Τον φορολογικό παράδεισο του Λουξεμβούργου φέρνει στο φως έρευνα της εφημερίδας «Τα Νέα» σε συνεργασία με τη Διεθνή Σύμπραξη Δημοσιογράφων (ICIJ) και τα μεγαλύτερα μέσα ενημέρωσης στον πλανήτη.

H Pepsi, η ΙΚΕΑ, η FedEx και 340 ακόμα διεθνείς επιχειρήσεις έχουν εξασφαλίσει μυστικές συμφωνίες με το Λουξεμβούργο, επιτρέποντας σε πολλές από αυτές να μειώσουν τις συνολικές φορολογικές τους υποχρεώσεις, διατηρώντας παράλληλα μικρή παρουσία στο μικροσκοπικό δουκάτο της Κεντρικής Ευρώπης. Αυτό αποκαλύπτουν έγγραφα που διέρρευσαν και αποκτήθηκαν από τη Διεθνή Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων, το ICIJ.

Αυτές οι εταιρείες εμφανίζονται να έχουν διοχετεύσει εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ μέσα από το Λουξεμβούργο και να έχουν εξοικονομήσει δισ. ευρώ σε φόρους, σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη σε σχεδόν 28.000 σελίδες απόρρητων εγγράφων από τη Διεθνή Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων και μία ομάδα περισσοτέρων των 80 δημοσιογράφων από 26 χώρες.
Οι μεγάλες εταιρείες μπορούν να επιτύχουν μεγάλες μειώσεις στα φορολογικά τους βάρη μετακινώντας τα κέρδη στο Λουξεμβούργο –που εξασφαλίζει ευνοϊκή φορολόγηση –από τις χώρες όπου εδρεύουν ή δραστηριοποιούνται και έχουν υψηλούς φορολογικούς συντελεστές. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως δείχνουν τα έγγραφα που διέρρευσαν, εταιρείες απολαμβάνουν επί της ουσίας φορολόγηση κάτω από το 1% επί των κερδών που έχουν μεταφέρει στο Λουξεμβούργο. Τα έγγραφα αυτά που εξετάστηκαν από δημοσιογράφους του ICIJ περιλαμβάνουν εκατοντάδες ιδιωτικές φορολογικές αποφάσεις –γνωστές και ως «συμφωνίες» –που παρέχει το Λουξεμβούργο σε εταιρείες που επιδιώκουν ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση και το Λουξεμβούργο επί μήνες συγκρούονται για την απροθυμία του τελευταίου να κοινοποιήσει πληροφορίες σχετικά με φορολογικές αποφάσεις του στην ΕΕ, η οποία διερευνά κατά πόσον οι συμφωνίες της χώρας με την Amazon και τη Fiat παραβιάζουν το ευρωπαϊκό δίκαιο. Το Λουξεμβούργο παρείχε κάποιες πληροφορίες στην ΕΕ αλλά αρνήθηκε, σύμφωνα με ευρωπαίους αξιωματούχους, να κοινοποιήσει ένα μεγάλο μέρος των εγγράφων που σχετίζονται με τις φορολογικές αποφάσεις.
Σήμερα, το ICIJ και τα συνεργαζόμενα μέσα ενημέρωσης αποκαλύπτουν στη διεύθυνση www.icij.org μεγάλο αριθμό φορολογικών αποφάσεων του Λουξεμβούργου –548 «συμφωνίες» που συνάφθηκαν την περίοδο 2002-2010. Παράλληλα θα πραγματοποιηθούν δημοσιεύματα, τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές σχετικά με το περιεχόμενό τους σε δεκάδες χώρες. Δεν έχει ξεκαθαριστεί εάν κάποιο από αυτά τα έγγραφα είναι μεταξύ εκείνων που εξακολουθούν να αναζητούν οι ελεγκτές της ΕΕ, ωστόσο πρόκειται για στοιχεία που αφορούν την ουσία της ευρωπαϊκής έρευνας για τις φορολογικές αποφάσεις του Λουξεμβούργου.
Τα έγγραφα που διέρρευσαν και εξετάστηκαν από το ICIJ περιλαμβάνουν συμφωνίες που διαπραγματεύθηκε η PricewaterhouseCoopers, μία από τις μεγαλύτερες λογιστικές εταιρείες στον πλανήτη, για λογαριασμό των εκατοντάδων εταιρειών – πελατών της. Στα ντοκουμέντα φαίνεται ότι για να έχουν οι επιχειρήσεις φορολογικές ελαφρύνσεις, οι σύμβουλοι της PwC βοήθησαν στην επινόηση «οικονομικών τεχνασμάτων» όπως δάνεια μεταξύ θυγατρικών εταιρειών και άλλες κινήσεις με στόχο τη μετατόπιση των κερδών από ένα τμήμα μιας επιχείρησης προς ένα άλλο για να μειώσουν ή να εξαλείψουν το φορολογητέο εισόδημα.

