Με αποικιοκρατικό τρόπο επιχειρείται η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, η οποία αντί να στηρίζει την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, δημιουργεί συνθήκες που οδηγούν στον αφελληνισμό του εγχώριου τραπεζικού συστήματος και στην επιδείνωση της ύφεσης. Από τη μια, οι όροι τους οποίους επιβάλλει η τρόικα απομακρύνουν τους υφιστάμενους μετόχους και διευκολύνουν την έλευση μεγάλων ευρωπαϊκών ομίλων και από την άλλη, η τοποθέτηση κοινοτικών επιτρόπων απειλεί με πτώχευση τις περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις και μεταφέρει στο εξωτερικό τα κέντρα λήψης αποφάσεων. Ετσι, δημιουργούνται η αίσθηση και η εντύπωση ότι η τρόικα επιχειρεί να κάνει μπίζνες με το ελληνικό δράμα.
Οπως επισημαίνουν τραπεζικοί κύκλοι «το τραπεζικό σύστημα είναι το κυκλοφορικό σύστημα της οικονομίας. Οποιος το ελέγχει, ελέγχει τη δυναμική, τους φορείς και την κατεύθυνση της ανάπτυξης για τις επόμενες δεκαετίες». Είναι προφανές ότι οι όροι που επιβάλλουν οι δανειστές μας δεν αφορούν μόνο τον έλεγχο των τραπεζών αλλά και των ελληνικών επιχειρήσεων που έχουν δανειοδοτηθεί από το τραπεζικό σύστημα και στην ουσία ελέγχονται από αυτό. Οι περισσότερες επιχειρήσεις κρατιούνται στη ζωή χάρη στις συνεχείς ρυθμίσεις των δανείων τους και τη λιγοστή χρηματοδότηση που τους παρέχουν σήμερα οι τράπεζες. Αν οι τράπεζες τους τραβήξουν το χαλί, εφαρμόζοντας αυστηρά τραπεζικά κριτήρια όπως προβλέπει η τοποθέτηση επιτρόπων με πρωτοφανείς εξουσίες που υπερβαίνουν ακόμα και αυτές του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιώργου Προβόπουλου, μοιραία θα οδηγηθούν σε πτώχευση.
Τραπεζικές πηγές εκτιμούν ότι 9 στις 10 ελληνικές επιχειρήσεις μπορεί να αντιμετωπίσουν την απειλή της πτώχευσης στους επόμενους 6 μήνες. Πράγμα που σημαίνει ότι θα υπάρξουν ανακατατάξεις σε όλους τους επιχειρηματικούς τομείς, επιχειρήσεις θα αλλάξουν χέρια, θα διευκολυνθεί η δράση επενδυτικών κεφαλαίων που αγοράζουν αντί πινακίου φακής τον έλεγχο εταιρειών από τις τράπεζες, των επονομαζόμενων distress funds και θα δημιουργηθεί χώρος για την έλευση ξένων εταιρειών στην ελληνική αγορά. Με άλλα λόγια, η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών δημιουργεί βάση ανακατανομής του πλούτου στην Ελλάδα, όχι σε επίπεδο τάξεων αλλά μεταφοράς πλούτου σε ξένους.
«Δεν μπορούμε να βλέπουμε μόνο τα EBITA και άλλους χρηματοοικονομικούς δείκτες για να στηρίξουμε μια επιχείρηση όταν γνωρίζουμε ότι τα θεμελιώδη στοιχεία της είναι ισχυρά και ότι αντιμετωπίζει δυσκολίες επειδή έχει πέσει ο τζίρος εξαιτίας της ύφεσης. Μπορούμε να κάνουμε υπομονή για 2-3 χρόνια διότι γνωρίζουμε ότι όταν ανακάμψει η οικονομία η επιχείρηση θα επιστρέψει και πάλι σε κέρδη και οι δείκτες της θα βελτιωθούν» αναφέρουν τραπεζικές πηγές. Ηδη αρκετοί επιχειρηματίες έχουν αντιληφθεί το νέο περιβάλλον και προσπαθούν να μειώσουν την έκθεσή τους στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Μάλιστα, όσοι είναι εξωστρεφείς και έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης στις ξένες τράπεζες, το κάνουν ήδη. Για κάποιους και η μεταφορά της έδρας στο εξωτερικό της ΦΑΓΕ και της 3Ε συνδέεται με την εξέλιξη αυτή.
