό (4%) επί ολόκληρου του ποσού.

Β) Ο τρόπος εφαρμογής της εισφοράς προκαλεί σοβαρές αδικίες στην επιβολή του:
1) Γιατί επιβάλλεται στο σύνολο του καθαρού εισοδήματος χωρίς να αφαιρείται το ποσό που παρακρατείται ως φόρος εισοδήματος. Πληρώνεται δηλαδή και ποσοστό επί του καταβαλλόμενου φόρου, ο οποίος δεν είναι στη διάθεση του φορολογουμένου, δηλαδή ποσό που δεν μπαίνει στην τσέπη του. Και αυτό αφορά το σύνολο των φορολογουμένων που επιβαρύνονται με την ειδική εισφορά. (Αυτό επιπλέον έχει επίπτωση στην κλίμακα σύμφωνα με την οποία γίνεται η παρακράτηση αφού προκαλεί ακόμη και αλλαγή κατηγορίας της κλίμακας.)
2) Γιατί δεν έχει κλιμακωτή εφαρμογή με αποτέλεσμα να δημιουργεί ακόμη ανακατατάξεις στο εισόδημα που παραμένει στη διάθεση του φορολογουμένου.

Π.χ.:
–Φορολογούμενος με εισόδημα 12.000 δεν πληρώνει ειδική εισφορά, ενώ ο φορολογούμενος με εισόδημα 12.001 ευρώ καλείται να πληρώσει 120,1 ευρώ. Ετσι το διαθέσιμο εισόδημα του πρώτου παραμένει 12.000 ευρώ, ενώ του δεύτερου 12.000-120,01=11.880 ευρώ.
–Φορολογούμενος με εισόδημα 20.000 ευρώ πληρώνει 200 ευρώ, ενώ με 20.001 ευρώ πληρώνει 400 ευρώ. Διαθέσιμο εισόδημα για τον πρώτο 19.800 ευρώ, ενώ για τον δεύτερο 19.601 ευρώ.
–Φορολογούμενος με εισόδημα 50.000 ευρώ πληρώνει 1.000 ευρώ, ενώ με 50.001 ευρώ πληρώνει 1.500 ευρώ. Διαθέσιμο εισόδημα για τον πρώτο 97.000 ευρώ, ενώ για τον δεύτερο 96.000 ευρώ.
–Φορολογούμενος με εισόδημα 100.000 ευρώ πληρώνει 3.000 ευρώ, ενώ με 100.001 ευρώ πληρώνει 4.000 ευρώ. Διαθέσιμο εισόδημα για τον πρώτο 97.000 ευρώ, ενώ για τον δεύτερο 96.000 ευρώ.
Συνυπολογίζοντας τα αναφερόμενα στην παρ. Β.α. η συντελούμενη αδικία και η άνιση φορολογική μεταχείριση των πολιτών είναι περισσότερο από προφανείς. Φορολογούμενος π.χ. της τρίτης κατηγορίας με εισόδημα 50.515 ευρώ έχει ίδιο διαθέσιμο εισόδημα με αυτόν που έχει εισόδημα 50.000 ευρώ. Παρομοίως ο φορολογούμενος που έχει εισόδημα 101.041,67 ευρώ με αυτόν που έχει 100.000 ευρώ (50.000-2%Χ50.000 = Α – 3% Χ Α όπου Α το συνολικό εισόδημα που είναι πάνω από την κλίμακα των 50.000 ευρώ), χωρίς να υπολογίζονται οι πιθανές διαφορές λόγω διαφορετικού φορολογικού συντελεστή, ποσό που συμπεριλαμβάνεται στα παραπάνω ουσιαστικά πλασματικά εισοδήματα».

Απάντηση
: Σωστές και δίκαιες οι παρατηρήσεις σας. Αν αναλογιστεί κανείς ότι η εισφορά αλληλεγγύης επιβάλλεται και σε ανύπαρκτα εισοδήματα, στις αντικειμενικές δαπάνες, τότε θα μετρήσει το μέγεθος της φορολογικής ανοησίας που επικρατεί τα τελευταία χρόνια στη φορολογία.

Θα υπάρξει αναδρομική αναπροσαρμογή αντικειμενικών;
Ο κ. Γεώργιος Καρανάσιος ερωτά:

«Γίνεται τον τελευταίο καιρό μεγάλη συζήτηση στα μέσα μαζικής ενημέρωσης για το ζήτημα των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων, εν όψει έκδοσης απόφασης του ΣτΕ, στο οποίο έχουν προσφύγει κάποιοι πολίτες. Είναι πιθανόν να υπάρξει αναδρομική αναπροσαρμογή των αξιών αυτών;».

Απάντηση:
1. Είναι γνωστό ότι από 1.1.1985 άρχισε να εφαρμόζεται σταδιακά ένα αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων που μεταβιβάζονται για οποιαδήποτε αιτία, καθώς και των ακινήτων που κατέχονται, μεθοδολογία η οποία είχε προβλεφθεί από το άρθρο 41 του Ν. 1249/1982.
2. Η μεθοδολογία αυτή βασίζεται στη χρησιμοποίηση ορισμένων τιμών ζώνης (ή αφετηρίας) καθώς και ορισμένων παραμέτρων αυξομείωσης αυτών των τιμών, με βάση τις ιδιαιτερότητες των ακινήτων. 3. Σύμφωνα με τη διάταξη της περίπτωσης 18 του άρθρου 14 του Ν. 1682/1990 οι τιμές που αναφέρθηκαν πιο πάνω θα πρέπει να αναπροσαρμόζονται το βραδύτερον ανά διετία. Τη διάταξη αυτή δεν την τήρησε καμία κυβέρνηση. Οι τιμές αναπροσαρμόζονταν ανάλογα με το πολιτικό κλίμα κάθε εποχής. 4. Οι τιμές αυτές έπρεπε να είχαν αναπροσαρμοστεί δύο φορές από το 2007. Αποψη της στήλης είναι ότι η απόφαση του ΣτΕ δεν θα έχει αναδρομικότητα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