«Μια εταιρική δομή στο Λουξεμβούργο μπορεί να «απογυμνώσει» έσοδα από όποια χώρα και να προέρχονται»
δήλωσε ο Stephen E. Shay, καθηγητής Διεθνούς Φορολογίας στη Νομική Σχολή του Χάρβαρντ και πρώην στέλεχος επί φορολογικών θεμάτων του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ. Το Μεγάλο Δουκάτο, είπε, «συνδυάζει τεράστια ευελιξία στη δημιουργία σχημάτων ελάφρυνσης φόρων, τα οποία μαζί με τις δεσμευτικές φορολογικές αποφάσεις του είναι μοναδικά. Είναι σαν μία μαγική νεραϊδοχώρα».
Ανάμεσα στις επιχειρήσεις που αναζήτησαν, σύμφωνα με τα έγγραφα, φορολογικές συμφωνίες με το Λουξεμβούργο περιλαμβάνονται ονόματα όπως αυτά των Accenture, Abbott Laboratories, American International Group (AIG), Amazon, Blackstone, Deutsche Bank, Fed Ex, HJ Heinz, JP Morgan Chase, Burberry, Procter & Gamble, Carlyle Group και η Επενδυτική Αρχή του Αμπου Ντάμπι (Abu Dhabi Investment Authority).
Από την πλευρά τους, αξιωματούχοι και υπερασπιστές του Λουξεμβούργου λένε ότι το σύστημα των φορολογικών συμφωνιών είναι άμεμπτο. «Αυτές οι συμφωνίες δεν είναι με κανέναν τρόπο χαριστικές» δήλωσε σε συνέντευξή του στο ICIJ ο Νικολά Μακέλ, διευθύνων σύμβουλος του Luxembourg for Finance, ενός οιονεί κυβερνητικού οργανισμού που ασχολείται με οικονομικά θέματα της χώρας. «Το φορολογικό σύστημα του Λουξεμβούργου είναι ανταγωνιστικό –δεν υπάρχει τίποτα αθέμιτο ή ανήθικο σε αυτό» είπε ο Μακέλ.
Οι αποκαλύψεις από τα έγγραφα που διέρρευσαν έρχονται σε μια ευαίσθητη στιγμή για το Λουξεμβούργο, ένα κράτος με λιγότερους από 550.000 κατοίκους. Η έρευνα της ΕΕ για τις φορολογικές συμφωνίες συμπίπτει με την ανάληψη της προεδρίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από τον πρώην πρωθυπουργό της χώρας Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Ο Γιούνκερ, ηγέτης του Λουξεμβούργου όταν σχεδιάστηκαν πολλές από τις ευνοϊκές ρυθμίσεις για φοροαπαλλαγές, υποσχέθηκε να πατάξει τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή από τη νέα του θέση. Ωστόσο, έχει επίσης αναφέρει ότι πιστεύει πως το φορολογικό καθεστώς της χώρας του είναι σε «πλήρη συμφωνία» με το ευρωπαϊκό δίκαιο.