Επιπλέον, πολλοί εκτιμούν ότι ο μηχανισμός των επιτρόπων θα οδηγήσει σε ακαμψίες, στρεβλώσεις και διαφθορά στις τράπεζες, που παραπέμπουν σε άλλες εποχές. «Ουσιαστικά, για τα επόμενα πέντε χρόνια οι ελληνικές τράπεζες είναι πολύ πιθανόν να αδρανοποιηθούν και η λειτουργία τους να επιστρέψει στο καθεστώς της δεκαετίας του ’80, όταν δεν μπορούσε κανείς να κουνήσει ούτε μια πέτρα χωρίς την απόφαση της Επιτροπής Νομισματικών και Πιστωτικών Θεμάτων και η χορήγηση ή η ρύθμιση ενός δανείου απαιτούσε μπαξίσι της τάξεως του 10%» εκτιμούν τραπεζικοί κύκλοι.
Οι επίτροποι θα έχουν δικαίωμα να παρεμβαίνουν σε όλα τα επίπεδα λειτουργίας και κυρίως σε εκείνα που καθορίζουν την πολιτική χορηγήσεων και εξοικονόμησης πόρων.
Αυτό σημαίνει ότι θα ελεγχθούν και πάλι όλα τα δάνεια και οι εγγυήσεις που έχουν δοθεί σε κόμματα, πολιτικά πρόσωπα, συγγενικά πρόσωπα, επιχειρήσεις, δημόσιους οργανισμούς κτλ. Συγκεκριμένα, τίθενται υπό αυστηρό έλεγχο τα δάνεια προς μετόχους, μέλη του διοικητικού συμβουλίου, διευθυντές της τράπεζας αλλά και εργαζομένους, καθώς και αυτά προς συγγενικά πρόσωπα των προαναφερθέντων.
Ακόμη, τα δάνεια προς αυτές τις κατηγορίες δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τον ετήσιο ρυθμό αύξησης των χορηγήσεων της κάθε τράπεζας, ενώ το ύψος των δανείων ορίζεται στο πενταπλάσιο των ετήσιων αποδοχών τους για τα ενυπόθηκα δάνεια ή στο πενταπλάσιο των μηνιαίων αποδοχών τους για τα μη εξασφαλισμένα δάνεια. Επίσης, αυστηρός θα είναι ο έλεγχος για τα δάνεια προς τα πολιτικά κόμματα, όπως και για τα επιχειρηματικά δάνεια, τα οποία θα πρέπει να παρακολουθούνται ξεχωριστά. Στην ίδια κατεύθυνση θα επανεξεταστεί η πολιτική των επιτοκίων καταθέσεων, του ύψους των αμοιβών, αλλά και οι δαπάνες για διαφήμιση.
Επίσης, η πολιτική των αμοιβών θα υπαγορεύεται από τις μακροπρόθεσμες αποδόσεις, ενισχύοντας τη μορφή των μπόνους, σε συνάρτηση με την απόδοση.

Κίνδυνος αφελληνισμού στην οικονομία
Δημιουργούνται συνθήκες μεταφοράς πλούτου και διευκολύνουν την έλευση ευρωπαϊκών ομίλων

Ο τρόπος με τον οποίο προωθείται η ανακεφαλαιοποίηση του συστήματος κρίνεται εντελώς ασύμφορος για τους μετόχους. «Δεν έχει νόημα να βάλει κανείς λεφτά στις τράπεζες σήμερα» επισημαίνουν χρηματιστηριακοί κύκλοι. Οπως εξηγεί ανώτατο στέλεχος διεθνούς επενδυτικής τράπεζας, «λόγω των υψηλών ζημιών των ελληνικών τραπεζών από το «κούρεμα» των ομολόγων, τα ίδια κεφάλαιά τους έχουν καταστεί αρνητικά. Ετσι, ενδεχόμενη συμμετοχή σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου θα οδηγούσε τους επενδυτές άμεσα σε καταγραφή ζημιών, αφού θα χάσουν από την πρώτη ημέρα το μέρος του κεφαλαίου που απαιτείται για να καλυφθούν τα αρνητικά κεφάλαια».
Το θέμα αυτό θα μπορούσε να ξεπεραστεί αν γινόταν αποδεκτή η πρόταση το ευρωπαϊκό ταμείο EFSF να εγγυηθεί, με κάποιον τρόπο, τα ομόλογα που έχουν στο χαρτοφυλάκιό τους οι ελληνικές τράπεζες. Με τον υπουργό Οικονομικών κ. Γιάννη Στουρνάρα να έχει προτεραιότητα την εξασφάλιση της δόσης, ήταν αδύνατον να καμφθεί η άρνηση των δανειστών μας να αποτιμηθούν τα ομόλογα που έχουν οι τράπεζες στην ονομαστική τους αξία και όχι στην τρέχουσα. Με τη στάση τους αυτή όχι μόνο αποκλείουν τη συμμετοχή ιδιωτών στην ανακεφαλαιοποίηση, αλλά επιπλέον επιβαρύνουν κατά περίπου 10 δισ. ευρώ το δημόσιο χρέος.
