Στη διάρκεια των τελευταίων οκτώ ετών η Τσακίρης ΑΒΕΕ, η παλαιότερη και η μοναδική ελληνική βιομηχανία σνακς, κατόρθωσε να διπλασιάσει τις πωλήσεις της. Και μάλιστα τα πέντε εξ αυτών είναι η περίοδος της ύφεσης, οι συνέπειες της οποίας έχουν αλλάξει άρδην την κατάσταση στην αγορά –π.χ. ο χάρτης των μικρών σημείων πώλησης που είναι το βασικό δίκτυο διανομής των σνακς έχει αλλάξει δραματικά. Ωστόσο η εταιρεία δεν βελτίωσε μόνο τις πωλήσεις της, αλλά και τα μερίδιά της.

Το 2014 η εταιρεία θα κλείσει τα 60 της χρόνια. Δημιούργημα ενός ανθρώπου, του κ. Γιώργου Τσακίρη, ο οποίος συνεχίζει ακόμη και σήμερα σε προχωρημένη ηλικία, παρά το γεγονός ότι η εταιρεία εδώ και χρόνια έχει αλλάξει χέρια και ανήκει πλέον στον όμιλο της Coca-Cola Τρία Εψιλον, επισκέπτεται καθημερινά το γραφείο του και συνεχίζει να δηλώνει «πωλητής».
Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι σήμερα η Τσακίρης ΑΒΕΕ αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη εταιρεία σνακς πατάτας στην ελληνική αγορά. Αξιοποιώντας την ελληνικότητά της, καθώς και την ελληνικότητα των πρώτων υλών που χρησιμοποιεί, όπως και την παραγωγή νέων προϊόντων, έχει κατορθώσει να κερδίσει σημαντικό μέρος των καταναλωτών, που επιθυμούν να στηρίζουν ελληνικές επιχειρήσεις.
Στη διάρκεια του 2012 οι πωλήσεις της εταιρείας ανήλθαν στα 15,3 εκατ. ευρώ, έναντι 13,7 εκατ. ευρώ το 2011, σημειώνοντας αύξηση κατά 10,9%. Παράλληλα τα μεικτά κέρδη της διαμορφώθηκαν στα 3,4 εκατ. ευρώ έναντι 3,02 εκατ. ευρώ το 2011, ενώ τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων ανήλθαν στα 582.000 ευρώ, έναντι 416.000 ευρώ το 2011. Αντιστοίχως κινήθηκαν και τα μερίδιά της στην αγορά.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Nielsen, στην κατηγορία των τσιπς το μερίδιο της Τσακίρης ανήλθε στο 14,8%στο πρώτο εξάμηνο του 2013 από 13,7% που ήταν στο πρώτο εξάμηνο του 2012. Στη διάρκεια του 2012 το μερίδιο της Τσακίρης στην κατηγορία των τσιπς ανήλθε στο 14% έναντι 13,1% το 2011.
Οπως επισημαίνει ο κ. Γιάννης Αθανασιάδης, γενικός διευθυντής της εταιρείας, μιλώντας στο «Βήμα», «στρατηγική μας επιλογή είναι να προσφέρουμε στους έλληνες καταναλωτές ποιοτικά προϊόντα, με ελληνική ταυτότητα και σε προσιτές τιμές». Και προσθέτει ότι «η ανοδική πορεία που καταγράφουμε στην ελληνική αγορά επιβεβαιώνει την ορθότητα της στρατηγικής που εφαρμόζουμε».
Ετσι, συμπληρώνει ο κ. Αθανασιάδης, «σήμερα, παρά τη δυσμενή συγκυρία, η εταιρεία συνεχίζει να αναπτύσσεται και να επενδύει στην καινοτομία και στην τεχνολογία, ώστε να ανταποκρινόμαστε στις επιθυμίες των καταναλωτών. Παράλληλα, βασικός άξονας της επιχειρηματικής στρατηγικής μας είναι και η ενίσχυση της συνεργασίας μας με τοπικούς έλληνες παραγωγούς για τη δημιουργία νέων προϊόντων».
