Ακόµη και σε περίοδο κρίσης η χώρα µας κατάφερε να «βελτιώσει» ένα ρεκόρ που κατείχε. Αυτό της υπερφορολόγησης της χρήσης υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας.

Αρκεί µια ανάγνωση οποιουδήποτε λογαριασµού προκειµένου να εξαχθεί το συµπέρασµα ότι για κάθε 10 ευρώ που καταβάλλει ο χρήστης κινητής τηλεφωνίας ένα ποσό ύψους από 3,7 έως και 4,8 ευρώ (δηλαδή περίπου το µισό) πηγαίνει στο κράτος, µε τη µορφή ειδικού τέλους αλλά και του αυξηµένου ΦΠΑ 23%. Το ίδιο ισχύει, βέβαια, και για τους κατόχους καρτοκινητών. Για κάθε 10 ευρώ που πληρώνουν για κάρτα ανανέωσης ένα ποσό της τάξεως των 3,8 ευρώ περίπου πηγαίνει στο κράτος.

Ετσι η χώρα µας µέσα σε περίπου έναν χρόνο από την εφαρµογή των νέων υψηλότερων συντελεστών κατάφερε να πλησιάσει κατά πολύ την Τουρκία, η οποία κατέχει τα πρωτεία στον πίνακα της παγκόσµιας κατάταξης των χωρών µε υπερφορολόγηση της κινητής τηλεφωνίας, µε ποσοστό 45%.

Για την υπερβολική επιβάρυνση των καταναλωτών αλλά και την απώλεια εσόδων για το κράτος εξαιτίας του φορολογικού µοντέλου των υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας έχει ήδη κάνει εµπεριστατωµένη αναφορά και το Οικονοµικό Πανεπιστήµιο Αθηνών σε πρόσφατη µελέτη του σε συνεργασία µε την ICAP. Οπως αναφερόταν στη µελέτη, το 42% των λογαριασµών συµβολαίων και το 35,5% των καρτοκινητών αντιπροσωπεύουν έµµεσους φόρους που εισπράττονται από το κράτος. Ουσιαστικά, οι συνεχείς αυξήσεις του τέλους κινητής τηλεφωνίας αντισταθµίζουν τις µειώσεις των τιµών κινητής τηλεφωνίας, επιβαρύνοντας σηµαντικά τους λογαριασµούς των καταναλωτών.

Σηµειώνεται ότι µεγάλο πλήγµα για την κινητή τηλεφωνία ήταν και η ταυτοποίηση των καρτοκινητών, η οποία ολοκληρώθηκε πριν από περίπου έναν χρόνο. Υπολογίζεται ότι οι εταιρείες έχασαν έναν σηµαντικό αριθµό πελατών καρτοκινητής, η οποία προτού ισχύσει το µέτρο της ταυτοποίησης αντιστοιχούσε στο 70% των εσόδων. Παράλληλα, δαπάνησαν ένα ποσό της τάξεως των 35 έως 40 εκατ. ευρώ, εφάπαξ, προκειµένου να «στηθούν» και να υποστηριχθούν τεχνικά οι διαδικασίες ταυτοποίησης και αποθήκευσης δεδοµένων για τα καρτοκινητά. Ακόµη, η αλλαγή του τρόπου διανοµής της καρτοκινητής τηλεφωνίας σύµφωνα µε την ΕΕΚΤ είχε επιπτώσεις και σε ευρύτερες επαγγελµατικές οµάδες που εµπλέκονται στη διάθεση καρτών ανανέωσης χρόνου οµιλίας, όπως χονδρέµποροι, διανοµείς, περιπτερούχοι κ.λπ.

Απώλειες εσόδων

Σηµαντικές όµως είναι και οι απώλειες εσόδων του κράτους. Η υπερβολική φορολογία έχει ως αποτέλεσµα τη χαµηλότερη χρήση των υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας, πράγµα που µεταφράζεται σε µειωµένα έσοδα για το κράτος και πιο συγκεκριµένα σε: µείωση της συνεισφοράς του κλάδου στο ΑΕΠ κατά 17%, µείωση των θέσεων εργασίας στον κλάδο κατά 17 χιλιάδες, µείωση κατά €70 εκατ. της συνολικής συνεισφοράς του κλάδου στα δηµόσια έσοδα και τις ασφαλιστικές εισφορές, σε σχέση µε το 2009.