Σύμφωνα με το σύστημα του Λουξεμβούργου, φορολογικοί σύμβουλοι από την PwC και άλλες εταιρείες μπορούν να υποβάλουν προτάσεις για εταιρικές δομές και κινήσεις που αποσκοπούν στην εξοικονόμηση φόρων και στη συνέχεια να πάρουν γραπτή διαβεβαίωση ότι το σχέδιό τους θα αντιμετωπισθεί ευνοϊκά από το υπουργείο Οικονομικών του Δουκάτου.

Οι συμφωνίες αυτές είναι νόμιμες στο Λουξεμβούργο, αλλά μπορεί να είναι ευάλωτες σε νομικές προσφυγές έξω από τη χώρα αν οι φορολογικοί υπάλληλοι άλλων κρατών θεωρήσουν ότι πρόκειται για καταχρηστικές ρυθμίσεις.
Το υπουργείο Οικονομικών του Λουξεμβούργου δήλωσε ότι οι «αποφάσεις προληπτικής φορολόγησης» είναι «καθιερωμένες σε πολλά κράτη – μέλη της ΕΕ, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ολλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και το Λουξεμβούργο» και ότι δεν έρχονται σε αντίθεση με το ευρωπαϊκό δίκαιο, αν «όλοι οι φορολογούμενοι βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση και τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης».
H PwC δήλωσε ότι η έρευνα του ICIJ βασίζεται σε «ξεπερασμένες» και «κλεμμένες» πληροφορίες, «των οποίων η κλοπή εξετάζεται από τις αρμόδιες Αρχές». Επιπλέον πρόσθεσε ότι οι φορολογικές συμβουλές και η βοήθειά της «δόθηκαν σύμφωνα με τους ισχύοντες τοπικούς, ευρωπαϊκούς και διεθνείς φορολογικούς νόμους και συμφωνίες, και διέπονται από τον Παγκόσμιο Κώδικα Δεοντολογίας της PwC».
Το ICIJ και τα συνεργαζόμενα μέσα ενημέρωσης εξέτασαν κατά την έρευνα για το Λουξεμβούργο τις οικονομικές καταστάσεις και τους ισολογισμούς των εταιρειών, ρυθμιστικές αποφάσεις και δικαστικά έγγραφα.
Αμερικανικές και βρετανικές εταιρείες είναι οι πλέον συχνά εμφανιζόμενες στα αρχεία που διέρρευσαν ενώ ακολουθούν επιχειρήσεις από τη Γερμανία, την Ολλανδία και την Ελβετία.

Οι περισσότερες φορολογικές συμφωνίες εγκρίθηκαν την περίοδο 2008-2010. Η ύπαρξη μικρού μέρους των αποφάσεων αναφέρθηκε πρώτη φορά το 2012 σε ντοκιμαντέρ του Εντουάρντ Περέν για τη δημόσια γαλλική τηλεόραση France 2 και από το BBC, αλλά η πλειονότητα των εγγράφων δεν έχουν ερευνηθεί στο παρελθόν από δημοσιογράφους.


*Μέσα από την ανάλυση εκατοντάδων μυστικών συμφωνιών που συνάπτει το Μεγάλο Δουκάτο φωτίζονται οι τρόποι με τους οποίους μεγάλες επιχειρήσεις γλιτώνουν φόρους εκατομμυρίων. Στην παγκόσμια έρευνα που διήρκεσε έξι μήνες έλαβαν μέρος οι εφημερίδες «The Guardian» στη Βρετανία, «Süddeutsche Zeitung» στη Γερμανία, «Le Monde» στη Γαλλία, «Politiken» στη Δανία, «Folha de Sao Paulo» στη Βραζιλία, «Asahi Shimbun» στην Ιαπωνία, οι ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί CBC στον Καναδά και NDR στη Γερμανία και πολλοί ακόμα ειδησεογραφικοί οργανισμοί. Συνολικά συμμετείχαν 80 δημοσιογράφοι από 26 χώρες.