Στα χέρια των υπουργείων οικονομικών των χωρών της ευρωζώνης βρίσκονται εδώ και λίγες ώρες τα πλήρη κείμενα των εκθέσεων για την ελληνική οικονομία που συνέταξαν κατά τη διάρκεια των επισκέψεών τους στην Αθήνα, τα στελέχη της τρόϊκας.

Επί της ουσίας πρόκειται για δύο εκθέσεις:

-Η πρώτη αφορά την προσαρμογή της χώρας στις επιταγές του μνημονίου, βάσει της οποίας θα εκταμιευτεί η επόμενη, έκτη, δόση των δανείων προς την Ελλάδα
-Η δεύτερη θα αφορά το ζήτημα της βιωσιμότητας του ελληνικού δημόσιου χρέους.
Καλά πληροφορημένες πηγές ανέφεραν σήμερα από τις Βρυξέλλες ότι από την «έκθεση προσαρμογής» θα προκύπτει το συμπέρασμα ότι πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την εκταμίευση των 8 δις ευρώ, που η χώρα έχει λαμβάνειν.

Θα επισημαίνεται βεβαίως η ανάγκη πιστής εφαρμογής των συμπεφωνημένων.

Σε ό,τι αφορά τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, με την οποία συναρτάται ως γνωστόν η συνέχιση των χρηματοδοτήσεων από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η έκθεση προσδιορίζει τα σενάρια βάσει των οποίων, με χρονικό ορίζοντα το 2020, το ελληνικό δημόσιο χρέος μπορεί να θεωρηθεί βιώσιμο, δηλαδή εξυπηρετήσιμο. Σύμφωνα με κοινοτικές πηγές το ΔΝΤ εμφανίζεται προς το παρόν εξαιρετικά επιφυλακτικό.
Τα σενάρια αυτά αποτελούν ήδη αντικείμενο μελέτης όχι μόνων των κυβερνητικών και διεθνών αρχών αλλά και του λεγόμενου ιδιωτικού τομέα, από τη συμβολή του οποίου εξαρτάται πλέον και εν πολλοίς η βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας. Και αυτό, διότι όπως οι πάντες πλέον συμφωνούν, στη σύνοδο κορυφής της 21ης Ιουλίου υπερεκτιμήθηκαν τα προσδοκώμενα οφέλη, τόσο από την αποκρατικοποίηση της ελληνικής δημόσιας περιουσίας, όσο και από το «κούρεμα» κατά 21% της αξίας των ελληνικών κρατικών ομολόγων.
Σε ό,τι αφορά την αποκρατικοποίηση της δημόσιας περιουσίας, όλο και περισσότεροι, όπως ο Ζακ Ντελόρ, σημειώνουν πως θα πρέπει να προηγηθεί η «αξιοποίησή» της, διότι αλλιώς θα εκποιηθεί με πενιχρά αποτελέσματα. Σε ό,τι αφορά το «κούρεμα», το 21% ανήκει πλέον στο παρελθόν και ήδη γίνεται λόγος για διπλασιασμό του. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα νέο πρόγραμμα για την Ελλάδα το οποίο θα «εξισορροπεί» τις πρόσθετες αρνητικές επιπτώσεις στους τομείς των τραπεζών και των ασφαλιστικών ταμείων.
Οι προαναφερθείσες εκθέσεις θα μελετηθούν εντατικά τις επόμενες ώρες και στη συνέχεια θα έλθουν προς συζήτηση στη μεθαυριανή σύνοδο των υπουργών οικονομίας της ευρωζώνης στις Βρυξέλλες . Ωστόσο τα πράγματα έχουν περιπλακεί από το γεγονός ότι το ζήτημα του «κουρέματος» του ελληνικού χρέους – ώστε αυτό να καταστεί βιώσιμο, συνδέεται κατά κάποιο τρόπο με το ζήτημα της ενίσχυσης της κεφαλαιακής βάσης των ευρωπαϊκών τραπεζών που θεωρείται πλέον εκ των ων ουκ άνευ για τη σταθεροποίηση της παγκόσμιας οικονομίας.
Οι πρόσφατες προτάσεις Μπαρόζο περί αύξησης των «σκληρών ιδίων κεφαλαίων» των ευρωπαϊκών τραπεζών έχουν προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις και ήδη η διαμάχη έχει λάβει το χαρακτήρα ενός «μπρα ντε φερ» ανάμεσα στους ευρωπαίους τραπεζίτες και πολιτικούς. Και όχι μόνο. Η διαμάχη έχει αγγίξει τον γαλλογερμανικό άξονα, αφού η Γερμανία δεν δέχεται να χρησιμοποιηθούν τα χρήματα του ευρωμηχανισμού οικονομικής βοήθειας (EFSF) – τον οποίο χρηματοδοτεί κατά περίπου 30% – για να ενισχυθεί η κεφαλαιακή βάση των τραπεζών των μεγάλων χωρών.

