Το γρίφο του δημοσιονομικού κενού των 2 δισ. ευρώ που διαπιστώνουν ΕΕ και ΔΝΤ το 2015, εφόσον η Ελλάδα θέλει να τηρήσει το στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3%του ΑΕΠ το 2015, καλείται να λύσει ο υπουργός Οικονομικών κ. Γκίκας Χαρδούβελης ως τις 6 Οκτωβρίου.
Αυτό είναι το πλαίσιο της συζήτησης που έθεσε η τρόικα στις δύο τηλεδιασκέψεις που έγιναν την Δευτέρα και την Τετάρτη ενόψει της συνάντησής της με τον υπουργό Οικονομικών στην Αθήνα στις 30 Σεπτεμβρίου και της κατάθεσης του προσχεδίου του Προϋπολογισμού στη Βουλή την πρώτη Δευτέρα του Οκτωβρίου.
Αν διατηρηθεί ο μνημονιακός στόχος του 3% του ΑΕΠ η εξίσωση γίνεται ακόμα δυσκολότερη διότι τότε στο κενό των 2 δισ. ευρώ η τρόικα κατέστησε σαφές ότι πρέπει να προστεθούν το κόστος των φοροελαφρύνσεων και της αποκατάστασης των μισθών των ενστόλων.
Τρόικα και κυβέρνηση γνωρίζουν ότι αυτό πρόβλημα λύνεται με δύο τρόπους. Είτε με τη λήψη νέων μέτρων, κάτι που αποκλείεται ουσιαστικά και από τις δύο πλευρές, είτε με τη χαλάρωση του στόχου για το πλεόνασμα, να κατεβεί δηλαδή ο πήχης από το 3% στο 2,5% του ΑΕΠ ή και χαμηλότερα.
Την Πέμπτη κύκλοι του οικονομικού επιτελείου έκαναν λόγο για το ενδεχόμενο να περιληφθεί στο προσχέδιο του Προϋπολογισμού (κατατίθεται στη Βουλή στις 6 Οκτωβρίου) ένας ελαφρώς μειωμένος στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα στην περιοχή του 2,5% του ΑΕΠ αντί του 3% του ΑΕΠ που προβλέπει το μνημόνιο.
Αυτό σημαίνει ότι η Αθήνα εμμένει στη διαφορετική εκτίμηση για το στόχο του 2015 η οποία διατυπώθηκε για πρώτη φορά το Μάιο στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα.

Πηγή της Κομισιόν σε άτυπη ενημέρωση την παρασκευή στις Βρυξέλλες ανέφερε ότι το δημοσιονομικό κενό φτάνει τα 2 δισ. ευρώ και στα 12 δισ. ευρώ το χρηματοδοτικό. Ανέφερε επίσης ότι οι διαπραγματεύσεις για το χρέος θα αρχίσουν τον Νεέμβριο και ότι είναι δύσκολη η αξιολόγηση καθώς υπάρχουν εκατοντάδες δεσμεύσεις.

Η Εκτακτη Εισφορά
Η σκέψεις αυτές θα απασχολήσουν τις δύο πλευρές στη συνάντηση της Τρίτης. Η λύση που κρατάει στα χέρια της η κυβέρνηση είναι η Εκτακτη Εισφορά Αλληλεγγύης η οποία λήγει ως μέτρο το 2014. Στις εκτιμήσεις της τρόικας το κενό των 2 δισ. ευρώ προκύπτει χωρίς την παράταση του μέτρου, λαμβάνει δηλαδή ως δεδομένο ότι εκπνέει φέτος.
Μάλιστα στο μνημόνιο η τρόικα αναφέρεται σε πιθανή παράταση έκτακτων μέτρων (εννοώντας στην Εκτακτη Εισφορά Αλληλεγγύης) ως μια από τις εναλλακτικές για να κλείσει το κενό του 2015.
Ο Πρωθυπουργός από το βήμα της ΔΕΘ έκανε λόγο για μείωση της Εκτακτης Εισφορας Αλληλεγγύης κατά 30% το 2015.
Από την Εκτακτη Εισφορά μπαίνουν στα ταμεία του κράτους έσοδα ως 1,3 δισ. ευρώ τα περισσότερα από τα οποία υπολογίζονται λογιστικά τη χρονιά που επιβάλλεται το μέτρο (ένα μικρό μέρος εισρέει το επόμενο έτος).
Αρα από την άποψη των εσόδων η Εισφορά είναι ένα «μπάλωμα» για να καλυφθεί κατά ένα μέρος το κενό.
Ωστόσο η άλλη όψη είναι ότι το μέτρο εκπνέει φέτος και ότι η παράταση έστω και σε «λάιτ» εκδοχή θα χαρακτηριστεί νέο μέτρο το οποίο ούτως η άλλως θα πρέπει να ψηφιστεί από τη Βουλή.

Επιμένουν στις ομαδικές απολύσεις

Σε ό,τι αφορά τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, οι Βρυξέλλες τονίζουν ότι κατά την τρέχουσα αξιολόγηση θα δοθεί έμφαση στο θέμα των ομαδικών απολύσεων. Επιπλέον, εκφράζουν ανησυχία για την ποιότητα του κοινωνικού διαλόγου στην Ελλάδα μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων. Όπως επισημαίνεται, συχνά είτε δεν υπάρχει τέτοιος διάλογος, είτε είναι «συγκρουσιακός».

Εξάλλου, κατά την τρέχουσα αξιολόγηση θα συζητηθεί η πορεία των ιδιωτικοποιήσεων στην Ελλάδα, καθώς οι επικεφαλής της Τρόικας αναμένεται να συναντηθούν με το ΤΑΙΠΕΔ.

Για τα κόκκινα δάνεια

Η τρόικα αναμένεται να επισκεφθεί και την Τράπεζα της Ελλάδος, όπου θα συζητηθεί το θέμα της αντιμετώπισης του προβλήματος των λεγόμενων «κόκκινων δανείων». Οι Βρυξέλλες αποδίδουν ουσιαστική σημασία στην επίλυση του προβλήματος των «κόκκινων δανείων», τονίζοντας ότι είναι κάτι που πρέπει να γίνει στο πλαίσιο της τρέχουσας αξιολόγησης. Σημειώνουν, πάντως, ότι οι συζητήσεις στο θέμα αυτό βρίσκονται σε καλό δρόμο.

Σύμφωνα με πηγές των Βρυξελλών, η ολοκλήρωση της τρέχουσας αξιολόγησης είναι ουσιαστικής σημασίας, καθώς χαρακτηρίζεται από μεγάλο βαθμό δυσκολίας, λόγω του όγκου των μεταρρυθμίσεων και των προαπαιτούμενων δράσεων που πρέπει να υλοποιηθούν.