«Πρόκειται για μια μεγάλη πολιτική, οικονομική και πάνω απ’ όλα βιομηχανική νίκη. Ωστόσο, δεν εγκαταλείψαμε την ιδέα της δημιουργίας ευρωπαϊκών εταιρικών πρωταθλητών στους τομείς της ενέργειας και των μεταφορών». Με τα λόγια αυτά, τον περασμένο Ιούνιο, εκπρόσωπος του τότε υπουργού Οικονομίας της Γαλλίας Αρνό Μοντμπούρ είχε χαρακτηρίσει τη στρατηγική συνεργασία των 17 δισ. δολαρίων που υπέγραψε ο όμιλος Alstom με τον αμερικανικό General Electric. Την ίδια ώρα, στην άλλη πλευρά του Ρήνου οι Γερμανοί έπνεαν μένεα για τους γείτονες Γάλλους. Τους καταλόγιζαν ότι «έθεσαν τα εθνικά τους συμφέροντα υπεράνω των κοινών ευρωπαϊκών». Οτι «επέδειξαν αντικοινοτικό πνεύμα». Οτι «ποδοπάτησαν τις υποσχέσεις για ευρωπαϊκές συνεργασίες κατά τα πρότυπα της Airbus». Γιατί όλα αυτά; Μα επειδή οι Γάλλοι προτίμησαν να συνεργαστούν με την αμερικανική GE και όχι με τη γερμανική Siemens.
Οι Γερμανοί έπνεαν μένεα και για τον Αρνό Μοντμπούρ προσωπικά. Διότι είχε προσωπική συμμετοχή στη συμφωνία Alstom – GE. Είχε διαπραγματευθεί και ο ίδιος με τους Αμερικανούς. Και επιπλέον η συμφωνία έφερε την υπογραφή του, καθώς αυτή προέβλεπε να γίνει το γαλλικό κράτος μεγαλομέτοχος της Alstom εξαγοράζοντας ποσοστό 20% του ομίλου αντί 2,16 δισ. ευρώ (περίπου 440 εκατ. ευρώ ακριβότερα από την αξία των αντίστοιχων μετοχών της εταιρείας στο Χρηματιστήριο του Παρισιού). Ε, και να μην έγιναν τα πράγματα έτσι όπως τα περιγράφουν οι συνωμοσιολόγοι, και να μην απαίτησε δηλαδή η Ανγκελα Μέρκελ από τον Φρανσουά Ολάντ την κεφαλή του Μοντμπούρ επί πίνακι έπειτα από το «αντιγερμανικό παραλήρημά» του, να μην υποθέσει κανείς ότι οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών ικανοποίησαν το Βερολίνο;
Η επιστολή των Γερμανών
Η υπόθεση ξεκίνησε τον περασμένο Απρίλιο, λίγες ημέρες αφότου είχε ορκιστεί η κυβέρνηση Βαλς με τον Μοντμπούρ διάδοχο του Πιερ Μοσκοβισί στο υπουργείο Οικονομίας. Τότε ο διευθύνων σύμβουλος της Alstom Πατρίκ Κρον είχε λάβει επιστολή από τη Siemens με την οποία ο γερμανικός όμιλος επεσήμαινε στον γάλλο μάνατζερ τη «μοναδική ευκαιρία» να συνεργαστούν Siemens και Alstom και να δημιουργήσουν «δύο ισχυρούς ευρωπαϊκούς πρωταθλητές στην ενέργεια και τις μεταφορές». Αυτός, άλλωστε, ήταν ένας από τους στρατηγικούς στόχους του Παρισιού, όπως τον είχε καθορίσει ο ίδιος ο Ολάντ σε διάγγελμά του τον περασμένο Ιανουάριο: να αναπαραχθεί η επιτυχία της Airbus –μιλάμε για τη γαλλο-γερμανο-βρετανο-ισπανική αεροδιαστημική κοινοπραξία –και στον εθνικά κατατμημένο και τιμαριοποιημένο ευρωπαϊκό ενεργειακό τομέα.
