Η Ελλάδα δεν έχει ακόμη «σωθεί». Το «κούρεμα» και το δεύτερο πακέτο βοήθειας της δίνουν απλώς παράταση χρόνου στον αγώνα κατά της χρεοκοπίας. Και αυτή δεν πρόκειται να αποφευχθεί με τίποτα αν δεν αξιοποιηθεί αυτός ο χρόνος για ισχυρή ανάπτυξη – είτε χωρίς λιτότητα, όπως τη θέλουν κυρίως τα αριστερά κόμματα, είτε ως συμπλήρωμα της λιτότητας, όπως την επιδιώκουν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και άλλοι συντηρητικοί παράγοντες στην Ευρώπη και αλλού.
Στους τελευταίους ανήκει και ο πανίσχυρος Σύνδεσμος Γερμανών Βιομηχάνων (BDI), ο οποίος καλείται να πρωταγωνιστήσει σε αυτό το εγχείρημα. Στη συνέντευξη που ακολουθεί ο 49χρονος οικονομολόγος και διευθύνων σύμβουλος του BDI Μάρκους Κέρμπερ αναλύει τις προϋποθέσεις και τις προοπτικές μιας τέτοιας συμμετοχής και προαναγγέλλει μια καινούργια γερμανική πρωτοβουλία για «ανάπτυξη και επενδύσεις» στην Ελλάδα αμέσως μετά τις προσεχείς ελληνικές εκλογές.

Στην Ελλάδα τελευταία όλο για ξένες επενδύσεις ακούμε και επενδύσεις δεν βλέπουμε. Γιατί;
«Λόγω των εκλογών. Οσο είναι άγνωστο το αποτέλεσμά τους οι επιχειρηματίες θα τηρούν στάση αναμονής».

Θα προτιμούσε η Ευρώπη την παραμονή του Λουκά Παπαδήμου στην κυβέρνηση;
«Η Ευρώπη δεν θα έλεγε όχι σε αυτό. Αυτό όμως θα έπρεπε να το αποφασίσουν τα εκλεγέντα κόμματα. Πιστεύω ότι η εμπιστοσύνη στις ικανότητες και στην εμπειρία του είναι παρομοίως μεγάλη με εκείνη στο πρόσωπο του Μάριο Μόντι στην Ιταλία. Η Ευρώπη ζει σήμερα από τέτοιες προσωπικότητες που έχουν τεθεί στην υπηρεσία των χωρών τους».

Δεν σας ανησυχεί το γεγονός ότι η πολιτική αστάθεια θα συνεχιστεί και μετά τις εκλογές λόγω της εξαθλίωσης μεγάλου μέρους του πληθυσμού ως αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης λιτότητας;
«Η θέση μας είναι παρόμοια σε όλες τις χώρες που πλήττονται από την κρίση: η δημοσιονομική εξυγίανση είναι αναγκαία αλλά δεν φτάνει. Απαραίτητη είναι και η ανάπτυξη. Και αυτή μπορεί να προέλθει από δύο πηγές: από δομικές μεταρρυθμίσεις και από επενδύσεις. Αν πετύχουμε με αυτό περισσότερη απασχόληση, ιδίως στη νεολαία, τότε η πολιτική πίεση θα μειωθεί».

Ο Σύνδεσμός σας θεωρούσε ανέκαθεν τις μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα προϋπόθεση για ξένες επενδύσεις. Η Αθήνα υποστηρίζει ότι σε νομοθετικό τουλάχιστον επίπεδο η Ελλάδα έχει γίνει ήδη παγκόσμιος πρωταθλητής σε αυτό τον τομέα. Συμμερίζεστε αυτή την άποψη;
«Η Ελλάδα πήρε τους 24 τελευταίους μήνες πραγματικά μια σειρά εντυπωσιακά μέτρα που δεν θα ήταν πιθανόν δυνατά σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Το ερώτημα είναι τώρα πόσο γρήγορα θα τα αποδεχθούν οι πολίτες και πόσο γρήγορα θα αρχίσει η ανάπτυξη. Μόνο η τελευταία μπορεί να ξαναδώσει δουλειά στους Ελληνες. Και αυτό είναι σήμερα το βασικό ζητούμενο».

