Με επιπλέον 500.000 τουρίστες, ένα δισ. ευρώ στο ΑΕΠ και 50.000 νέες θέσεις εργασίας, μπορεί να συμβάλλει η ελληνική γαστρονομία, τόσο μέσω συνεργασιών του τουριστικού και του επισιτιστικού κλάδου όσο και μέσω της αξιοποίησης των εξαγώγιμων επώνυμων προϊόντων, αναβαθμίζοντας παράλληλα εγχώριο τουριστικό προϊόν.

Αυτό ήταν το συμπέρασμα της εκδήλωσης του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) «Γαστροτουρισμός: Τροφή για Ανάπτυξη», στο πλαίσιο της 8ης έκθεσης HORECA, την Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου. Σκοπός της εκδήλωσης ήταν η ανάδειξη της σημασίας της καμπάνιας ανεύρεσης οικονομικών πόρων για την υλοποίηση του έργου «Η Γαστρονομία στο Μάρκετινγκ του Ελληνικού Τουρισμού», η οποία θα «τρέχει» έως τα τέλη Φεβρουαρίου.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης συνεδρίας αναλύθηκαν καλές πρακτικές συνεργασίας του τουριστικού και του επισιτιστικού κλάδου, ενώ επισημάνθηκε ότι ο ελληνικός τουρισμός είναι σε θέση να ωθήσει τον πρωτογενή τομέα προς την παραγωγή ποιοτικότερων προϊόντων, τα οποία θα προβάλλονται και θα προωθούνται μέσω των ξενοδοχείων. Κατά τη δεύτερη συνεδρία υπογραμμίστηκε ότι τα επώνυμα ελληνικά προϊόντα έχουν δυναμική προβολή στις διεθνείς αγορές και παρατηρείται διαρκώς αυξανόμενο ενδιαφέρον από το ξένο εν δυνάμει τουριστικό κοινό. Γι’ αυτό τα ελληνικά σημεία εστίασης στο εξωτερικό θα πρέπει άμεσα να βελτιωθούν και να αρχίσουν να χρησιμοποιούν ποιοτικές πρώτες ύλες.
Κοινή πεποίθηση ήταν η ανάγκη για να υλοποιούνται περισσότερες συνέργειες ανάμεσα στις εταιρείες και να ενισχυθεί η προβολή των ελληνικών τοπικών προϊόντων στα ξενοδοχεία κάθε περιοχής, δίνοντας μεγάλη σημασία στις τοπικές κουζίνες, ώστε οι τουρίστες να αποκτούν γαστρονομικές προσλαμβάνουσες, τις οποίες στη συνέχεια θα αξιοποιούν στις χώρες τους. Απαραίτητος είναι ωστόσο ο περιορισμός της γραφειοκρατίας με παράλληλη ενίσχυση της υγιούς επιχειρηματικότητας.