Όχι σε πλήρη απεμπλοκή της Ελλάδας από την τρόικα προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, υποστηρίζει ο οικονομολόγος του Ινστιτούτου της Γερμανικής Οικονομίας στην Κολωνία Γιούργκεν Μάτες.

Όσον αφορά τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα, ο Γιούργκεν Μάτες εμφανίζεται μάλλον αισιόδοξος. Όπως είπε χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του προς τη Deutsche Welle, η εμπειρία δείχνει ότι στο τέλος επιτυγχάνεται πάντα ένας συμβιβασμός, «ακόμη κι αν έρχεται κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή». Αυτό είναι αποτέλεσμα και του γεγονότος ότι η Ελλάδα δεν μπορεί ακόμη να δανειστεί με ευνοϊκούς όρους από τις αγορές, με συνέπεια να χρειάζεται τα χρήματα των δανειστών για να καλύψει τις οικονομικές της ανάγκες.

Γιατί όμως οδηγεί σχεδόν κάθε αξιολόγηση της Τρόικας σε ένα θρίλερ διαπραγματεύσεων; Γιατί δεν παρατηρούνταν τα ίδια προβλήματα σε χώρες που είχαν υπαχθεί επίσης σε προγράμματα στήριξης, όπως στην Πορτογαλία και την Ιρλανδία;

Η ελληνική κυβέρνηση σε ρόλο «προστάτη»

«Νομίζω ότι υπάρχουν δυο λόγοι που συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους», εξηγεί ο οικονομολόγος. «Αφενός, σε Πορτογαλία και Ιρλανδία είχαμε κυβερνήσεις οι οποίες ήταν, συγκριτικά, πεπεισμένες ότι η χώρα τους χρειάζεται μεταρρυθμίσεις και οι οποίες εξελάμβαναν, εν μέρει, την πίεση της Τρόικας, ως στήριξη για την υλοποίηση αυτών των μεταρρυθμίσεων. Υπήρξαν βέβαια αντιδράσεις στις χώρες αυτές, ωστόσο στο τέλος υπήρξε μια εποικοδομητική συνύπαρξη. Ίσως όχι σε όλα τα σημεία, αλλά σε γενικές γραμμές».

Στην Ελλάδα όμως, όπως λέει ο Γ. Μάτες, τα πράγματα είναι διαφορετικά. «Ως παρατηρητής αποκομίζεις την εντύπωση ότι η κυβέρνηση αποδέχεται μόνον εν μέρει την αναγκαιότητα για μεταρρυθμίσεις. (…) Γι΄ αυτό και προχωρά ανάλογα όσον αφορά την υλοποίησή τους. Αφετέρου, οι αντιστάσεις στην ελληνική κοινωνία είναι σαφώς μεγαλύτερες σε σχέση με την Πορτογαλία και την Ιρλανδία, με συνέπεια η ελληνική κυβέρνηση να έχει ένα πιο δύσκολο έργο στο εσωτερικό. Αυτό την οδηγεί στο να αισθάνεται ότι πρέπει να αναλαμβάνει τρόπον τινά και έναν ρόλο προστάτη των πολιτών έναντι της τρόικας. Η κατάσταση αυτή οφείλεται μάλλον και στο γεγονός ότι η νυν αλλά και η προηγούμενη κυβέρνηση δεν εξήγησαν εγκαίρως και επαρκώς στους πολίτες ποιες μεταρρυθμίσεις απαιτούνται στο πεδίο της οικονομίας και ποια είναι τα προβλήματα».

«Η τρόικα να παραμείνει στο παιγνίδι»

Μέσα σε αυτό το αρνητικό κλίμα και παρά τη σκληρή αντίσταση των πολιτών στην Ελλάδα, όπως σημειώνει ο Γιούργκεν Μάτες, η χώρα κατάφερε να υλοποιήσει τα τελευταία χρόνια μια σειρά σημαντικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες, όπως λέει, θεωρούνταν αδιανόητες πριν ξεσπάσει η κρίση.

«Εμείς (σσ. το Ινστιτούτο της Γερμανικής Οικονομίας) εκτιμούμε, όπως άλλωστε και ο ΟΟΣΑ και το ΔΝΤ, ότι μεσοπρόθεσμα και όταν αρχίσει να αποδίδει η ανάκαμψη που έχει ήδη ξεκινήσει, οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα οδηγήσουν την Ελλάδα σε σαφώς μεγαλύτερη ανάπτυξη και εντέλει σε μια σταδιακή, αλλά βιώσιμη μείωση της ανεργίας. Ως εκ τούτου θα πρέπει να διαπιστώσει κανείς ότι η πορεία που ακολούθησε η Ελλάδα χάρη στις πιέσεις της τρόικας είναι επί της αρχής σωστή. Η πορεία αυτή θα πρέπει να συνεχιστεί. Πιστεύουμε λοιπόν ότι η τρόικα θα πρέπει να ασκεί μελλοντικά λιγότερες πιέσεις, ωστόσο θα πρέπει να παραμείνει στο παιχνίδι. Γι΄ αυτό δεν μας φαίνεται καλή ιδέα να απεμπλακεί η Ελλάδα τελείως από την τρόικα, πόσο μάλλον, και αυτός είναι ο σημαντικότερος λόγος, που οι συνθήκες δεν της επιτρέπουν ακόμη να αντλήσει κεφάλαια από τις χρηματαγορές».

Κίνδυνος αναίρεσης των μεταρρυθμίσεων

Ζητούμενο και για την γερμανική κυβέρνηση, σύμφωνα με τον Γιούργκεν Μάτες, δεν είναι απλά η υλοποίηση των συμπεφωνημένων μεταρρυθμίσεων. Παράλληλα θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι δεν θα αναιρεθούν οι διαρθρωτικές αλλαγές που έχουν ήδη συντελεστεί, υπογραμμίζει ο οικονομολόγος, αναφερόμενος στο ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών στην Ελλάδα σε περίπτωση αδυναμίας εκλογής προέδρου της Δημοκρατίας από την παρούσα βουλή και το ενδεχόμενο να αναλάβει τη διακυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ.

«Ο κίνδυνος να αναιρεθούν μεταρρυθμίσεις σε περίπτωση πλήρους αποχώρησης της τρόικας δεν είναι μικρός. Αυτό θα ήταν ένα καταστροφικό μήνυμα για την ελληνική οικονομία που αρχίζει τώρα να ανακάμπτει. Η Ελλάδα είναι από τις λίγες χώρες που εξέπληξε φέτος με τους θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης».
Αντίθετα, όπως λέει, οι χώρες που δεν υλοποιούν αρκετές μεταρρυθμίσεις, και σε αυτές συγκαταλέγεται τελευταία και η Γερμανία -πρωτίστως βέβαια η Γαλλία και η Ιταλία- απογοήτευσαν.