Την ώρα ωστόσο που έφθασε το γράμμα, η γαλλική ιδέα της δημιουργίας ευρωπαϊκών εταιρικών πρωταθλητών μέσω της προώθησης των συνεργασιών με τους κραταιούς ομίλους της οικονομικής υπερδύναμης της Ευρώπης, της Γερμανίας, είχε αρχίσει να ξεθωριάζει. Αιτία, το προχωρημένο στάδιο στο οποίο είχαν ήδη εισέλθει οι διαπραγματεύσεις της Alstom –πρόκειται για τον όμιλο που κατασκευάζει τα διάσημα γαλλικά τρένα υψηλής ταχύτητας (TGV) –με τον αμερικανικό όμιλο GE για την εξαγορά των ενεργειακών δικτύων της Alstom αλλά και τη δημιουργία κοινοπραξιών (τελικώς αποφασίστηκε να γίνουν τρεις) για την υλοποίηση πολιτικά ευαίσθητων προγραμμάτων, όπως είναι η κατασκευή τουρμπινών για μονάδες παραγωγής πυρηνικής ενέργειας, αλλά και την κατασκευή δικτύων εντός και εκτός Γαλλίας. Η GE συμφώνησε να προμηθεύσει επίσης στην Alstom το σύστημα σηματοδότησής της.
Εν τέλει η Γαλλία προχώρησε τη συμφωνία με την General Electric, αν και, κλείνοντας την πόρτα στη Siemens, η ίδια η κυβέρνηση του Παρισιού (ως μεγαλομέτοχος της Alstom) μετατρέπεται σε άμεση ανταγωνίστρια της γερμανικής εταιρείας. «Η Γαλλία ακολουθεί μια ψυχρά εθνική βιομηχανική πολιτική θέτοντας τα εθνικά της συμφέροντα υπεράνω των ευρωπαϊκών» δήλωσε ο πρόεδρος της Οικονομικής Επιτροπής της Μπούντεσταγκ και στενός συνεργάτης της καγκελαρίου Μέρκελ Πέτερ Ραμσάουερ. Από την άλλη πλευρά, η γαλλική κυβέρνηση διά στόματος του εκπροσώπου της Μοντμπούρ έκανε λόγο για «πολιτική, οικονομική και βιομηχανική νίκη» (η δήλωση στην πρώτη παράγραφο του παρόντος κειμένου). Και επίσης σημείωσε τη «διάσωση χιλιάδων θέσεων εργασίας» και τη «διατήρηση της γαλλικής ταυτότητας της Alstom».
Μοντμπούρ ενεός
Τι ρόλο έπαιξε τελικά ο Αρνό Μοντμπούρ στη συμφωνία Alstom – GE και βεβαίως στον αποκλεισμό της Siemens; «Ο Μοντμπούρ έγινε έξω φρενών όταν έμαθε για τη συμφωνία του Κρον με τους Αμερικανούς. Πίστευε ότι όλα έγιναν πίσω από την πλάτη της κυβέρνησης. Από το βήμα της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης επέκρινε με δριμύτητα τον επικεφαλής της Alstom, εξέδωσε διάταγμα που επέτρεπε στην κυβέρνηση θα θέσει βέτο σε οποιαδήποτε πώληση περιουσιακών στοιχείων της Alstom, έπεισε τη Siemens να προχωρήσει σε επίσημη πρόταση εξαγοράς των ενεργειακών δικτύων της γαλλικής εταιρείας και εξανάγκασε την GE να παρατείνει τη λήξη ισχύος της αρχικής της προσφοράς δίνοντας έτσι περισσότερο χρόνο στην Alstom να εξετάσει τις παραμέτρους μιας συνεργασίας με τους Γερμανούς» αναφέρει σε ρεπορτάζ από το Παρίσι και τη Φρανκφούρτη που δημοσίευσε στις 25 Ιουνίου η «Wall Street Journal».

