Δυο μεγάλες γαλλικές τράπεζες, η BNP Paribas και η Crédit Agricole, διευκόλυναν τη δημιουργία πολυάριθμων εταιρειών offshore για λογαριασμό πελατών τους – ανάμεσά τους και Ελληνες – που αναζητούσαν μυστικότητα και ελαφρύτερη φορολογία στις βρετανικές Παρθένες Νήσους, στις νήσους Σαμόα ή στη Σιγκαπούρη από το τέλος της δεκαετίας του ’90 και καθ’ όλη τη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας. Αυτό αποκάλυψε η Διεθνής Κοινοπραξία Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (ICIJ) και δημοσίευσε η εφημερίδα «Le Monde».
Αν και οι τράπεζες διατείνονται ότι οι παράκτιες εταιρείες αφορούν αποκλειστικά μη ευρωπαίους πελάτες τους, τα στοιχεία που έφερε στο φως η έρευνα τις διαψεύδουν. Για παράδειγμα, οι ιδιοκτήτες της offshore Muju International Limited – την οποία έστησε στις βρετανικές Παρθένες Νήσους το τμήμα private banking του υποκαταστήματος της BNP Paribas στη Σιγκαπούρη – είναι οι Γιώργος Μακρυμίχαλος και Δημήτρης Χαριτάτος, αμφότεροι κάτοικοι Ελλάδας.

Ο Χαριτάτος είναι γιος της Κατερίνας Δρακοπούλου-Χαριτάτου και εγγονός του εφοπλιστή Γιώργου Δρακόπουλου, πρώην ιδιοκτήτη της Empros Lines, ο οποίος πέθανε το 2008. Σημερινοί ιδιοκτήτες της Empros Lines είναι οι κκ. Μακρυμίχαλος και Χαριτάτος.

Η BNP Paribas, μέσω των υποκαταστημάτων της στη Σιγκαπούρη και στο Χονγκ Κονγκ, και η Crédit Agricole μέσω της θυγατρικής της με έδρα τη Γενεύη της Ελβετίας, και με τη βοήθεια της Portcullis TrustNet που ειδικεύεται στη δημιουργία quick companies – δηλαδή εταιρειών που στήνονται σε λιγότερες από 48 ώρες -, λειτουργούσαν για λογαριασμό πλούσιων πελατών τους.
Το στήσιμο τέτοιων εταιρειών αγγλοσαξονικού δικαίου δεν είναι από μόνο του παράνομο εφόσον δεν πραγματοποιείται σε χώρες όπου απαγορεύονται οι εταιρείες αυτές, όπως η Γαλλία. Αλλά αυτή η δραστηριότητα κινείται στην κόψη του ξυραφιού της νομιμότητας. Ειδικοί στον αγώνα κατά της διεθνούς φοροδιαφυγής προειδοποιούν τις τράπεζες ότι κινδυνεύουν σοβαρά να θεωρηθούν συνένοχες σε φοροδιαφυγή και ξέπλυμα χρημάτων.
Συμμετέχοντας ενεργά στη δημιουργία παράκτιων εταιρειών, οι γαλλικές τράπεζες συνέβαλαν στη διεθνή χρηματοοικονομική αδιαφάνεια – πρακτική που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις αρχές που υποστηρίζουν δημοσίως ότι ακολουθούν.

Για παράδειγμα, ο Μποντουέν Προ, πρόεδρος του ομίλου BNP Paribas, είχε δηλώσει πέρυσι τον Απρίλιο προς την επιτροπή της γαλλικής Γερουσίας που ερευνούσε την φοροδιαφυγή: «Για εμάς δεν υπάρχουν συμβιβασμοί στον τομέα αυτό. Θέλουμε να αποτελούμε υπόδειγμα».

Πριν από δύο μήνες, στη συνάντηση των προέδρων των μεγαλύτερων τραπεζών με γάλλους βουλευτές με την ευκαιρία της κατάρτισης νομοσχεδίου για την ρύθμιση και τον διαχωρισμό των τραπεζικών δραστηριοτήτων, οι τραπεζίτες είχαν δηλώσει εν χορώ ότι οι δραστηριότητές τους στους φορολογικούς παραδείσους ήταν περιθωριακές και αφορούσαν την χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας – για παράδειγμα, τη χρηματοδότηση πλοίων ή αεροσκαφών.
Σύμφωνα με τις αποκαλύψεις η BNP Paribas έστησε 56 international business companies – δηλαδή εταιρείες που δεν φορολογούνται αρκεί να μην δραστηριοποιούνται στον φορολογικό παράδεισο όπου βρίσκεται η έδρα τους – μέσω των υποκαταστημάτων της στο Τζέρσεϊ, στην Ασία (Σιγκαπούρη, Χονγκ Κονγκ και Ταϊβάν), στις βρετανικές Παρθένες Νήσους, στις Νήσους Σαμόα και στις Σεϋχέλλες.

Η Crédit Agricole έστησε 36 παράκτιες εταιρείες μέσω της ελβετικής θυγατρικής της, Crédit Agricole Suisse SA, και των υποκαταστημάτων της στο Χονγκ Κονγκ και στη Σιγκαπούρη.