H Ευρώπη δεν έχει διδαχθεί τίποτε από το πρόσφατο παρελθόν και τις αιτίες που οδήγησαν στην άνοδο του ναζισμού στη Γερμανία. Την άποψη αυτή έχουν υποστηρίξει κατά καιρούς πολλοί αναλυτές σε Ευρώπη και ΗΠΑ αλλά αυτή τη φορά οι προειδοποιήσεις προέρχονται από γερμανό πολιτικό.

Σε συνέδριο που πραγματοποιήθηκε χθες στην Ιρλανδία ο ηγέτης του γερμανικού κόμματος των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) Ζίγκμαρ Γκάμπριελ δεν έκρυψε την ανησυχία του για όσα συμβαίνουν τους τελευταίους μήνες στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στην Ελλάδα.
«Τα μέτρα λιτότητας που εφαρμόζει η κυβέρνηση στην Ελλάδα είναι παράλογα και οδηγούν σε φαύλο κύκλο τη χώρα» υποστήριξε από το συνέδριο του Ινστιτούτου Διεθνών και Ευρωπαϊκών Ερευνών στο Δουβλίνο ο γερμανός πολιτικός.
Δεν δίστασε μάλιστα να γίνει ακόμα πιο σαφής σχετικά με τα «δεινά» που μπορεί να προκαλέσει αυτή η πολιτική. Θύμισε στο ακροατήριο ότι παρόμοια μέτρα είχε λάβει ο καγκελάριος Χάινριχ Μπρούνινγκ την περίοδο 1930-1932 μεσούσης της Μεγάλης Ύφεσης που έπληττε τότε τις ΗΠΑ με αντίκτυπο και στις ευρωπαϊκές οικονομίες.

Όμως η επιμονή του τότε καγκελάριου σε μέτρα λιτότητας και ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς «επέτεινε την οικονομική κρίση καθώς οδήγησε στην ανεργία έξι εκατομμύρια Γερμανούς και τελικά άνοιξε και το δρόμο στην άνοδο του ναζιστικού κόμματος» τόνισε ο Γκάμπριελ κάνοντας αναφορά στη «Δημοκρατία της Βαϊμάρης».

Η πολιτική που εντέλλεται το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις χώρες της Ευρώπης οδηγεί σε αδιέξοδο, συνέχισε ο ηγέτης των Σοσιαλδημοκρατών.
Πρόσθεσε ότι χωρίς πολιτικές μείωσης της ανεργίας και τόνωσης της ανάπτυξης η Ελλάδα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τα προβλήματά της.

Δημοψήφισμα και στη Γερμανία

Αναφερόμενος εμμέσως και στο δημοψήφισμα που τόση οργή προκαλεί στους ευρωπαίους ηγέτες σημείωσε ότι «καλό θα ήταν να ερωτηθεί και ο γερμανικός λαός για τις αλλαγές που επιφέρει στο Σύνταγμα η Συνθήκη της Λισαβόνας».
Ο ίδιος επέκρινε την οικονομική πολιτική της χώρας του που ενώ έχει συγκεντρώσει ένα τρισ. ευρώ σε πλεόνασμα δεν διαθέτει τα κεφάλαια αυτά σε κονδύλια για την πραγματική οικονομία αλλά τα διοχετεύσει σε επενδύσεις υψηλού ρίσκου.

Όμως δεν παρέκαμψε την κριτική και προς τις κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών χωρών του Νότου που αντί να επωφεληθούν από το φθηνό δανεισμό των πρώτων ετών εισόδου στην ευρωζώνη, κατασπατάλησαν κεφάλαια που θα μπορούσαν να βελτιώσουν τις υποδομές και την ανταγωνιστικότητα των οικονομιών.

Παραδέχτηκε, τέλος, ότι η λύση για την Ευρώπη περνά μέσα από την ενίσχυση της Ένωσης σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο «κάτι που όμως δύσκολα θα αποδεχθούν οι ευρωπαίοι πολίτες».