«Τέσσερα – μηδέν»
φέρεται να δήλωσε ο Μοντμπούρ στους συνδαιτυμόνες του σε μπιστρό του Παρισιού την ημέρα εκείνη του Μαΐου κατά την οποία είχε πετύχει τη χρονική παράταση της προσφοράς της GE. «Οι πανηγυρισμοί, όμως, δεν κράτησαν για πολύ» γράφουν οι Στέισι Μίτστρι, Ιντι Λαντόρο και Γιαν Χρομάντκο που συνυπογράφουν το ρεπορτάζ της αμερικανικής εφημερίδας. Διότι τις αμέσως επόμενες εβδομάδες άρχισαν να εμφανίζονται διάφορα προσκόμματα στις επαφές των Γάλλων με τα στελέχη της Siemens –στις επαφές αυτές σημειωτέον ότι συμμετείχε και ο ίδιος ο Μοντμπούρ. Ενα από αυτά ήταν το γεγονός ότι η γερμανική εταιρεία αρνούνταν να μοιραστεί με τους Γάλλους την τεχνογνωσία της στον τομέα της σηματοδότησης, σύμφωνα με πληροφορίες που αποδίδει η «WSJ» σε συνεργάτη του γάλλου υπουργού.
Oι επιδιώξεις

«Η γαλλική κυβέρνηση θεωρούσε την τεχνολογία σηματοδότησης ως ζωτικής σημασίας για να αναβαθμιστεί το μεταφορικό έργο της Alstom και να αναδειχθεί σε παγκόσμιο πρωταθλητή. Η Siemens, ωστόσο, επιθυμούσε να χρησιμοποιήσει την τεχνογνωσία της σε ό,τι αφορά τα συστήματα σηματοδότησης για την κατασκευή αυτοκινήτων δίχως οδηγό»
γράφει η «WSJ» επικαλούμενη την ίδια πηγή –υπενθυμίζεται ότι πρόκειται για δημοσίευμα του περασμένου Ιουνίου, πολύ προτού δηλαδή πει ο Μοντμπούρ τα όσα είπε για την «προσκόλληση» της Γερμανίας στη λιτότητα και για τη βούληση του Βερολίνου «να επιβάλει τη λιτότητα σε ολόκληρη την Ευρώπη».
Πράγματι, όταν η Siemens αποκάλυψε την προσφορά της (στις αρχές Ιουνίου), φάνηκε ότι το μόνο που ήθελε να αποκτήσει ήταν ο κλάδος αεροτουρμπινών της Alstom. Επιπλέον, είχε αναθέσει στην ιαπωνική Mitsubishi Heavy Industries την υποβολή προσφοράς εξαγοράς των υπόλοιπων κλάδων ενεργειακού εξοπλισμού της Alstom. Ο πολιτικός κόσμος της Γαλλίας εξανέστη για την «έκπληξη από την Ιαπωνία», που «πόρρω απέχει από τον στόχο για τη δημιουργία ευρωπαϊκών εταιρικών πρωταθλητών κατά το μοντέλο της Airbus», όπως τόνισε στην Εθνοσυνέλευση η βουλευτής της πλειοψηφίας Κλοτίλντ Βαλτέρ.
Αποπέμφθηκε εν τέλει ο Μοντμπούρ (συμπαρασύροντας και τους άλλους «αριστερότερους» υπουργούς της πρώτης κυβέρνησης Βαλς) λόγω της «αριστεροσύνης» του ή λόγω της «αντιγερμανικότητάς» του; Αν οι λεπτομέρειες που δημοσίευσε σε ανύποπτο χρόνο η «WSJ» αληθεύουν, και για τα δύο. Μόνο που η «αριστεροσύνη» του, ενοχλητική ασφαλώς στη γερμανική (όπως άλλωστε και στην πανευρωπαϊκή) ιδεολογικοπολιτική ορθοδοξία, είναι χρόνια. Αντίθετα, o «αντιγερμανισμός» του αποδεικνύεται μάλλον επίκτητος. Ενταθείς ασφαλώς μετά την εμπειρία του με τη Siemens.

ΕΠΙΔΙΩΞΕΙΣ

Το πυρηνικό ερώτημα

Επί της ουσίας της υπόθεσης συνεργασίας Alstom-GE πρέπει να υπογραμμίσει κανείς τις προθέσεις του Παρισιού να κατασκευάσει εξοπλισμό για μονάδες πυρηνικής ενέργειας. Η Γαλλία, ως γνωστόν, επιμένει στην εκμετάλλευση της πυρηνικής ενέργειας για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος. Αντίθετα, μετά τη Φουκουσίμα η ίδια η καγκελάριος Μέρκελ ανήγγειλε την αποκαθήλωση των γερμανικών πυρηνικών σταθμών και την πλήρη εγκατάλειψη της τεχνολογίας αυτής από τη Γερμανία. Υπό το πρίσμα αυτό η Siemens συνεργαζόμενη με την Alstom δεν θα ήταν δυνατόν να εξυπηρετήσει το σύνολο των γαλλικών επιδιώξεων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