«Θέλουμε να σταματήσουμε να γράφουμε ζημιές και να περισώσουμε όσες θέσεις εργασίας μπορούμε. Προς το παρόν η ελληνική βαριά βιομηχανία δεν έχει την πολυτέλεια να κάνει σκέψεις για κέρδη και ανάπτυξη, αφού το ενεργειακό κόστος αποτελεί τροχοπέδη στην προσπάθεια των επιχειρήσεων να προσφέρουν ανταγωνιστικά προϊόντα σε σχέση με τους ευρωπαίους ανταγωνιστές τους».

Ετσι περιγράφει το προεδρείο της Ενωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ) την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στη βαριά βιομηχανία, η οποία, εκτός από το κόστος ενέργειας, έχει να αντιμετωπίσει τη συρρίκνωση της εσωτερικής αγοράς λόγω κρίσης και το ακριβό χρηματοοικονομικό κόστος.
Σε εκδήλωση της ΕΒΙΚΕΝ παρουσιάστηκε μελέτη του γερμανικού οίκου συμβούλων Roland Berger σχετικά με τα κόστη που πληρώνουν για ηλεκτρικό ρεύμα οι βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας σε Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία και Γερμανία.
Στη μελέτη έγινε αναφορά στα επίσημα στοιχεία της Eurostat που δείχνουν τα ελληνικά τιμολόγια άκρως ανταγωνιστικά αλλά με τη διαφορά ότι σε αυτά δεν είναι ενσωματωμένες οι εκπτώσεις που παρέχονται στη βαριά βιομηχανία από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και τους παρόχους ηλεκτρικού ρεύματος.
Σύμφωνα με τη μελέτη της Roland Berger, η τελική μέση τιμή στο τιμολόγιο για μια βιομηχανία με κατανάλωση πάνω από 150 γιγαβατώρες στη Γερμανία, συμπεριλαμβανομένων των επίσημων εκπτώσεων, των διμερών συμβάσεων και των συμβάσεων διακοψιμότητας, είναι 48 ευρώ η μεγαβατώρα, στην Ιταλία 52 ευρώ η μεγαβατώρα, στην Ισπανία 48 ευρώ η μεγαβατώρα και στην Ελλάδα 62 ευρώ η μεγαβατώρα. Η χαμηλότερη τιμή που προσφέρεται σήμερα στην Ελλάδα είναι 45 ευρώ η μεγαβατώρα αλλά αφορά τρεις μόνο χαλυβουργίες –επί συνόλου 80 ενεργοβόρων βιομηχανιών –οι οποίες λειτουργούν μόνο βράδυ. Οι αντίστοιχες μειώσεις για ευέλικτη λειτουργία που ισχύουν στη Γερμανία και στην Ιταλία οδηγούν σε τιμολόγια 38 και 35 ευρώ η μεγαβατώρα αντίστοιχα, χωρίς όμως να συμπεριλαμβάνουν σε καμία περίπτωση μόνο νυχτερινή λειτουργία.
Πέντε μέτρα

Σύμφωνα με τη μελέτη, αλλά και διά στόματος του προεδρείου της ΕΒΙΚΕΝ, θα μπορούσαν να ληφθούν αμέσως πέντε μέτρα ώστε να μετριαστεί το ανταγωνιστικό μειονέκτημα της ελληνικής βιομηχανίας.
Μεταξύ αυτών αναφέρεται η διατήρηση των εκπτώσεων που έχει δώσει η ΔΕΗ και τα επόμενα χρόνια, αφού σήμερα είναι υπό αίρεση, η εφαρμογή των συμβάσεων διακοψιμότητας, η μείωση των φόρων και των τελών, η εφαρμογή από το 2015 δημοπρασιών με ευθύνη της ΡΑΕ και βεβαίως να υπάρξει πραγματικό άνοιγμα της αγοράς.
Τεράστιο κόστος

To κόστος που πλήρωσε η βαριά βιομηχανία τα χρόνια της κρίσης είναι ιδιαίτερα μεγάλο. Δύο μεγάλες βιομηχανίες, η μονάδα της Χαλυβουργίας Ελλάδος στον Ασπρόπυργο και τα Τσιμέντα Χαλκίδας της ΑΓΕΤ, έβαλαν λουκέτο.
Ολες σχεδόν οι κεραμοποιίες εξαφανίστηκαν και οι χαρτοβιομηχανίες που λόγω της φύσης της δραστηριότητάς τους πρέπει να λετουργούν 24 ώρες το 24ωρο επιλέγουν πλέον να λειτουργούν εποχικά για δύο ή τρεις μήνες με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να υποαμείβονται.
Επίσης το γεγονός ότι οι μεγάλες χαλυβουργίες λειτουργούν μόνο νύχτα και μόνο Σαββατοκύριακα για να παράξουν προϊόντα με νυχτερινό τιμολόγιο ρεύματος ώστε να μπορέσουν να μειώσουν το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας με τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις επέφερε σημαντική συρρίκνωση του προσωπικού τους σε σχέση με τις εποχές που λειτουργούσαν με τρεις βάρδιες. Η μελέτη της Roland Berger αφορούσε μόνο το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας. Σε ό,τι αφορά το φυσικό αέριο, η ελληνική βιομηχανία πληρώνει τιμές έως και 33% ακριβότερα σε σχέση πάντα με τους ευρωπαίους ανταγωνιστές της.
Μέλη της ΕΒΙΚΕΝ μεταξύ άλλων είναι οι τσιμεντοβιομηχανίες Τιτάν, ΑΓΕΤ και Χάλυψ, οι χαλυβουργίες Σιδενόρ, Χαλυβουργική και Χαλυβουργία Ελλάδος, η υαλουργία Γιούλα, οι χαρτοποιίες Κομοτηνής και Φθιώτιδος, η ΕΛΒΑΛ, η κλωστοϋφαντουργία Επίλεκτος κ.ά.

HeliosPlus