Μία από τις μεγαλύτερες σε διάρκεια απεργίες μετά τη μεταπολίτευση, αντί να οδηγήσει στην ικανοποίηση των αιτημάτων των απεργών, καταλήγει, όπως φαίνεται, στο οριστικό κλείσιμο της επιχείρησης. Η Χαλυβουργία Ελλάδος στον Ασπρόπυργο, έπειτα από μισό και πλέον αιώνα λειτουργίας, ετοιμάζεται να κατεβάσει οριστικά τα ρολά μετά την απεργία που οργάνωσε το Σωματείο των Εργαζομένων με τη στήριξη πολιτικών κομμάτων, του ΚΚΕ και εσχάτως του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι ενδεικτικό ότι ακόμη και στη συζήτηση για τις προγραμματικές δηλώσεις βουλευτές του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ καυτηρίασαν τη στάση των εργοδοτών και ζήτησαν τη στήριξη της απεργίας, παρά το γεγονός ότι ήταν ορατά πλέον τα σημάδια για κλείσιμο της Χαλυβουργίας. Οι συνδικαλιστές επέμειναν επί εννέα μήνες, με στήριξη από το ΠΑΜΕ και εισφορές πολιτών, οργανώσεων και συνδικαλιστών, να κρατούν ερμητικά κλειστή με αλυσίδες την πύλη της Χαλυβουργίας, να μην επιτρέπουν σε κανέναν να εργασθεί και να συγκρούονται συχνά με απεργούς που ήθελαν να εργασθούν, να υπάρχουν τραυματισμοί και κάθε λίγο και λιγάκι να επεμβαίνουν τα ΜΑΤ για να επιβάλλουν την τάξη.
Πρόκειται για μια απεργία με εντυπωσιακό πείσμα και από πλευράς εργοδοτών αλλά και απεργών, με το ΚΚΕ (κυρίως) να την κάνει σημαία του και να την αξιοποιεί στην προεκλογική περίοδο. Ηταν μια ιστορία που κέντρισε (για ευνόητους ψηφοθηρικούς λόγους) ακόμη και το ενδιαφέρον της… Χρυσής Αυγής! Ολοι θυμούνται ότι ο υπαρχηγός της Ηλ. Κασιδιάρης επισκέφθηκε τους απεργούς για να τους συμπαρασταθεί, προσκομίζοντάς τους μάλιστα και δώρα.
Η εργοδοσία, παρά τις οκτώ συνεχείς προσπάθειες που καταβλήθηκαν από πέντε υπουργούς Εργασίας σε τρεις διαδοχικές κυβερνήσεις να εξευρεθεί συμβιβασμός, αποφάσισε να βάλει λουκέτο, μεσούσης της οικονομικής κρίσης, αφήνοντας 360 εργάτες ανέργους, αλλά… υπερήφανους για τη συνδικαλιστική τους ηγεσία που επί εννέα μήνες έβλεπε τι επρόκειτο να συμβεί, αλλά επέλεξε να μην υποστείλει την απεργιακή σημαία.
Ορισμένοι, ανάμεσά τους και οι ίδιοι απεργοί, θυμήθηκαν την περίπτωση της Pirelli στην Πάτρα, η οποία από μια εύρωστη ξένη επένδυση που πρόσφερε θέσεις εργασίας, λύγισε από τις συνεχείς απεργίες (που πάλι υποκινούνταν από πολιτικό κόμμα) και οι ιδιοκτήτες της τα μάζεψαν και εγκαταστάθηκαν σε γειτονική χώρα, αφήνοντας πίσω τους την ανεργία.
«Την ώρα που η ανεργία χτυπάει κόκκινο, υπάρχει εργοδότης που παρακαλά τους εργαζομένους να επιστρέψουν στις δουλειές τους, αλλά κάποιοι θερμοκέφαλοι δεν το επιτρέπουν. Είμαστε για κλάματα…» έλεγε, μόλις πληροφορήθηκε το επερχόμενο λουκέτο στη Χαλυβουργία η κυρία Ελένη Καταβάτη, εκπρόσωπος των περίπου 100 εργαζομένων που με τις υπογραφές τους έχουν δηλώσει ότι θέλουν να επιστρέψουν στις δουλειές τους.