Από την άλλη πλευρά, η Γαλλία γνωρίζει ότι αν τελικώς κληθεί να ενισχύσει τις τράπεζές της με εθνικά κρατικά κονδύλια τότε μεγαλώνει ο κίνδυνος να δεί σε μερικούς μήνες την πιστοληπτική της ικανότητα να υποβαθμίζεται, χάνοντας τα περίφημα τρία Α των διεθνών οίκων αξιολόγησης. Στην περίπτωση αυτή ο Νικολά Σαρκοζί θα δεί να χάνονται και οι όποιες ελπίδες έχει να επικρατήσει στις προεδρικές εκλογές του 2012.

Επισήμως πάντως τόσο οι γαλλικές όσο και οι γερμανικές αρμόδιες αρχές βεβαίωσαν τις τελευταίες μέρες ότι οι τράπεζές τους είναι σε θέση να ενισχύσουν την κεφαλαιακή τους βάση προσφεύγοντας σε ιδιωτικά χρήματα, δηλαδή είτε στα δικά τους, είτε αναζητώντας συνεργασίες. Ωστόσο, τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στις εθνικές πρωτεύουσες διεξάγονται ήδη παρασκηνιακές διαβουλεύσεις ως προς τις διαδικασίες που θα ακολουθηθούν σε περίπτωση που τράπεζες χρειασθούν δημόσια χρήματα, αλλά και ως προς το τι μέλλει γενέσθαι με τις τράπεζες αυτές. Αν υπάρχει κάτι που στην παρούσα φάση είναι βέβαιο είναι ότι οι διαβουλεύσεις επί όλων αυτών των θεμάτων θα συνεχισθούν και μετά τη σύνοδο κορυφής της ερχόμενης Κυριακής.
Η συζήτηση αυτή εμπλέκει φυσικά και τον ευρωμηχανισμό EFSF, ο ρόλος του οποίου, μετά την περιπετειώδη υιοθέτηση της αύξησης των αρμοδιοτήτων του από τα εθνικά κοινοβούλια, τελεί υπό συζήτηση. Επί της ουσίας η συζήτηση δεν αφορά την αύξηση των πόρων του, αλλά τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαν οι πόροι του να χρησιμοποιηθούν. Μετά την απόρριψη της γαλλικής ιδέας περί μετεξέλιξής του σε ένα ιδιόμορφο τραπεζικό ίδρυμα που με τις πλάτες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα παρενέβαινε στις αγορές των κρατικών ομολόγων, φαίνεται να κερδίζει έδαφος η ιδέα περί διεύρυνσης των αρμοδιοτήτων του κατά τρόπο ώστε να παρέχει εγγυήσεις στους κατόχους κρατικών ομολόγων χωρών της ευρωζώνης. Κάθε λύση έχει για κάποιους και υπέρ και κατά, σημείωνε κοινοτική πηγή. Συνεπώς και επί του θέματος αυτού οι διαβουλεύσεις δεν αναμένονται εύκολες.