Οπως επισημαίνουν στελέχη της εταιρείας, η στρατηγική που ακολουθεί βασίζεται σε τρεις βασικούς πυλώνες. Κατ’ αρχάς στην «ενίσχυση της ελληνικότητας της μάρκας μέσα από την ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων με έμπνευση από περιοχές της χώρας και σε συνεργασία με ελληνικούς συνεταιρισμούς». Ακολούθως στη «μεγάλη αναγνωρισιμότητα των προϊόντων μέσα από την ανανέωση της εικόνας του προϊόντος, το οποίο εξελίσσεται και έχει μια σύγχρονη και απολαυστική εικόνα». Και τέλος στην «αναγνώριση και ανταπόκριση των ιδιαίτερων συνθηκών που αντιμετωπίζουν τα ελληνικά νοικοκυριά προσφέροντας στον καταναλωτή τον συνδυασμό ποιότητας και τιμής». Σε αυτό το πλαίσιο εφέτος η εταιρεία ενίσχυσε τις προωθητικές της ενέργειες στην αγορά.

«Προϊόν της χρονιάς 2013»

Εν τω μεταξύ αξιοποιώντας τη συνεργασία της με ελληνικούς συνεταιρισμούς παραγωγών προχώρησε στην παραγωγή μιας ξεχωριστής σειράς προϊόντων με γεύσεις από διαφορετικές περιοχές, με τη γενική επωνυμία «Γεύσεις από Ελλάδα» –πρόκειται για πέντε γεύσεις: Μυρωδικά του Αιγαίου, Θαλασσινό Αλάτι Μυτιλήνης, Γραβιέρα Κρήτης και τις νέες γεύσεις Πιπεριές Φλωρίνης και Tοματάκι Σαντορίνης.
Ετσι, δεν είναι τυχαία η ανάδειξη της σειράς σε «Προϊόν της χρονιάς 2013», όπου έλαβε τα υψηλότερα ποσοστά γευστικής ικανοποίησης, αγοράς και σύστασης προϊόντος, για την κατηγορία των σνακς, σε έρευνα ικανοποίησης με δείγμα 3.000 ατόμων. Εξίσου σημαντικό είναι και το βραβείο ανώτερης γεύσης που απέσπασε το 2012 η σειρά «Γεύσεις από Ελλάδα» από το International Taste & Quality Institute που αποτελεί μια μοναδική αναγνώριση της ποιότητας των προϊόντων της Τσακίρης ΑΒΕΕ από μεγάλους σεφ και γευσιγνώστες σε διεθνές επίπεδο.
Το εργοστάσιο της εταιρείας –βρίσκεται στην Αταλάντη της Φθιώτιδας –διαθέτει εγκαταστάσεις 25.000 τ.μ., όπου και παράγονται όλα της τα προϊόντα. Η εταιρεία αναβαθμίζει συνεχώς το εργοστάσιο, τόσο σε επίπεδο ποιότητας όσο και λειτουργικότητας, αλλά και σε επίπεδο περιβαλλοντικών επιδόσεων (βιολογικός καθαρισμός των υγρών αποβλήτων, επεξεργασία αμύλου από τον καθαρισμό της πατάτας για χρήση του στη χαρτοβιομηχανία, ανακύκλωση όλων των ανακυκλώσιμων υλικών που καταναλώνονται). Εφέτος η Τσακίρης επένδυσε περί τις 500.000 ευρώ για να επεκτείνει την αποθήκη του εργοστασίου και να υλοποιεί αντίστροφη ώσμωση για τα νερά της γεώτρησης, ενώ απασχολεί συνολικά 85 άτομα.