Οι εργαζόμενοι στη Χαλυβουργία και ο βασικός μέτοχος της εταιρείας, η οικογένεια Νίκου Μάνεση, είχαν επιδοθεί τους τελευταίους εννέα μήνες σε μια διελκυστίνδα, που από την αρχή έδειχνε ότι δεν θα έχει κανέναν νικητή. Ο κ. Μάνεσης εμφανίζεται σήμερα αποφασισμένος να κλείσει την ιστορική Χαλυβουργία στον Ασπρόπυργο. Η κατάρρευση της οικοδομής έχει ως αποτέλεσμα η εγχώρια αγορά του σιδήρου να σημειώσει δραματική πτώση που φθάνει σήμερα το 85%-90% σε σχέση με τα επίπεδα πριν από την κρίση. Η ιστορία της Χαλυβουργίας στον Ασπρόπυργο φαίνεται πως τελειώνει εδώ…
Είναι ωστόσο από μόνη της ιστορία η Χαλυβουργία Ελλάδος, αφού έβαλε τη σφραγίδα της με το σίδηρο μπετόν που παρήγαγε σε όλα τα μεγάλα έργα της χώρας. Από το οχυρό Ρούπελ στη «Γραμμή Μεταξά», στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα με ανάπτυγμα καταφυγίων 1.849 μέτρων και μήκος στοών 4.251, ως τα ολυμπιακά έργα, τους μεγάλους αυτοκινητοδρόμους, τη γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου, τις οικοδομές. Ολα ξεκίνησαν στη δεκαετία του ’60 στον Βόλο, όταν ο Γιάννης Μάνεσης (πατέρας του σημερινού 64χρονου ιδιοκτήτη) αποφάσισε να εγκαταστήσει εκεί τη βιομηχανία χάλυβα, αφού στην Αθήνα ήταν δύσκολο λόγω του ανταγωνισμού να εξασφαλίσει άδεια. Τα πάντα τότε κυλούσαν ήρεμα και η τοπική κοινωνία του Βόλου, εξαθλιωμένη από την ανεργία και από την οικονομική κρίση, επιζητούσε εργασία χωρίς να την πολυνοιάζει το γεγονός ότι επρόκειτο για μια βαριά βιομηχανία. Χρειάστηκαν χρόνια προσπάθειας και ένας βουλευτής τής τότε ΕΡΕ, ο Ζήσης Ζησάκης, για να δοθεί άδεια λειτουργίας και στον Ασπρόπυργο, προσφέροντας εργασία σε περίπου 400 εργαζομένους.
Οταν άρχισε η οικονομική κρίση η εταιρεία επιχείρησε να αντισταθμίσει την πτώση σε εξαγωγές, πλην όμως απέτυχε, καθώς είναι κοινό μυστικό πλέον ότι οι εξαγωγές στη χώρα μας όχι μόνον δεν υποβοηθούνται – όπως είναι κανόνας σε άλλες χώρες – αλλά αντίθετα επιβαρύνονται, στην προκειμένη περίπτωση με συνεχείς αυξήσεις στο κόστος ενέργειας. Οι ανταγωνιστικές εταιρείες σε γειτονικές χώρες (περιλαμβανομένης και της Τουρκίας) καθιέρωσαν μειωμένα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας στις βιομηχανίες τέτοιου τύπου με αποτέλεσμα να πωλούν φθηνότερα στο εξωτερικό, πράγμα που δεν έγινε στη χώρα μας. Ετσι έφτασε η Χαλυβουργία τα τελευταία τρία χρόνια να εμφανίσει ζημιές 93 εκατ. ευρώ.
Η εργοδοσία ζήτησε από τους εργαζομένους στις μονάδες της στον Ασπρόπυργο και στον Βόλο να απασχοληθούν 5ωρο αντί 8ωρο ή να προχωρήσουν και σε εκ περιτροπής εργασία για ένα τετράμηνο, με δέσμευση ότι δεν πρόκειται να απολυθεί κανείς. Οι του Βόλου το δέχτηκαν, οι του Ασπροπύργου κήρυξαν απεργία. Κατόπιν τούτου άρχισαν οι απολύσεις στον Ασπρόπυργο. Από τους 360 εργαζομένους έχουν απολυθεί 120. Από τους 240 που απέμειναν οι 120 ζήτησαν να επιστρέψουν στην εργασία τους, αλλά το σωματείο με τη συνδρομή του ΠΑΜΕ δεν επέτρεψε ποτέ σε κανέναν εργαζόμενο την είσοδο. Το παράδοξο είναι ότι επειδή το εργοστάσιο στον Ασπρόπυργο έμεινε κλειστό, ο Βόλος για να καλύψει τις παραγγελίες της εταιρείας δεν δούλεψε ποτέ πεντάωρο, δούλεψε υπερωρίες και οι αμοιβές των εργαζομένων ποτέ δεν μειώθηκαν. Δεν συνέβη όμως το ίδιο με τον Ασπρόπυργο.
