«Οι Έλληνες εξοργίζουν αυτούς που τους βοηθούν», «Το Βερολίνο χάνει την υπομονή του έναντι της Αθήνας» «Ο κυβερνητικός συνασπισμός ασκεί κριτική στην Ελλάδα» – αυτοί και άλλοι παρόμοιοι τίτλοι στόλιζαν σήμερα τα ηλεκτρονικά πρωτοσέλιδα των γερμανικών εφημερίδων.

Η αφορμή για την έκρηξη οργής ήταν οι «αδικαιολόγητες» για τους Γερμανούς καθυστερήσεις που παρατηρούνται στην εφαρμογή του ελληνικού «μεσοπρόθεσμου», κάτι που προκάλεσε και τη θεαματική αποχώρηση των εκπροσώπων της τρόικας από την Αθήνα στα τέλη της περασμένης εβδομάδας.

Το αποτέλεσμα ήταν ένα μπαράζ επικριτικών δηλώσεων στο Βερολίνο. «Η Ευρώπη θέλει να βοηθήσει την Ελλάδα. Αλλά η ελληνική κυβέρνηση έχει κι αυτή καθήκον να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για επιτυχία της βοήθειας, με συνεπείς προσπάθειες λιτότητας και ιδιωτικοποιήσεις» δήλωσε ο γενικός γραμματέας του συγκυβερνώντος χριστιανοδημοκρατικού κόμματος CDU Χέρμαν Γκρόε.

Πολύ πιο απερίφραστη ήταν η τοποθέτηση του αντιπροέδρου της Βουλής και ανώτατου στελέχους του επίσης συγκυβερνώντος κόμματος των Ελεύθερων Δημοκρατών Χέρμαν Ότο Σολμς. «Η Ελλάδα μετατρέπεται σε μια διαρκή εστία ανησυχίας μην μπορώντας να λύσει έγκαιρα το πρόβλημα των χρεών της» είπε. «Γι αυτό πρέπει να σκεφτούμε, εάν τυχόν η αναδιάρθρωση και η έξοδος της χώρας από το ευρώ προσφέρουν καλύτερες προοπτικές για τη νομισματική ένωση για την Ελλάδα».

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η δήλωση του χριστιανοδημοκράτη προέδρου της επιτροπής εσωτερικών υποθέσεων της Βουλής Βόλφγκανγκ Μπόσμπαχ. «Με το δεύτερο πακέτο διάσωσης αγοράζουμε μόνο χρόνο, αλλά δεν επιλύουμε το πρόβλημα στη βάση του»είπε. «Η Ελλάδα θέλει μεν να γίνει ανταγωνιστική υπό τους όρους του ευρώ. Δυστυχώς όμως δεν μπορεί».

Οι κ.κ.Σολμς και Μπόσμπαχ είναι τα πρώτα «τρανταχτά» ονόματα του κυβερνητικού συνασπισμού που μιλούν ανοικτά για αποχώρηση της Ελλάδας από την ευρωζώνη. Είχαν προηγηθεί, ήδη από το 2010, δευτεροκλασάτα στελέχη, όπως ο βουλευτής των Ελεύθερων Δημοκρατών Φράνκ Σέφλερ, τα οποία όμως δεν λαμβάνονταν σοβαρά υπόψη στο Βερολίνο.

Το ρεύμα αυτό φαίνεται όμως να φουσκώνει τώρα στη Γερμανία. Και αυτό για πολλούς λόγους:

– Πρώτον, επειδή τα δυο κυβερνητικά κόμματα υπέστησαν τους περασμένους έξη μήνες την μια εκλογική πανωλεθρία μετά την άλλη, με τελευταία την χθεσινή στο κρατίδιο Μέκλεμπουργκ-Φορπόμερν, όπου οι Χριστιανοδημοκράτες έπεσαν από το 28,8% στο 23,1% των ψήφων, ενώ οι Ελεύθεροι Δημοκράτες έμειναν εκτός της τοπικής Βουλής κατρακυλώντας στο 2,7% (2006:9,6%).

