Την παρότρυνση να μιλάμε λιγότερο για εκλογές και περισσότερο για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας απηύθυνε σήμερα Τετάρτη ο υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης από το βήμα του συνεδρίου του Economist, υπογραμμίζοντας πως το πρόγραμμα προσαρμογής της χώρας βρίσκεται κοντά στο τέλος του.

Ο υπουργός Οικονομικών ανέφερε πως πρέπει να υπάρξει ευρύτερη συνεννόηση για ζητήματα που αφορούν στο μέλλον της χώρας. «Η κρίση θα πρέπει να μας ενώνει και όχι να μας διχάζει. Είναι επιβεβλημένο να συνεννοηθούμε και το οφείλουμε στη χώρα και στις επόμενες γενιές. Και σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να συμμετάσχουν όλοι» τόνισε.

Ακόμη, διαβεβαίωσε πως εφεξής θα εφαρμοσθεί μια ισορροπημένη δημοσιονομική πολιτική που σταδιακά θα εξαλείψει τα έκτακτα φορολογικά μέτρα. «Πρέπει να φτιάξουμε ένα απλό, δίκαιο και φιλικό φορολογικό σύστημα», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ειδικά για τη φορολογική πολιτική είπε πως αυτή επηρεάζεται σε σημαντικό βαθμό από την αποτελεσματικότητα της φορολογικής διοίκησης. Υποστήριξε δε πως στην κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να ενισχυθεί ο φορολογικός μηχανισμός, να καταπολεμηθεί το λαθρεμπόριο, να εξορθολογιστούν οι ποινές, να εισαχθούν συστήματα πρόληψης και όχι καταστολής, να εισαχθούν συστήματα επιβράβευσης των φορολογούμενων και να βελτιωθεί η στοχοθεσία στην είσπραξη των φόρων. Επανέφερε δε στο προσκήνιο την πρόταση για διασύνδεση της φορολογικής διοίκησης με τις ταμειακές μηχανές.

Ο κ. Χαρδούβελης τόνισε ότι 2014 θα είναι η πρώτη χρονιά που η ελληνική οικονομία θα παρουσιάσει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και αυτό πρέπει να διαφυλαχθεί με αναπτυξιακές πρωτοβουλίες και στοχευμένες πολιτικές. Στη βάση αυτή αναφέρθηκε στην αύξηση της ρευστότητας από το τραπεζικό σύστημα(το θέμα θα τεθεί το απόγευμα σε συνάντηση του πρωθυπουργού με τις διοικήσεις των τραπεζών), στο σωστό χειρισμό του ιδιωτικού χρέους, σε στοχευμένες παρεμβάσεις για το άνοιγμα των αγορών, στη μείωση της γραφειοκρατίας, αλλά και σε πρωτοβουλίες για την προέλκυση νέων επενδύσεων.

ΔΝΤ και ESM ζητούν συνέχιση μεταρρυθμίσεων και ταχύτερη εφαρμογή του μνημονίου

Διπλό μήνυμα για συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και ταχύτερη εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής έστειλαν την Τετάρτη στην κυβέρνηση ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) Κλάους Ρέγκλινγκ και ο αναπληρωτής επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την Ελλάδα Ρίσι Γκογιάλ από το βήμα του συνεδρίου του Economist.

Ο γερμανός επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας ξεκαθάρισε πως για όσο η Ελλάδα εφαρμόζει το πρόγραμμα η ΕΕ θα τη στηρίζει. Αν και δεν αναφέρθηκε στην ανάγκη χορήγησης νέου δανείου προς τη χώρα μας, αποσαφήνισε πως αν η Ελλάδα χρειαστεί και άλλα κεφάλαια ή πρόσθετη βοήθεια, μέχρι να βγει πλήρως στις αγορές, η Ευρώπη θα την παράσχει.

Αναφερόμενος στην αλληλεγγύη των ευρωπαίων εταίρων της Ελλάδας είπε πως ο EFSF έχει μέσα σε 3,5 χρόνια στηρίξει τη χώρα με δάνεια 140 δισ. ευρώ με πολύ χαμηλό κόστος. Ξεκαθάρισε δε πως θα πρέπει να συνεχισθούν οι προσπάθειες προσαρμογής της χώρας τόσο σε επίπεδο δημοσιονομικό όσο και στο σκέλος των μεταρρυθμίσεων.

Στο ίδιο πλαίσιο ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ Ρίσι Γκογιάλ ανέφερε πως αν και η ελληνική κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις και τις αλλαγές στην αγορά εργασίας, αλλά και να προβεί στο άνοιγμα των υπηρεσιών, για να αποφευχθούν επώδυνες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις απαιτούνται διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και ειδικά περιορισμός της φοροδιαφυγής.

Ο ίδιος έκανε εκτενείς αναφορές στις τράπεζες, προειδοποιώντας ότι θα υπάρξει πρόβλημα εάν δεν καταφέρουν να βελτιώσουν τους ισολογισμούς τους. Ο κ. Γκογιάλ εξέφρασε την ανησυχία του, υπογραμμίζοντας ότι χρειάζεται «η ρευστότητα στις τράπεζες για να μπορέσουν να βοήσουν την επιχειρηματικότητα» και πρόσθεσε ότι «η Ελλάδα έχει μπει σε μία κατάσταση, κατά την οποία οι τράπεζες δεν μπορούν να δώσουν ρευστότητα και υπάρχουν πολλά δάνεια που δεν εξυπηρετούνται».

Αν και διευκρίνισε ότι δεν υπάρχει οξύ πρόβλημα και υπάρχει σταθερότητα, επισημαίνοντας ότι «οι τράπεζες έχουν επαρκή κεφάλαια», έσπευσε να διευκρινίσει πως εάν το πρόβλημα των κακών ισολογισμών συνεχιστεί, αυτό θα έχει επίπτωση και στην ανάπτυξη. «Εάν αντιμετωπιστεί το θέμα των ‘κόκκινων δανείων’, τότε δεν θα υπάρχει κανένα πρόβλημα» κατέληξε.

Σύμφωνα με τον ίδιο, «το ΔΝΤ παραμένει αφοσιωμένο στη συνέχιση του προγράμματος της Ελλάδας και σε όσα έχει δεσμευτεί».