Οι απεργοί άρχισαν τότε ένα είδος ανένδοτου αγώνα με κομματική, πολιτική και οικονομική στήριξη. Ζητούσαν την επαναπρόσληψη όλων των απολυμένων, δεν δέχονταν σε καμία περίπτωση την επαναπρόσληψη μερικών από αυτούς: «’Η τους προσλαμβάνετε όλους ή η πύλη του Ασπρόπυργου θα παραμείνει κλειστή» έλεγαν ενώ διεκδικούσαν να διαχειριστούν ακόμα και οι ίδιοι το εργοστάσιο, αφού προηγουμένως, όπως ανέφεραν, «πετάξουν έξω την οικογένεια Μάνεση».
Πραγματοποιήθηκαν πορείες, ήρθαν συνδικαλιστές για συμπαράσταση από πολλές χώρες, πήγαν σχολεία τους μαθητές τους επί τόπου για να δουν από κοντά τον «πυλώνα» των απεργιακών κινητοποιήσεων της Ελλάδας της κρίσης. Τους τελευταίους εννέα μήνες γινόταν ένα είδος παρέλασης συμπαράστασης από μυημένους στο κόμμα αλλά και από ανυποψίαστους πολίτες. Τα φουγάρα έμειναν όμως σβησμένα και η βιομηχανία βούλιαζε οικονομικά από μέρα σε μέρα. Την ίδια ώρα άρχισαν κόμματα και συνδικαλιστές να χρησιμοποιούν τον χώρο του εργoστασίου για πολιτικές «φιέστες» ως επίδειξη κομματικής δύναμης, δίνοντας παράλληλα το έναυσμα για έναν μαραθώνιο ανεπιτυχών δικαστικών περιπετειών με την εργοδοσία να επιδιώκει να κηρύξει παράνομη την απεργία και με τους απεργούς να κλιμακώνουν τις κινητοποιήσεις τους. Στις 21 Ιουνίου, λίγες ημέρες δηλαδή μετά τις εκλογές, σημειώθηκαν συγκρούσεις στον Ασπρόπυργο ανάμεσα σε απεργούς και εργαζομένους που ήθελαν να επιστρέψουν στην εργασία τους με αποτέλεσμα να υπάρξουν τραυματισμοί.
Η ευθύνη για το επερχόμενο λουκέτο μιας βαριάς βιομηχανίας (από τις λίγες που έχουν απομείνει στη χώρα μας) δεν ανήκει, όπως πολλοί θα νομίζουν, μόνον στους συνδικαλιστές ή ενδεχομένως στην έλλειψη στρατηγικής των εργοδοτών. Εχουν βέβαια οι συνδικαλιστές και τα κόμματα που τους στηρίζουν το μερίδιο ευθύνης που τους αναλογεί, αλλά δεν φταίνε μόνον αυτοί. Φταίει και η πολιτεία, που με τις πράξεις της, τη γραφειοκρατία της, υπονομεύει τη λειτουργία των επιχειρήσεων κάνοντας την περίπτωση της Χαλυβουργίας Ασπροπύργου να μοιάζει όλο και περισσότερο με την περίπτωση της Pirelli.

Υστατη προσπάθεια
  • Ο νέος υπουργός Εργασίας κ. Γιάννης Βρούτσης ως και την ύστατη στιγμή καταβάλλει προσπάθειες για να επιτευχθεί συμβιβασμός ανάμεσα στον εργοδότη και στους απεργούς και τη Δευτέρα το πρωί στις 9.00 θα συναντήσει τους εργαζομένους στο υπουργείο μήπως και βρεθεί λύση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