Η τρόικα δεν φαίνεται ωστόσο να συμμερίζεται αυτή την άποψη. Το πρώτο ιδίως μνημόνιο στηριζόταν αποκλειστικά στη λιτότητα, με αποτέλεσμα την ελεύθερη πτώση της ελληνικής οικονομίας. Δεν είχε αυτό ολέθριες συνέπειες και στις επενδύσεις;
«Ο στόχος της τρόικας ήταν σε πρώτη γραμμή η δημοσιονομική σταθεροποίηση. Τώρα όμως αυτό άλλαξε. Στη δημοσιονομική εξυγίανση προστίθενται και αναπτυξιακές πρωτοβουλίες. Σε κάθε περίπτωση, οι επενδυτές είδαν το έργο της τρόικας ως σημαντική προϋπόθεση για τη δραστηριότητά τους στην Ελλάδα. Από μόνη της η τρόικα δεν συνέβαλε όμως στην ανάπτυξη. Αυτό το ανέλαβε τώρα η ίδια η Ελλάδα. Εκείνο που πρέπει πάντως να αποφευχθεί είναι η εντύπωση ότι εκείνοι που ενδιαφέρονται πρωτίστως γι’ αυτήν είναι οι ξένοι».

Ο πρόεδρος του Συνδέσμου σας Χανς-Πέτερ Κάιτελ κατηγορεί τους έλληνες επιχειρηματίες για έλλειψη πατριωτισμού αναφορικά με την απροθυμία τους να κάνουν επενδύσεις στη χώρα τους. Αυτό, προσθέτει, δεν διεγείρει ιδιαίτερα την όρεξη των γερμανών επιχειρηματιών για επενδύσεις στην Ελλάδα. Δεν θα περίμενε βέβαια κανείς από τους τελευταίους να γίνουν ελληνικότεροι των Ελλήνων. Είναι όμως όντως αυτός ο λόγος της διστακτικότητάς τους ή υπάρχει και κάτι άλλο;
«Αυτό που χρειάζεται κάθε ξένος επενδυτής είναι η βεβαιότητα ότι μπορεί σε συνεργασία με τους ντόπιους επιχειρηματίες να συνεισφέρει στην ανανέωση της Ελλάδας. Αν οι έλληνες επιχειρηματίες δείξουν επαρκή εμπιστοσύνη στη χώρα τους, τότε θα ενθαρρυνθούν και οι άλλοι Ευρωπαίοι να επενδύσουν στην ελληνική οικονομία».

Είναι η εξόφληση παλαιότερων χρεών του ελληνικού κράτους σε γερμανικές επιχειρήσεις απαρέγκλιτη προϋπόθεση για νέες επενδύσεις;
«Αυτό δεν μπορώ να το απαντήσω με γενικό τρόπο. Πολλές εταιρείες βρίσκονται σήμερα σε δικαστικές ή εξωδικαστικές διαμάχες με το ελληνικό κράτος, καμία περίπτωση όμως δεν είναι ίδια με την άλλη. Από την άλλη, βέβαια, αν κάποιοι επιχειρηματίες θελήσουν να έρθουν για πρώτη φορά στην Ελλάδα, το πρώτο που θα κάνουν είναι να ρωτήσουν τους γερμανούς συναδέλφους τους που δεινοπαθούν εκεί. Για να λυθεί το πρόβλημα συστήσαμε στην ελληνική κυβέρνηση να προβεί σε διακανονισμό με τις θιγόμενες εταιρείες, χωρίς να πάρουμε πάντως θέση υπέρ της μιας ή της άλλης πλευράς».

Πώς εκτιμάτε την εκπαίδευση των ελλήνων ειδικών αναφορικά με τη δυνατότητα απασχόλησής τους σε γερμανικές επιχειρήσεις;
«Από ό,τι ξέρω, δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά στην εκπαίδευση. Οι έλληνες τεχνικοί είναι τόσο καλοί ή κακοί όσο και οι γερμανοί συνάδελφοί τους. Το πρόβλημά μας δεν ήταν αυτοί αλλά η συχνά αναποτελεσματική δημόσια διοίκηση».

