Τις πολύ μεγάλες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε ό,τι αφορά την πρόσβασή τους στον τραπεζικό δανεισμό, επιβεβαιώνουν τα στοιχεία της ΕΚΤ για το εξάμηνο Οκτωβρίου-Μαρτίου.

Συγκεκριμένα, το καθαρό ποσοστό των ελληνικών ΜμΕ που ανέφερε ότι επιδεινώθηκε η διαθεσιμότητα τραπεζικών δανείων διαμορφώθηκε σε 40% από 53% το προηγούμενο εξάμηνο κ;αι είναι το μεγαλύτερο στην ευρωζώνη.

Το αντίστοιχο ποσοστό των πορτογαλικών ΜμΕ μειώθηκε στο 32% από 42%, των ιταλικών στο 7% από 27%, των ιρλανδικών στο 22% από 35% και των ισπανικών στο 17% από 30%. Οι γερμανικές ΜμΕ ήταν οι μόνες που κατέγραψαν βελτίωση στην πρόσβασή τους σε τραπεζικό δανεισμό, με ποσοστό 7% από 1%.

Το 65% των μικρομεσαίων της ευρωζώνης δήλωσαν ότι πέτυχαν να λάβουν το πλήρες ποσό της αίτησης που υπέβαλαν για δάνειο, ποσοστό που είναι κοντά στο επίπεδο του δεύτερου εξαμήνου του 2010 (66%).

Αντίθετα, το 11% ανέφεραν ότι απορρίφθηκε η αίτησή του και το 15% ότι έλαβαν ένα μικρότερο ποσό από αυτό που ζήτησαν.

Τη μεγαλύτερη επιτυχία (για το σύνολο του ποσού που ζήτησαν) είχαν οι γερμανικές ΜμΕ (85%) και οι φιλανδικές (79%), ενώ αντίθετα οι ελληνικές είχαν το μικρότερο ποσοστό (25%), ακολουθούμενες από τις ιρλανδικές (32%).

Το 31% των ελληνικών μικρομεσαίων είδε το αίτημά τους να απορρίπτεται πλήρως από τις τράπεζες, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό ήταν μηδενικό στην Αυστρία και μόλις 3% στη Γερμανία.

Το ποσοστό των ΜμΕ που υπέβαλαν αίτηση για τραπεζικό δάνειο ήταν υψηλότερο στη Γαλλία (28%), στην Ισπανία (27%) και στη Γερμανία (26%), ενώ ήταν χαμηλότερο στην Ολλανδία (12%), στην Ιρλανδία (14%) και στην Πορτογαλία (15%). Πάνω από τις μισές ΜμΕ της Γερμανίας, της Αυστρίας και της Φινλανδίας ανέφεραν ότι δεν προσέφυγαν σε δανεισμό, καθώς είχαν επαρκή εσωτερικά κεφάλαια.

Αντίθετα, το ποσοστό των μικρομεσαίων που δεν υπέβαλαν αίτημα για δανεισμό, επειδή είχαν αρκετά δικά τους κεφάλαια, ήταν σημαντικά χαμηλότερο στην Ελλάδα (24%) και στην Πορτογαλία (35%).