Σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ κατέληξαν, τις πρώτες πρωινές ώρες της Παρασκευής, σε μια σειρά συμβιβαστικών αποφάσεων που θα μπορούσαν να αποτελέσουν την αρχή του τέλους της κρίσης.

Επί της ουσίας οι Ευρωπαίοι συμφώνησαν να σπάσουν ως έναν βαθμό τον φαύλο κύκλο της απόλυτης εξάρτησης των κρατικών οικονομιών από τις αγορές αλλά και των τραπεζών από την ποιότητα των κρατικών ομολόγων που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους.

Και αυτό διότι οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ έδωσαν στους υφιστάμενους ευρωμηχανισμούς οικονομικής σταθερότητας (EFSF και MES) τη δικαιοδοσία να συμβάλλουν στην ανακεφαλαίωση των ευρωπαϊκών τραπεζών, όταν αυτές αντιμετωπίζουν ανυπέρβλητα προβλήματα, αλλά και στις αγορές των κρατικών ομολόγων, όταν οι αγορές «τιμωρούν» τα ευρωπαϊκά κράτη που τα εξέδωσαν. Ωστόσο το θέμα της προικοδότησης των ευρωμηχανισμών παραμένει ακόμη ασαφές.

Η ευρωπαϊκή συνδρομή θα υλοποιείται πλέον με συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς τις τόσο αντιπαθείς για τις αγορές ατέρμονες πολιτικές διαβουλεύσεις. Αποφασίστηκε επίσης ότι σταδιακώς όλες οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα βρίσκονται υπό τη συνεχή εποπτεία της ευρωπαϊκής τραπεζικής Αρχής.

Απαραίτητη προϋπόθεση για την ενεργοποίηση αυτών των παρεμβάσεων είναι η άσκηση ορθολογικών οικονομικών πολιτικών από τα κράτη που επιζητούν την ευρωπαϊκή βοήθεια. Μια βοήθεια που φυσικά δεν θα δίδεται «με το αζημίωτο» στον βαθμό που θα συνοδεύεται από τη σύναψη μνημονίου το οποίο θα προσδιορίζει τις υποχρεώσεις της χώρας που λαμβάνει την ευρωπαϊκή βοήθεια.

Η βοήθεια αυτή, με βάση τις αποφάσεις των Βρυξελλών, δεν θα εγγράφεται απευθείας στο δημοσιονομικό έλλειμμα, δίδοντας με τον τρόπο αυτό στην κυβέρνηση της βοηθούμενης χώρας πιο ελαστικά περιθώρια για την άσκηση των οικονομικών πολιτικών. Οι υποχρεώσεις των κρατών θα είναι συναρτημένες με το μέγεθος της βοήθειας σε σχέση με το οικονομικό μέγεθος της χώρας που καταφεύγει στην ευρωπαϊκή συνδρομή, αλλά και με το αν η βοήθεια αυτή αφορά αποκλειστικώς τον τραπεζικό τομέα ή το σύνολο της οικονομικής λειτουργίας του κράτους.

Στην πρώτη περίπτωση το μνημόνιο θα άπτεται των όρων λειτουργίας του χρηματοοικονομικού συστήματος της χώρας, ενώ στη δεύτερη περίπτωση θα αφορά συνολικώς την οικονομική πολιτική. Ωστόσο είναι ξεκάθαρο ότι εφεξής δεν θα υπάρχει PSI για τις ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό σημαίνει ότι οι ιδιώτες επενδυτές θα αισθάνονται πλέον περισσότερο ασφαλείς όταν εμπιστεύονται είτε τα τραπεζικά ιδρύματα, είτε τα ομόλογα ενός κράτους.

Σε γενικές γραμμές λοιπόν οι Ευρωπαίοι αποφάσισαν χθες ότι εφεξής οι «οικονομικές τρύπες» των κρατών που ακολουθούν συνετές οικονομικές πολιτικές αλλά υποφέρουν λόγω της αρνητικής διεθνούς οικονομική συγκυρίας θα καλύπτονται δαπάναις της ΕΕ και θα υπόκεινται σε σχετικώς χαλαρά μνημόνια.

Οσες δεν ακολουθούν συνετές οικονομικές πολιτικές θα βρίσκονται, όπως η Ελλάδα, «σε πρόγραμμα», δηλαδή θα υπόκεινται στους όρους σκληρότερων μνημονίων. Στην περίπτωση της Ιρλανδίας, όπου η πρόοδος στην εφαρμογή του μνημονίου είναι σαφής, προβλέπεται χαλάρωση των όρων παροχής της ευρωπαϊκής βοήθειας. Κάτι που δεν αποκλείεται στο μέλλον να ισχύσει και για άλλες χώρες.

Ο συμβιβασμός της Παρασκευής είναι επί της ουσίας ένας συμβιβασμός των γερμανικών αντιλήψεων για την άσκηση των οικονομικών πολιτικών (και όχι μόνο) με τις αντιλήψεις των άλλων χωρών. Επί της ουσίας εδραιώθηκε ότι όλες οι χώρες υποχρεούνται να τηρούν με θρησκευτική ευλάβεια την αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία και ότι οι «αμαρτωλές» δημοσιονομικώς χώρες θα τιμωρούνται. Ωστόσο όσες εκ των αμαρτωλών δείχνουν εμπράκτως τη μεταμέλειά τους θα επιβραβεύονται.