Από τη στιγμή που οι ιδιώτες μέτοχοι των τραπεζών δεν καλύψουν το 10% της αύξησης που απαιτείται για να διατηρήσουν το μάνατζμεντ, τότε η διοίκηση της τράπεζας θα περάσει στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), το οποίο ελέγχει η τρόικα. Σύμφωνα με το μνημόνιο, η νέα διοίκηση θα πρέπει να εξυγιάνει την τράπεζα και ύστερα από τρία χρόνια να την πωλήσει. Αυτό σημαίνει ότι όλο αυτό το διάστημα, η τράπεζα αντί να παίξει δυναμικά τον ρόλο της για τη χρηματοδότηση και την ανάκαμψη της οικονομίας, θα ασχολείται με την αναδιάρθρωση του ισολογισμού της. Θα κόβει τη χρηματοδότηση σε επιχειρήσεις που με αυστηρά τραπεζικά κριτήρια θα κρίνονται μη βιώσιμες και πουλώντας περιουσιακά στοιχεία στο εσωτερικό ή το εξωτερικό για να εξοικονομήσει κεφάλαια.
Με την παρέλευση της τριετίας, το ΤΧΣ θα ξεκινήσει τη διαδικασία πώλησης της τράπεζας, την οποία θα μπορέσουν να διεκδικήσουν μεγάλοι ευρωπαϊκοί όμιλοι, σε σχετικά χαμηλή τιμή. Για παράδειγμα, η Εθνική, η οποία μετά την απορρόφηση της Eurobank θα αντιπροσωπεύει περίπου το 50% της ελληνικής αγοράς με ενεργητικό της τάξεως των 200 δισ. ευρώ και η οποία θα έχει ανακεφαλαιοποιηθεί με κεφάλαια ύψους 23-25 δισ. ευρώ, που θα έχουν επιβαρύνει ισόποσα το δημόσιο χρέος, θα μπορεί να πωληθεί σε πολύ χαμηλότερη τιμή. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι το μνημόνιο προβλέπει πως το Δημόσιο από τα 50 δισ. ευρώ που θα διαθέσει συνολικά για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος θα πάρει πίσω τα 16 δισ. ευρώ.
Είναι προφανές ότι με τους όρους που γίνεται η ανακεφαλαιοποίηση, ο κίνδυνος αφελληνισμού, όχι μόνο της μεγαλύτερης ελληνικής τράπεζας αλλά και των άλλων τραπεζών, είναι ορατός. Ομως πριν από τον αφελληνισμό των τραπεζών, ανατροπές και ανακατατάξεις αναμένονται και σε επιχειρηματικό επίπεδο μετά την τοποθέτηση κοινοτικών επιτρόπων στις τράπεζες, με τους αποικιοκρατικούς όρους που προβλέπονται στο νέο μνημόνιο.
Οπως εξηγούν τραπεζικές πηγές, η τοποθέτηση επιτρόπου ή επιτροπής εποπτείας (monitoring trustee) στις τράπεζες που δέχονται κρατική βοήθεια είναι πάγια τακτική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Με τον τρόπο αυτόν, η Κομισιόν παρακολουθεί εκ των έσω την εφαρμογή του προγράμματος αναδιάρθρωσης που έχει συμφωνηθεί και με βάση το οποίο χορηγήθηκε η βοήθεια. Ομως στην περίπτωση της Ελλάδας, επισημαίνουν οι ίδιες πηγές, οι πιστωτές «έκαναν το κάτι παραπάνω».
Οχι μόνο τοποθετούν τους επιτρόπους προτού καν υποβληθούν τα προγράμματα αναδιάρθρωσης από τις τράπεζες που θα πάρουν κρατική βοήθεια, αλλά επιπλέον τους δίνουν πρωτοφανείς αρμοδιότητες, οι οποίες σχετίζονται με την καθημερινή λειτουργία των τραπεζών. Ειδικότερα, δάνεια ύψους πάνω από 8-10 εκατ. ευρώ (το ακριβές όριο μένει ακόμα να συμφωνηθεί) δεν θα χορηγούνται αν ο επίτροπος δεν ανάψει το πράσινο φως, ενώ θα μπορεί να ζητεί τη διακοπή της χρηματοδότησης επιχειρήσεων αν κρίνει ότι υπάρχει πρόβλημα βιωσιμότητας με βάση αυστηρά τραπεζικά κριτήρια.
