Ως βαθιά συστημική, δομική κρίση του οικονομικού προτύπου λειτουργίας που κυριάρχησε μεταπολιτευτικά, το οποίο μοιραία οδηγήθηκε σε αδιέξοδο και τελικά κατέρρευσε, χαρακτήρισε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γ. Προβόπουλος, την κατάσταση που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική οικονομία.
Σε ομιλία του κατά τη διάρκεια εκδήλωσης του ΙΟΒΕ για την παρουσίαση του βιβλίου του κ. Τάκη Πολίτη με θέμα «Το ΙΟΒΕ και η Ελληνική Οικονομία», ο κεντρικός τραπεζίτης υπογράμμισε ότι το πρότυπο αυτό, «στηριγμένο εν πολλοίς στην εγχώρια ζήτηση και σε μία κρατικιστική αντίληψη για την οργάνωση της οκονομίας, παρήγαγε μεγάλα μη-διατηρήσιμα δημοσιονομικά και εξωτερικά ελλείμματα, τα οποία αναδείχθηκαν πιο έντονα με την κορύφωση της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης».

Σύμφωνα με τον κ. Προβόπουλο, στις συνθήκες αυτές, η οικονομική κατάρρευση έμοιαζε το 2010 να είναι αναπόφευκτη και απετράπη μόνο χάρη στη χρηματοδοτική στήριξη των ευρωπαίων εταίρων και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

«Από τη δική μας πλευρά, αναλάβαμε τη δέσμευση να προχωρήσουμε με ταχείς ρυθμούς εκεί που είχαμε δραματικά καθυστερήσει: στη δημοσιονομική προσαρμογή, στις διαρθρωτικές αλλαγές και στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας» τόνισε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος.

Ο ίδιος συμπλήρωσε ότι «για να πετύχουμε όμως τώρα εκεί που συστηματικά αποτύχαμε στο παρελθόν είναι απολύτως απαραίτητο να διδαχθούμε από τα λάθη μας, να αποδεχθούμε συλλογικές και ατομικές ευθύνες και κυρίως να απορρίψουμε λογικές, νοοτροπίες και συμπεριφορές που μας οδήγησαν στο χείλος του γκρεμού. Για να μπορούμε να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο μέλλον, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε τι πήγε στραβά στο παρελθόν».

Η κρίση θα μπορούσε να ανακοπεί

Ο κ. Προβόπουλος σε άλλο σημείο της ομιλίας του τόνισε ότι η πορεία προς την κρίση δεν ήταν αναπόφευκτη και θα μπορούσε να είχε ανακοπεί, αν τα προβλήματα είχαν αντιμετωπισθεί εγκαίρως, πριν αφεθούν να λάβουν εκρηκτικές διαστάσεις.

Σύμφωνα με τον ίδιο, «προειδοποιήσεις υπήρξαν και ήταν πολλές και επαναλαμβανόμενες».
Ο επικεφαλής της εγχώριας νομισματικής πολιτικής σημείωσε ότι η οικονομική πολιτική σε όλη την προηγούμενη περίοδο παρουσιάζει ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά, όπως:

Πρώτον, μία μυωπική αντίληψη, δηλαδή μια μεροληπτική προτίμηση του παρόντος έναντι του μέλλοντος. Δύο είναι χαρακτηριστικά οι περιπτώσεις που η μεροληψία αυτή είναι πλέον εμφανής: στην συνεχή σώρευση δημόσιου χρέους με τη μετακύλιση του βάρους στις επόμενες γενιές και στην αδυναμία να σχεδιασθεί και να εφαρμοσθεί μια μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος που θα εξασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του.

Δεύτερον, η οικονομική πολιτική, παρά το γεγονός ότι συχνά συνέκλινε ως προς τους στόχους, εμφανίζεται μετά από κάθε κυβερνητική αλλαγή ως διαμετρικά αντίθετη προς αυτήν που είχε προηγηθεί. Δημιουργούνται έτσι ασυνέχειες, καθυστερήσεις και ρήγματα, που εμποδίζουν τη διαμόρφωση μιας σαφώς προσανατολισμένης μακρόπνοης στρατηγικής, που θα στηριζόταν μάλιστα στη μέγιστη δυνατή συναίνεση των κομμάτων.

Τρίτον, η οικονομική πολιτική, συχνά επικεντρώνεται στην αποσπασματική θεραπεία συμπτωμάτων που προέκυπταν από επιλογές του παρελθόντος, αδυνατώντας να προετοιμασθεί και να σχεδιάσει τρόπους για να αντιμετωπίσει επερχόμενες αλλαγές.

Η συνταγή

Κατά τον κ. Προβόπουλο, δύσκολα θα διαφωνούσε κάποιος με τον πυρήνα της περιγραφής αυτής.
«Γι αυτό σήμερα χρειάζεται να υιοθετήσουμε μία οικονομική πολιτική που:

–Θα σχεδιάσει και θα πραγματοποιήσει με συνέπεια τις αλλαγές που συνεπάγεται η μείζων απόφαση της παραμονής της χώρας στην ζώνη του Ευρώ.

–Θα αποβάλει τη μυωπική προσέγγιση που, προσηλωμένη στο σήμερα, παραβλέπει το αύριο και τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα του τόπου.

–Θα έχει συνέχεια, στηριζόμενη σε ευρείες κοινωνικές και πολιτικές συναινέσεις.