Ο κ. Αντώνιος Παπαμάλαμας ερωτά:

«Το 2005 αγόρασα ένα αυτοκίνητο από αντιπροσωπεία αυτοκινήτων στην Ιταλία και το κυκλοφορούσα με διπλωματικές ιταλικές πινακίδες στο όνομά μου. Το 2007 επέστρεψα στην Ελλάδα, εκτελώνισα το αυτοκίνητό μου και έβαλα ελληνικές πινακίδες κυκλοφορίας. Σύμφωνα με τις οδηγίες του υπουργείου Οικονομικών η παλαιότητα του αυτοκινήτου υπολογίζεται από την ημέρα εισαγωγής του στην Ελλάδα. Πιστεύω ότι αυτό δεν είναι σωστό, αλλά δεν μπορώ να βρω το δίκιο μου, περιμένω τη συμβουλή σας».

Απάντηση:
Με ρητή διάταξη που αναφέρεται στο άρθρο 16 του ΚΦΕ έχει ορισθεί ότι η παλαιότητα του ΙΧ επιβατικού αυτοκινήτου μετρά από την ημέρα της πρώτης κυκλοφορίας του στην Ελλάδα. Με το πολυνομοσχέδιο που κατατέθηκε προχθές στη Βουλή αίρεται αυτή η αδικία καθώς η διάταξη αυτή ήταν κατά την άποψη της στήλης εντελώς παράλογη και έπρεπε να αποσυρθεί αφού ζούμε στην Ενωμένη Ευρώπη.
Ελεγχος δηλώσεων και ΦΜΑΠ
Ο κ. Δημήτριος Μαγκατσάς ερωτά:
«Παρακάτω αποστέλλω το ερώτημα όπως το έθεσα στη ΓΓΠΣ και στην τοπική ΔΟΥ, αλλά θα ήθελα και τη δική σας γνώμη. Σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 37 του Ν. 4141/2013 και το φύλλο Γνωστοποίησης Ελέγχου Φορολογίας Κεφαλαίου, που μου επιδόθηκε με αρ. πρωτ. 52280/30.12.2013 από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων και τη ΔΟΥ Κατερίνης, παρατείνεται για ακόμη 2 έτη η δυνατότητα ελέγχου μου της φορολογίας κεφαλαίου. Εξαιτίας του παραπάνω γεγονότος και της πιθανής εκτέλεσης ελέγχου από τη ΔΟΥ, ανέτρεξα στο αρχείο μου των Δηλώσεων Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (ΦΜΑΠ) προηγουμένων ετών που είχα υποβάλει εμπρόθεσμα στην Α’ ΔΟΥ Κατερίνης από το έτος 2000 έως το έτος 2007 και εκτέλεσα επανέλεγχο των δηλώσεων. Διαπίστωσα ότι υπάρχουν λάθη στον υπολογισμό της αξίας των ακινήτων και του αντίστοιχου φόρου (ειδικότερα στη στήλη 25 του εντύπου των δηλώσεων ΦΜΑΠ) οφειλόμενες στην πληθώρα επιλογών ειδικών συντελεστών (π.χ. συντελεστές παλαιότητας, ορόφου, επιφανείας, εμπορικότητας κ.λπ.) και τα οποία λάθη άλλοτε προκαλούν μεγαλύτερη και άλλοτε μικρότερη φορολόγηση ανά έτος. Δηλαδή οι αξίες από τα ανωτέρω αναφερόμενα λάθη που δεν εντοπίστηκαν κατά τον χρόνο υποβολής των δηλώσεων από τον αρμόδιο υπάλληλο που εκτέλεσε τον έλεγχο, είναι ανά έτος άλλοτε θετικές (χρεωστικές για εμένα) και άλλοτε αρνητικές (πιστωτικές για εμένα). Τα ερωτήματά μου είναι:

Α. Εάν η διόρθωση των λαθών στον υπολογισμό των αξιών των ακινήτων δύναται να γίνει με συμψηφισμό και διόρθωση αυτών επί των ήδη υποβληθέντων εντύπων ανά έτος.

Β. Εάν υπάρχει η δυνατότητα υποβολής για κάθε έτος τροποποιητικών δηλώσεων ΦΜΑΠ με τις σωστές και διορθωμένες αξίες των ακινήτων και εάν υφίσταται πρόστιμο για την υποβολή τροποποιητικής».

