Οι οργανισμοί στην Ελλάδα φαίνεται να αντιμετωπίζουν με μεγαλύτερη σοβαρότητα και αυστηρότητα το οικονομικό έγκλημα τα τελευταία δύο χρόνια, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της PwC. Τα συχνότερα εμφανιζόμενα περιστατικά στην Ελλάδα και διεθνώς αφορούν σε υπεξαίρεση στοιχείων του ενεργητικού.

Η 6η Παγκόσμια Έρευνα για το Οικονομικό Έγκλημα της PwC διεξήχθη κατά το χρονικό διάστημα Ιουλίου – Σεπτεμβρίου 2011, με τη συμμετοχή 4.000 περίπου ανωτέρων στελεχών από 78 χώρες. Στο πλαίσιο της παγκόσμιας έρευνας, η PwC στην Ελλάδα πραγματοποίησε για δεύτερη φορά μελέτη ειδικά για τη χώρα μας, όπου συμμετείχαν συνολικά 92 ανώτερα στελέχη. Η μελέτη αυτή συγκρίνει τα αποτελέσματα με την αντίστοιχη μελέτη για την Ελλάδα που διεξήγαγε η PwC το Νοέμβριο 2009.

Το νέο πρόσωπο του οικονομικού εγκλήματος
Σύμφωνα με τους ερωτηθέντες στην Ελλάδα, η μορφή του οικονομικού εγκλήματος έχει αλλάξει αρκετά συγκριτικά με το 2009. Το 75% των συμμετεχόντων αναφέρουν ότι κατά τους τελευταίους 12 μήνες αντιμετώπισαν περιστατικά υπεξαίρεσης στοιχείων ενεργητικού, ενώ το 2009 το συχνότερα εμφανιζόμενο περιστατικό ήταν η δωροδοκία και η διαφθορά. Σημαντική αναφορά γίνεται για πρώτη φορά στο ηλεκτρονικό έγκλημα (cybercrime), το οποίο δεν είχε εμφανίσει σημαντικό ποσοστό το 2009.
*Το ηλεκτρονικό έγκλημα δεν είχε εμφανίσει σημαντικό ποσοστό το 2009.
Μεγάλη διαφορά στις δύο μελέτες για την Ελλάδα εμφανίζεται ως προς την προέλευση των υπαιτίων του οικονομικού εγκλήματος και την αντιμετώπισή τους. Το 2011, σύμφωνα με το 63% των συμμετεχόντων, τα περιστατικά οικονομικού εγκλήματος προήλθαν μέσα από τους οργανισμούς, ενώ το 2009 υπεύθυνοι ήταν κυρίως οι εξωτερικοί συνεργάτες (50%). Όσον αφορά στην αντιμετώπιση των υπαιτίων, σύμφωνα με την μελέτη, οι οργανισμοί στην Ελλάδα λαμβάνουν αυστηρότερα μέτρα από το 2009. Στην πλειοψηφία τους οι συμμετέχοντες δήλωσαν ότι κινήθηκαν δικαστικά και απέλυσαν τους υπαιτίους ή διέκοψαν τη συνεργασία μαζί τους.

Ο κ. Νίκος Πεγειώτης, Partner και επικεφαλής του τμήματος Deals & Forensic Services της PwC στην Ελλάδα, σχολιάζει: «Συγκριτικά με το 2009, έχει σημειωθεί αύξηση κατά 5% του οικονομικού κόστους που έχουν υποστεί οι οργανισμοί ως αποτέλεσμα του οικονομικού εγκλήματος. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η παρούσα οικονομική κατάσταση θα οδηγήσει σε περισσότερα περιστατικά και σε περισσότερες μορφές διαφθοράς και οικονομικού εγκλήματος. Θα οδηγήσει όμως και στην ανακάλυψη περιστατικών, μέσω της εντατικοποίησης στοχευμένων ελέγχων.»