Θα πάρει ο Σύνδεσμός σας μετά τις εκλογές νέα πρωτοβουλία για επενδύσεις στην Ελλάδα;
«Σίγουρα. Και αυτό σε συνεργασία με τη νέα κυβέρνηση και στη βάση των βελτιωμένων συνθηκών που δημιούργησαν το «κούρεμα» και η δεύτερη δανειακή σύμβαση».
«Θα συμμετείχαμε σε Ειδικές Οικονομικές Ζώνες»
Οι γερμανικές επιχειρήσεις ενέργειας ενδιαφέρονται να ερευνήσουν τα κοιτάσματα πετρελαίου και αερίου

Επιφυλάσσει ο Σύνδεσμος Γερμανών Βιομηχάνων, λόγω της κρίσης, μια ιδιαίτερη μεταχείριση στην Ελλάδα;

«Οχι. Η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα της ευρωζώνης που επλήγη από την κρίση και γι’ αυτό θεωρήσαμε υποχρέωσή μας να προσφέρουμε βοήθεια. Το ίδιο κάνουμε και με την Πορτογαλία και την Ιταλία. Αλλά αυτό δεν συνιστά ιδιαιτερότητα».

Απαιτούν, αντιστρόφως, οι γερμανοί βιομήχανοι ιδιαίτερη μεταχείριση στην Ελλάδα; Υπενθυμίζω ότι ως πρόσφατα ο Σύνδεσμός σας ζητούσε την εγκατάσταση Ειδικών Οικονομικών Ζωνών για γερμανικές επιχειρήσεις.
«Δεν ζητάμε σε καμία περίπτωση ξεχωριστή μεταχείριση. Αλλά αν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έδινε το πράσινο φως στη δημιουργία τέτοιων ζωνών, θα συμμετείχαμε σε αυτές – φυσικά όχι μόνοι, αλλά μαζί με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες».

Εχουν μεγάλα έργα, όπως το «Ηλιος», πρακτική σημασία για τη γερμανική οικονομία; Η ελληνική πλευρά υπολογίζει ότι ήδη το 2015 το ελληνικό ηλεκτρικό ρεύμα θα διατίθεται στη Γερμανία σε τιμές αγοράς.
«Είμαι πεπεισμένος ότι το «Ηλιος» αποτελεί έργο-κλειδί για μια νέα βιομηχανική δομή της χώρας. Ανεξάρτητα όμως από την εξαγωγή του, το φωτοβολταϊκό ρεύμα μπορεί να απαλλάξει την ελληνική οικονομία από την εισαγωγή άλλων ακριβών μορφών ενέργειας. Το «Ηλιος» προσφέρει μια «win-win» ευκαιρία σε όλους τους εμπλεκομένους».

Είναι οικονομικά συμφέρουσα η μεταφορά ελληνικού φωτοβολταϊκού ρεύματος στη Γερμανία;
«Αυτό εξαρτάται από το αν θα εξομοιωθεί το σύστημα επιδότησης τέτοιου ρεύματος σε όλη την Ευρωπαϊκή Ενωση. Προς το παρόν οι επιδοτήσεις διαφέρουν από χώρα σε χώρα με αποτέλεσμα την παραμόρφωση των τιμών. Αν γίνει κάποτε η εξομοίωση, τότε οι μεσογειακές χώρες της Κοινότητας θα αποκτήσουν πολλά πλεονεκτήματα».

Δεν είναι οι απώλειες ενέργειας που προκαλούνται κατά τη μεταφορά απαγορευτικές για τέτοιου είδος εμπόριο;
«Οι απώλειες εξισορροπούνται από τις αποθήκες ενέργειας οι οποίες μπορούν να εγκατασταθούν ενδιάμεσα. Το ρεύμα που παράγεται κατά τη διάρκεια της ημέρας στον Νότο θα μπορεί έτσι να χρησιμοποιηθεί τη νύχτα στον Βορρά».

Υπάρχει γερμανικό ενδιαφέρον για τα κοιτάσματα πετρελαίου και αερίου που εντοπίστηκαν στην ελληνική περιοχή της Μεσογείου;
«Είμαι σίγουρος ότι οι γερμανικές επιχειρήσεις ενέργειας ενδιαφέρονται να ερευνήσουν αυτά τα κοιτάσματα μαζί με τους έλληνες εταίρους τους. Λεπτομέρειες γι’ αυτό δεν ξέρω όμως».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