Η Ευρώπη δεν πρόκειται να εξασφαλίσει «βιώσιμη ανάπτυξη» στα επόμενα έξι έως οκτώ χρόνια ενώ, αντίθετα, η αμερικανική οικονομία θα κάνει «γενναία βήματα» στο ίδιο χρονικό διάστημα, αλλά με τη «σοβαρή επιφύλαξη για ενδεχόμενο ρίσκο.»

Αυτό είναι το κεντρικό συμπέρασμα μελέτης μιας ομάδας οικονομολόγων, την οποία συγκρότησαν τον περασμένο Μάρτιο οι πέντε μεγαλύτερες ελβετικές τράπεζες.

«Αναθέσαμε σε έμπειρους και ειδικούς σε κυριότερους τραπεζικούς τομείς να μαντέψουν το μέλλον μας», δήλωσε την Δευτέρα στη Ζυρίχη στέλεχος μεγάλης τράπεζας, ανώνυμα. Ένας άλλος, επίσης ανώνυμα, πρόσθεσε «δεν τους ζητήσαμε να ξορκίσουν τα (οικονομικά) ταρακουνήματα, ούτε ζητήσαμε υποδείξεις» και ένας τρίτος εξήγησε τι ήταν εκείνο που παρακίνησε τις ελβετικές τράπεζες «να προσφύγουν σε εξωτραπεζικούς.»

Ήταν «η αγωνία για το μέλλον, η ανησυχία για την ασφάλεια και η απογοήτευση για τα αποτελέσματα» των μεγάλων επενδυτών από τη σημερινή απόδοση των χρημάτων που έχουν καταθέσει σε ελβετικές τράπεζες και τα χειρίζονται εκείνες. Ακόμη και στις πιο κερδοφόρες επενδύσεις «η μέση απόδοση δεν ξεπέρασε το 4.5%», ενώ στην πρώτη 10ετία του αιώνα μας κυμαινόταν μεταξύ 7.2% και 9%.

Σύμφωνα με παλαιότερο δημοσίευμα της «Zürcher Zeitung» παρατηρείται «αξιοσημείωτη διαρροή» στο εξωτερικό–όχι απαραίτητα σε εξωάκτιες τράπεζες–καταθέσεων σε ελβετικές τράπεζες. Πρόκειται για «φαινόμενο το οποίο προκαλεί εκνευρισμό» στους ελβετούς τραπεζίτες. Αλλες πήγες, χωρίς να αναφέρουν προέλευση των πληροφοριών τους, υποστηρίζουν ότι στο πρώτο 4μηνο του 2014 «αποσύρθηκαν και κινήθηκαν σε άλλους προορισμούς» περίπου 240 δις ελβετικά φράγκα. Μόνο 64 δις φράγκα αποσύρθηκαν από ελβετικές τράπεζες ολόκληρο το 2013.

Τον περασμένο Ιούνιο πήρε μορφή σχεδόν σκανδάλου το ρεπορτάζ του γαλλικού περιοδικού «Le Ρoint», το οποίο αποκάλυψε, μεταξύ άλλων, ότι δυο ανίψια του βασιλέα της Σαουδικής Αραβίας Αμπντουλ Αζιζ Αλ-Σαούντ μετέφεραν σε τράπεζα του Χονγκ Κονγκ περίπου 3.5 δις δολάρια από τις καταθέσεις τους σε ελβετική τράπεζα.