«Οι τράπεζες κάνουν μεγάλη προσπάθεια να κρατήσουν στην επιφάνεια όσες περισσότερες επιχειρήσεις, μικρότερες ή μεγαλύτερες, μπορούν, προχωρώντας διαρκώς σε αναχρηματοδοτήσεις και ρυθμίσεις των δανείων τους. Αν όμως οι ρυθμίσεις αυτές δεν δικαιολογούνται με βάση αμιγώς τραπεζικά κριτήρια, όπως προβλέπει το μνημόνιο, ο επίτροπος θα πρέπει να τα σταματήσει. Αν εφαρμόσουμε τέτοιους κανόνες, θα πάμε όλοι στον πάτο» αναφέρουν ανώτατες τραπεζικές πηγές, οι οποίες επισημαίνουν ότι ελάχιστες ελληνικές επιχειρήσεις είναι σήμερα φερέγγυες με αυστηρά τραπεζικά κριτήρια.
Ελεγχοι σε όλες τις χορηγήσεις
«Τα μάτια και τα αφτιά» της τρόικας στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα

Υπό ασφυκτικό κλοιό θέτουν οι δανειστές της χώρας τις διοικήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων, εν όψει της διοχέτευσης στο σύστημα και της δεύτερης δόσης του πακέτου των 50 δισ. ευρώ, η οποία θα αποτελέσει την «καύσιμη ύλη» για την πλήρη αναδιοργάνωσή του μετά το καταστροφικό, όπως αποδείχθηκε για τον κλάδο, «κούρεμα» του ελληνικού χρέους. Η Ευρώπη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) θέλουν να διασφαλίσουν την εφαρμογή των σχεδίων αναδιάρθρωσης των ελληνικών τραπεζών, τα οποία θα τεθούν σε εφαρμογή αμέσως μετά την ολοκλήρωση του τρέχοντος κύκλου συγχωνεύσεων και της διαδικασίας της ανακεφαλαιοποίησης.
Από τα μέσα του ερχόμενου Ιανουαρίου μόνιμες Επιτροπές Εποπτείας (monitoring trustees), οι οποίες θα αποτελούνται από στελέχη ελεγκτικών / συμβουλευτικών εταιρειών, θα εγκατασταθούν, έπειτα από έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε όλες τις τράπεζες. Οι ομάδες αυτές θα είναι πανίσχυρες. Θα ελέγχουν τους μάνατζερ και θα διαθέτουν μόνιμη πρόσβαση στα πρακτικά των διοικητικών συμβουλίων, των εκτελεστικών και άλλων σημαντικών επιτροπών που ασχολούνται με θέματα όπως η διαχείριση ρίσκου και οι εσωτερικές διαδικασίες. Με τις εξουσίες αυτές θα είναι σε θέση να παρακολουθούν την πορεία υλοποίησης των συμφωνηθέντων πλάνων εξυγίανσης και να ενημερώνουν την Κομισιόν σε περίπτωση που υπάρχει απόκλιση από τους στόχους
Μαζί τους παρατηρητές, εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), οι οποίοι θα τοποθετηθούν στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), θα αποτελούν «τα μάτια και τα αφτιά» της τρόικας στον εγχώριο τραπεζικό σύστημα. Οι Επιτροπές Εποπτείας θα αποστέλλουν κάθε τρίμηνο στις Βρυξέλλες, υπό τις οδηγίες των οποίων θα λειτουργούν, εκθέσεις για την πρόοδο των σχεδίων αναδιάρθρωσης των τραπεζών που επιτηρούν.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ
1. Θα είναι υπάλληλοι διεθνών συμβουλευτικών / ελεγκτικών εταιρειών
2. Θα ασχολούνται με θέματα καθημερινής λειτουργίας και στρατηγικής
3. Θα ελέγχουν όλα τα δάνεια πάνω από 8 – 10 εκατ. ευρώ.
4. Θα ελέγχουν τα δάνεια στα κόμματα και στα τραπεζικά στελέχη
5. Θα ζητούν από τις υπηρεσίες κάθε τράπεζας εκθέσεις βιωσιμότητας των επιχειρήσεων που έχουν δανειοδοτηθεί
6. Θα αξιολογούν τα δάνεια προς ΜΜΕ
7. Θα ελέγχουν το κονδύλι της διαφήμισης
8. Θα επανεξετάσουν την πολιτική των επιτοκίων
9. Θα συμμετέχουν σε όλες τις επιτροπές
10. Θα έχουν πρόσβαση σε όλα τα αρχεία