Αφετηρία το 1954 σε ένα υπόγειο της Λένορμαν
Ο κ. Γ. Τσακίρης παρήγε πατατοτσίπς και τα πωλούσε σε σινεμά και ζαχαροπλαστεία του Κολωνακίου

Η ιστορία της εταιρείας Τσακίρης ΑΒΕΕ ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του 1950, όταν ακόμη τα τσιπς ήταν ντελικατέσεν και απευθύνονταν σε μια μικρή κατηγορία εύπορων καταναλωτών, που ήταν συγκεντρωμένοι κυρίως στην περιοχή του Κολωνακίου. Ολα λοιπόν άρχισαν το 1954, όταν ο κ. Γ. Τσακίρης αρχίζει να παράγει πατατοτσίπς στο υπόγειο του σπιτιού του, ή μάλλον του δωματίου όπου έμενε, διαστάσεων 2Χ3 μ., στη συμβολή των οδών Κωνσταντινουπόλεως και Λένορμαν, στην Αθήνα. Και ο εξοπλισμός του αποτελείται από απλές, καθημερινές συσκευές. Το κόψιμο της πατάτας γίνεται χειρωνακτικά με κοπίδι-λεπίδα που κόβει το λάχανο σαλάτα. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο κοπίδι έχει πλέον αποκτήσει συλλεκτική αξία και φυλάσσεται στην εταιρεία θυμίζοντας την αφετηρία της διαδρομής. Σε μια μικρή φριτέζα τηγανίζονται τα τσιπς χρησιμοποιώντας ως καύσιμο υλικό το κάρβουνο. Το προϊόν συσκευάζεται με το χέρι σε διαφανείς νάιλον σακούλες με πρώτο πελάτη το ζαχαροπλαστείο «Ελληνικόν» στο Κολωνάκι. Και φυσικά η διανομή γίνεται από τον ίδιο τον Γ. Τσακίρη.
Τη διανομή φυσικά για αρκετά χρόνια την έκανε μόνος του, στην αρχή με τα πόδια και μετά με το ποδήλατο. Προνομιακός χώρος του ήταν τα κοντινά θερινά σινεμά και ζαχαροπλαστεία. Μετά το 1960 αγοράζει ηλεκτρονικό δίσκο με δύο μαχαίρια για την κοπή της πατάτας σε φιλέτα, τηγανίζει σε μεγαλύτερη φριτέζα χρησιμοποιώντας καυστήρα πετρελαίου και συνεχίζει να συσκευάζει το προϊόν. Τότε αναγκάζεται να μεταφέρει το εργοστάσιο παραγωγής του από τον χώρο κατοικίας του σε μεγαλύτερο ισόγειο χώρο (διαστάσεων 4Χ4 μ.) στην οδό Γιατράκου στο Μεταξουργείο. Η οικοτεχνία έγινε μια μικρή βιοτεχνία και η διανομή γίνεται με δίκυκλο μοτοποδήλατο και τελικά με τρίκυκλη μοτοσικλέτα.
Μετά το 1966 οι πωλήσεις έχουν πλέον αυξηθεί και μεταφέρει και πάλι το εργαστήριο παραγωγής του από το Μεταξουργείο στη συμβολή των οδών Αγησιλάου και Ιεράς οδού στο Γκάζι, σε μια μικρή εργοστασιακή μονάδα. Πρόκειται για την πρώτη μεγάλη μονάδα με μηχανήματα τόσο για την παραγωγή όσο και για τη συσκευασία των προϊόντων. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 η επιχείρηση αλλάζει και πάλι εγκαταστάσεις. Τότε δημιουργείται η πρώτη μεγάλη μονάδα παραγωγής τσιπς στην περιοχή του Ταύρου, στην Αττική, και ο κ. Τσακίρης αγοράζει την πρώτη ημιαυτόματη φριτέζα συνεχούς τηγανίσματος.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’90, το 1997, δημιουργείται η σύγχρονη μονάδα παραγωγής στην Αταλάντη, με συνολική δυναμικότητα 750 κιλών ανά ώρα, και η ποιότητα πλέον διασφαλίζεται με το σύστημα HACCP.
Τα πράγματα όμως στην αγορά έχουν αλλάξει. Η επένδυση τελικά της Αταλάντης ήταν πολύ μεγάλη για να την αντέξει η επιχείρηση. Από την άλλη πλευρά, ο ανταγωνισμός έχει ενταθεί. Και το 1999 η οικογένεια Τσακίρη αναγκάζεται να πουλήσει το 69% της Τσακίρης ΑΒΕΕ στον όμιλο Plias, ενώ τον Ιανουάριο του 2002 μεταβιβάζει και το υπόλοιπο 31%. Τον Ιανουάριο του 2004 η Τσακίρης ΑΒΕΕ εξαγοράζεται από την Coca-Cola 3Ε, μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες της ελληνικής αγοράς.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