Σήμα κινδύνου από Μπαρόζο

Σε ό,τι αφορά τις διαθέσεις των ευρωπαίων ηγετών έναντι της Ελλάδας μια πρώτη γεύση έδωσε σήμερα από τις Βρυξέλλες ο πρόεδρος της Επιτροπής Ζοσέ Μπαρόζο ο οποίος αφού αναγνώρισε ότι η περίοδος που διέρχεται η χώρα είναι επώδυνη, τόνισε ότι και άλλες χώρες όπως η Λετονία και η Ιρλανδία διήλθαν ενδεχομένως πιο επώδυνες περιόδους προσαρμογής και σήμερα εμφανίζουν αναπτυξιακές προσαρμογές. Επισήμανε επίσης τις αδυναμίες της ελληνικής δημόσια διοίκησης, προβάλλοντας το γεγονός ότι παρά τις ανάγκες της χώρας, 15 δις ευρώ που δικαιούται, παραμένουν αναξιοποίητα στις Βρυξέλλες. Παράλληλα επανέλαβε ότι τα κονδύλια αυτά θα μπορούσαν να λάβουν και τη μορφή εγγυήσεων προς τις τράπεζες για να χρηματοδοτήσουν επενδυτικές δραστηριότητες, πρωτίστων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Ο πρόεδρος της Επιτροπής επανέφερε και την πρόταση περί μεγάλων πανευρωπαϊκών ομολογιακών δανείων ύψους 50 δις ευρώ για την εκτέλεση έργων υποδο μής στις μεταφορές και τις τηλεπικοινωνίες.
Τα προαναφερθέντα ζητήματα αναμένεται να αποτελέσουν τα βασικά αντικείμενα των διαβουλεύσεων κορυφής στις Βρυξέλλες κατά το ερχόμενο σαββατοκύριακο. Για ορισμένα εξ αυτών, όπως η εκταμίευση της ερχόμενης δόσης των δανείων προς την Ελλάδα, θα ληφθούν αποφάσεις, ενώ για άλλα όχι.

Παράλληλα θα ξεκινήσουν οι διαβουλεύσεις για την αναθεώρηση των κοινοτικών συνθηκών ούτως ώστε να είναι σαφές ότι εφεξής θα τηρείται από όλες τις χώρες της ευρωζώνης σιδηρά δημοσιονομική πειθαρχία. Αν δεν τηρείται θα μπορούν να την επιβάλλουν οι Βρυξέλλες, ή ακόμη και το Ευρωπαϊκο Δικαστήριο από το Λουξεμβούργο. Για το Βερολίνο αυτό έχει πρωταρχική σημασία, ιδίως στην προοπτική έκδοσης, κάποια στιγμή στο άδηλο μέλλον, ευρωομολόγων. Όμως η εμμονή του γαλλογερμανικού άξονα να προκαθορίζει τις αποφάσεις της ευρωζώνης και οι αντιδράσεις που έχουν προκληθεί προϊδεάζουν πως και στον τομέα αυτό οι διαβουλεύσεις δεν θα είναι εύκολες και ότι για να υπάρξουν συμφωνίες απαιτείται χρόνος. Χρόνος τον οποίο οι όλο και περισσότερο ανισόρροπες αγορές δεν φαίνονται διατεθειμένες να παράσχουν.

Ο κ. Μπαρόζο αναφέρθηκε σε κρίσιμη στιγμή που μπορεί να είναι αποφασιστική για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης προειδοποιώντας τους ευρωπαίους ηγέτες που θα συναντηθούν το προσεχές σαββατοκύριακο (Σύνοδος Κορυφής) ότι «οι στιγμές απαιτούν ξεκάθαρη και αποφασιστική απάντηση».