Απάντηση:
Η δήλωση Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας Ν. 2459/1997 συντασσόταν και υποβαλλόταν στην αρμόδια ΔΟΥ από τον υπόχρεο σε φόρο πολίτη. Η φορολογητέα αξία των ακινήτων προσδιορίζεται με ευθύνη του φορολογουμένου με βάση τις διατάξεις του άρθρου 3 του Νόμου 1521/1950, καθώς και με τις διατάξεις του άρθρου 41 και 41Α. Συνεπώς αν έγιναν λάθη στον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των ακινήτων με τη χρήση λανθασμένων συντελεστών αυξομείωσης έγιναν με δική σας ευθύνη διότι οι συντελεστές αυξομείωσης είναι συγκεκριμένοι για κάθε κατηγορία ακινήτου.
Και στη φορολογία της ακίνητης περιουσίας έχει εφαρμογή η αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων. Δεν μπορεί να γίνει συμψηφισμός της φορολογητέας αξίας των ακινήτων ενός έτους με τη φορολογητέα αξία ενός άλλου έτους.
Στις διατάξεις του Ν. 2459/1997 δεν αναφέρεται αν ο φορολογούμενος έχει τη δυνατότητα να υποβάλει τροποποιητική δήλωση. Προφανώς ισχύουν οι διατάξεις που εφαρμόζονται στη φορολογία εισοδήματος.
Τεκμήριο βιωσιμότητας


Ο κ. Μιχαήλ Χαλκιαδάκης ερωτά:
«1) Η κόρη μου αμείβεται και κόβει Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών (ΔΠΥ) κάθε μήνα που πληρώνεται και που θεωρείται μισθωτός διότι συνεργάζεται με έναν εργοδότη και έχει έγγραφη σύμβαση με τον δημόσιο τομέα.

Η ερώτηση είναι εάν πρέπει να πληρώσει τέλος επιτηδεύματος εφόσον θεωρείται μισθωτός και φορολογείται ως οι μισθωτοί και όχι ως ελεύθερος επαγγελματίας.

2) Μόνιμος κάτοικος εξωτερικού που έχει ακίνητο κενό στην Ελλάδα χωρίς εισοδήματα, πρέπει να υποβάλει φορολογική δήλωση στην Ελλάδα επειδή έχει θερινή κατοικία;».

Απάντηση:

1. Σε ορισμένη κατηγορία επιτηδευματιών δόθηκε η δυνατότητα με ορισμένες προϋποθέσεις να φορολογούνται με την κλίμακα φόρου μισθωτών – συνταξιούχων χωρίς να χάνουν την επαγγελματική τους ιδιότητα. Το τέλος επιτηδεύματος αποτελεί μια ειδική φορολογία, η οποία για δημοσιονομικούς λόγους έχει επιβληθεί σε όλους όσοι χρησιμοποιούν για την είσπραξη της αμοιβής τους ΔΠΧ, ανεξάρτητα από τον τρόπο φορολογίας τους.

2. Οι κάτοικοι εξωτερικού εφόσον δεν αποκτούν εισόδημα από πηγή που βρίσκεται στην Ελλάδα δεν έχουν υποχρέωση να υποβάλουν δήλωση.
Στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 61 του ΚΦΕ ορίζεται ωστόσο ότι υπόχρεοι υποβολής δήλωσης είναι όσοι δηλώνουν κάτοικοι εξωτερικού για το εισόδημα που προκύπτει στην Ελλάδα ή υπάγονται στις διατάξεις των άρθρων 16 και 17 του ΚΦΕ, υπάγονται δηλαδή στις αντικειμενικές δαπάνες ή στις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, ανεξάρτητα αν εμπίπτουν στην απαλλαγή της περίπτωσης ή του άρθρου 18 του ΚΦΕ, σύμφωνα με την οποία οι κάτοικοι εξωτερικού που δεν αποκτούν εισόδημα από πηγή που βρίσκεται στην Ελλάδα δεν υπάγονται στις αντικειμενικές δαπάνες και στις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων. Νομοθετικός τραγέλαφος.
Ωστόσο με βάση τη διάταξη που προαναφέρθηκε, επειδή έχει κατοικία στην Ελλάδα θα πρέπει να υποβάλει φορολογική δήλωση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