Σύµφωνα µε τη µελέτη, ενδεχόµενη µείωση του ειδικού τέλους κινητής τηλεφωνίας θα είχε πολλαπλά θετικά οφέλη τόσο για τους καταναλωτές όσο και για την πορεία των δηµοσίων οικονοµικών, καθώς θα οδηγούσε σε ενίσχυση της χρήσης και κατά συνέπεια σε υψηλότερα έσοδα από ΦΠΑ. Συγκεκριµένα, εκτιµάται ότι µείωση του ειδικού τέλους κατά 25% θα ενίσχυε τη συνεισφορά του κλάδου στο ΑΕΠ κατά µισή µονάδα, στο 1,6%, µε τη δηµιουργία 4 χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας και καθαρή αύξηση των δηµοσίων εσόδων κατά 3 εκατ. ευρώ. Το τρέχον φορολογικό µοντέλο των υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας, επισηµαίνεται στη µελέτη, οδηγεί την αγορά σε δραµατική συρρίκνωση και κατά συνέπεια σε µείωση των κρατικών εσόδων. Μόνο η υιοθέτηση µιας νέας φορολογικής πολιτικής απέναντι στον κλάδο που να βασίζεται σε µακροπρόθεσµο σχεδιασµό θα επιτρέψει στην κινητή τηλεφωνία, έναν από τους πιο σηµαντικούς κλάδους της οικονοµίας, να εκπληρώσει τον ευρύτερο ρόλο της απέναντι στους πολίτες και στην οικονοµία.

Οπως είχε επισηµάνει ο πρόεδρος της Ενωσης Εταιρειών Κινητής Τηλεφωνίας (ΕΕΚΤ) κ. Γ. Στεφανόπουλος προς «Το Βήµα» σε πρόσφατες δηλώσεις του, « στη συγκεκριµένη οικονοµική συγκυρία θα ήταν µάλλον αδύνατο να ικανοποιηθεί αίτηµα για µείωση των συντελεστών φορολόγησης χρήσης κινητής τηλεφωνίας. Οπωσδήποτε, όµως, θα πρέπει µελλοντικά να ξανασυζητηθεί το θέµα της µείωσης του ειδικού τέλους κινητής τηλεφωνίας, το οποίο έχει ως αποτέλεσµα την επιβάρυνση των λογαριασµών κινητής τηλεφωνίας σε ποσοστό ακόµη και 42%».

Παράπλευρες απώλειες

Η υπερφορολόγηση της κινητής τηλεφωνίας δεν βλάπτει µόνο τις τσέπες των καταναλωτών αλλά δηµιουργεί και άλλου είδους δυσάρεστες επιπτώσεις.

Στην υπερβολική φορολογία αποδίδεται και η καθυστέρηση της ανάπτυξης του mobile broadband στη χώρα µας σε σχέση µε τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ.

Η αγορά αυτή µπορεί να αποτελέσει σηµαντική πηγή εσόδων και ανάπτυξης για τον κλάδο στη χώρα µας _ υπολείπεται σηµαντικά του ευρωπαϊκού µέσου όρου. Στην Ελλάδα η διείσδυση για κάρτες κινητής ευρυζωνικότητας πριν από ένα χρόνο ανερχόταν µόλις σε 2%, ενώ αντίστοιχα το ποσοστό διείσδυσης στην ΕΕ είναι 5,2%. Ο ετήσιος ρυθµός ανάπτυξης του mobilebroadband στην Ελλάδα είναι 25%, ενώ στην ΕΕ αγγίζει το 86%.

Σύµφωνα µε σχετικές µελέτες αν το ρυθµιστικό και φορολογικό περιβάλλον δεν αλλάξουν, η διείσδυση της κινητής ευρυζωνικότητας το 2015 θα φτάσει µόλις το 7,7%, ενώ στην περίπτωση που η πολιτεία διευκολύνει την ανάπτυξη, η διείσδυση θα φτάσει το 37,3%.

Η επικράτηση του δεύτερου σεναρίου συνεπάγεται ενισχυµένη συνεισφορά του κλάδου στο ΑΕΠ κατά 0,5% από την πλευρά της προσφοράς (1,2 δισ. ευρώ) και 1,6% από τη χρήση mobile broadband, διασφάλιση 22 χιλ. περισσότερων θέσεων εργασίας και υψηλότερη συνεισφορά στα δηµόσια έσοδα κατά 600 εκατ. ευρώ. Μια άλλη επίπτωση της υψηλής φορολογίας χρήσης υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας είναι και αυτή της αγοράς ηλεκτρονικών συσκευών. Σύµφωνα µε πρόσφατη µελέτη της GfK η οποία αφορά τα αποτελέσµατα για το πρώτο τρίµηνο του 2011 στην ελληνική αγορά των τεχνολογικών καταναλωτικών αγαθών παρατηρείται πτώση 29,5% στις πωλήσεις σε ετήσια βάση.

Η πτώση αυτή θεωρείται αποτέλεσµα της συρρίκνωσης του διαθέσιµου εισοδήµατος λόγω των αυστηρών οικονοµικών κυβερνητικών µέτρων. Η γενική αγορά των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών προϊόντων ανήλθε σε 557,8 εκατοµµύρια ευρώ, ωστόσο το πλέον ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι η µείωση στις πωλήσεις τον Μάρτιο του 2011 σε σχέση µε τον Μάρτιο του 2010 είναι ακόµη µεγαλύτερη, κάτι που αποδίδεται στο ότι τον περασµένο Μάρτιο αναγγέλθηκε η πρώτη αύξηση του ΦΠΑ και πολλοί καταναλωτές έκαναν τις αγορές τους πριν από την εφαρµογή της αύξησης, συσσωρεύοντας µε αυτό τον τρόπο την κατανοµή των πωλήσεων στην αρχή του χρόνου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