Επίσης, σε σχέση με το 2009, στην Ελλάδα σημειώνεται μία μικρή αύξηση στη συχνότητα διεξαγωγής διαδικασιών για την αξιολόγηση κινδύνων απάτης. Το 25% των συμμετεχόντων που δήλωσαν ότι έχουν πληγεί από οικονομικό έγκλημα, αναφέρουν ότι το ανακάλυψαν μέσω Εσωτερικού Ελέγχου, ενώ το ίδιο ποσοστό από εσωτερική πληροφόρηση.

«Ο Εσωτερικός Έλεγχος είναι μία από τις πιο αποτελεσματικές διαδικασίες ανίχνευσης οικονομικού εγκλήματος. Οι οργανισμοί που έχουν συστηματικές διαδικασίες, είναι σε θέση και να εντοπίζουν και να προλαμβάνουν συχνότερα τα περισσότερα περιστατικά απάτης», εξηγεί ο κ. Κυριάκος Ανδρέου, Partner και επικεφαλής των Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της PwC στην Ελλάδα.

Το έγκλημα στον κυβερνοχώρο
Τόσο στην Ελλάδα, όσο και διεθνώς, σχεδόν ένας στους δυο συμμετέχοντες δήλωσε ότι τους τελευταίους 12 μήνες δίνει περισσότερη προσοχή στο ηλεκτρονικό έγκλημα (computer crime ή cybercrime). Σε αντίθεση με τις άλλες μορφές οικονομικού εγκλήματος, το έγκλημα στον κυβερνοχώρο ενεργοποιείται με απίστευτη ταχύτητα και κρύβει νέους κινδύνους.

Σύμφωνα με τους συμμετέχοντες στην Ελλάδα, αλλά και στη Δυτική Ευρώπη και διεθνώς, οι χώρες από τις οποίες προέρχονται τα περισσότερα περιστατικά ηλεκτρονικού εγκλήματος είναι οι ΗΠΑ, Ρωσία, Χονγκ Κονγκ και Κίνα. Όσον αφορά στον κίνδυνο που προέρχεται μέσα από τον οργανισμό, οι περισσότεροι δήλωσαν ότι προέρχεται κυρίως από τα τμήματα Operations (39%) και Πληροφορικής (35%). Και περίπου οι μισοί από τους συμμετέχοντες είπαν ότι οι οργανισμοί είναι προσεκτικοί ως προς τη χρήση των social media από τους εργαζομένους τους.

Σύμφωνα με την έρευνα, οι οργανισμοί εκπαιδεύουν και ενημερώνουν των εργαζομένους τους κυρίως με emails και αφίσες, παρόλο που στην πλειοψηφία τους (46%) θεωρούν πιο αποτελεσματικά τα σεμινάρια.

Ο κ. Αστέριος Βουλανάς, Partner της PwC στην Ελλάδα, υπεύθυνος για Technology Risk Assurance & Forensic Technology Solutions, σχολιάζει: «Η εκπαίδευση και η ενημέρωση των εργαζομένων αποτελεί ισχυρό όπλο για την πρόληψη και για τον εντοπισμό του ηλεκτρονικού εγκλήματος και των περιστατικών απάτης. Μέχρι τώρα, οι περισσότεροι οργανισμοί έχουν επενδύσει αρκετά χρήματα σε τεχνολογίες, προσπαθώντας να αποτρέψουν το ηλεκτρονικό έγκλημα. Όμως η επένδυση στην εκπαίδευση των εργαζομένων, με στόχο την ευαισθητοποίηση και την ενημέρωσή τους, είναι αποτελεσματικότερη γιατί με αυτό τον τρόπο δημιουργούμε μία επιπλέον ‘ανθρώπινη ζώνη άμυνας’, ενώ μπορεί να αποτελεί και μια οικονομικότερη λύση.»

Τέλος, παρόλο που η μελέτη για την Ελλάδα δείχνει ότι το οικονομικό έγκλημα αντιμετωπίζεται με περισσότερη σοβαρότητα, δείχνει επίσης ότι οι επιχειρήσεις και οι οργανισμοί στη χώρα μας διστάζουν να δηλώσουν ότι έχουν πληγεί από οικονομικό έγκλημα, σε σύγκριση με τη Δυτική Ευρώπη και διεθνώς.