– Δεύτερον, επειδή στο εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού πληθαίνουν οι φωνές εκείνων, που τάσσονται κατά της παροχής του δεύτερου πακέτου βοήθειας προς την Ελλάδα και τον διπλασιασμό του ποσού για την ευρωπαϊκή προστατευτική ομπρέλα FSEF. Ο αριθμός των «αντιφρονούντων» ανέρχεται, σύμφωνα με υπολογισμούς των ίδιων, σε 40-50. Και αυτό θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την κυβέρνηση της Άνγκελα Μέρκελ στην ψηφοφορία για τα δύο αυτά θέματα στη γερμανική Βουλή στις 29 Σεπτεμβρίου, δεδομένου, ότι η κυβερνητική αυτοδυναμία περιορίζεται σε 20 βουλευτές.

– Τρίτον, επειδή, στο θέμα της βοήθειας θα εμπλακεί ενεργά και το συνταγματικό δικαστήριο της Καρλσρούης. Η κυρίαρχη άποψη είναι, ότι η απόφαση που θα εκδώσει την ερχόμενη Τετάρτη (ύστερα από αγωγή των αντιπάλων της βοήθειας) δεν θα δικαιώνει τους ενάγοντες, θα δίνει όμως περισσότερα δικαιώματα συναπόφασης στο κοινοβούλιο – κάτι που θα κάνει δυσκολότερη την παροχή της.

– Τέταρτον, επειδή ορισμένα κράτη της ευρωζώνης με επικεφαλής τη Φιλανδία ζητούν «απαράδεκτα», σύμφωνα με το ΔΝΤ, «ενέχυρα» για τέτοια βοήθεια, θέτοντας έτσι υπό κίνδυνο την παροχή της βοήθειας.

– Πέμπτον, επειδή οι επενδυτές με επικεφαλής τις τράπεζες «τσινούν» και δεν συμμετέχουν στο συμφωνηθέντα βαθμό – κατά 90%! – στην αντικατάσταση των ελληνικών χρεογράφων τους με νέα (rollover), απειλώντας έτσι επίσης με αποτυχία τη συμφωνία της συνόδου κορυφής της 21ης Ιουλίου.

– Και έκτον, επειδή το γενικότερο κλίμα διεθνώς δεν ευνοεί την ουσιαστική μετεξέλιξη τέτοιων βοηθειών. Παράδειγμα, η δήλωση του αμερικανικού οίκου αξιολόγησης S&P, ότι σε περίπτωση της έκδοσης ευρωομολόγων, η εταιρία του θα τα βαθμολογήσει στη βάση της πιστοληπτικής ικανότητας της οικονομικά χειρότερης χώρας της ευρωζώνης. «Θα γίνουμε όλοι Ελλάδα!» τιτλοφόρησε χαρακτηριστικά η εφημερίδα «Sueddeutsche Zeitung». «Τα ευρωομόλογα θα έχουν εξαρχής την αξία σκουπιδιών».

Όλοι αυτοί οι λόγοι δείχνουν, ότι τα κυβερνητικά κόμματα θα προσπαθήσουν μελλοντικά να μετατρέψουν την Ελλάδα ακόμη περισσότερο σε αποδιοπομπαίο τράγο – εμφανίζοντας την ως την κύρια αιτία της κρίσης του ευρώ και αποσπώντας έτσι την προσοχή των ψηφοφόρων από τα δικά τους εγκληματικά σφάλματα στην ευρωπαϊκή πολιτική τους.

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια, ότι η στάση των κ.κ.Σολμς και Μπόσμπαχ θα γίνει αυτόματα και κυβερνητική γραμμή. Το πιθανότερο είναι, ότι η κ.Μέρκελ θα επιτύχει τελικά την έγκριση της βοήθειας και του EFSF κάμπτοντας τελικά – με το «καλό» ή με το «στανιό» – τις αντιρρήσεις των περισσότερων «αντιφρονούντων» της παράταξής της.

Όμως ένα υπόλοιπο ρίσκου μένει. Κι αυτό αυξάνει καθημερινά λόγω της δυναμικής της κρίσης. Έτσι στενεύουν επιπλέον τα χρονικά όρια για την Ελλάδα. Και αυτό προμηνύει νέες απειλητικές «νουθεσίες» από το Βερολίνο – και πρόσθετες πιέσεις για τη λήψη «νέων μέτρων».