Η γραφειοκρατία των «χαρτογιακάδων» στο υπουργείο Οικονομικών αλλά και η αδυναμία συνεννόησης μέσα στην κυβέρνηση στερούν από το Μαντούδι της Εύβοιας 300 νέες θέσεις εργασίας που τις έχει απόλυτη ανάγκη, «απαγορεύουν» σε περίπου 400 απολυμένους να εισπράξουν τα δεδουλευμένα τους που ανέρχονται σε 3 εκατ. ευρώ, ενώ τελικά εμποδίζουν και το ίδιο το Δημόσιο να εισπράξει οφειλόμενα ποσά που του αναλογούν, τα οποία φθάνουν τα 7 εκατ. ευρώ.

Η ιστορία της μεταλλευτικής εταιρείας ΒΙΟΜΑΓΝ στη Βόρεια Εύβοια, αν δεν ήταν τόσο σοβαρή σε μια περιοχή της χώρας με τεράστια ανεργία, σίγουρα θα αποτελούσε υλικό για συγγραφή θεατρικού έργου του παραλόγου.

Η ΒΙΟΜΑΓΝ είναι τα παλαιά μεταλλεία Παπαστρατή στη Βόρεια Εύβοια, τα οποία στη συνέχεια εξαγοράστηκαν από τον επιχειρηματία Ιωάννη Βαρβούτη και λειτούργησαν με αυτή την επωνυμία. Η επιχείρηση υπό την καθοδήγηση του κ. Ι. Βαρβούτη χρεοκόπησε και την περίοδο 2000- 2001 κηρύχθηκε σε πτώχευση, αφήνοντας στον δρόμο πάνω από 400 ανέργους. Αρκετά χρόνια μετά, δίδεται η ευκαιρία να επαναλειτουργήσει η εταιρεία με 300 θέσεις εργασίας και με την προϋπόθεση να πληρωθούν τα δεδουλευμένα στους περίπου 400 απολυμένους, αλλά και να εισπράξει η Εφορία και το ΙΚΑ τα οφειλόμενα του 1999 που φθάνουν τα 7 εκατ. ευρώ. Με το θέμα αυτό ασχολούνται τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, ύστερα από παροτρύνσεις μιας επιτροπής κατοίκων του Μαντουδίου που θέλουν την αναβίωση της εταιρείας, οι βουλευτές όλων των κομμάτων του Νομού Ευβοίας.

Οι βουλευτές επισκέφθηκαν είτε όλοι μαζί είτε κατά μόνας τον υπουργό Οικονομίας Γ.Αλογοσκούφη και τον υπουργό Ανάπτυξης Δ.Σιούφα. Αμφότεροι οι υπουργοί αναγνώρισαν ότι η εταιρεία πρέπει να επαναλειτουργήσει για να αναθερμανθεί λίγο η απασχόληση στην προβληματική περιοχή και έκαναν και ανάλογες ενέργειες προς την κατεύθυνση αυτή. Το «κλειδί» της ιστορίας είναι να μην ολοκληρωθεί η εκκαθάριση και διαλυθεί οριστικά η εταιρεία, αλλά να υπάρξει αναβίωση, όπως γίνεται στις περιπτώσεις εξυγίανσης των επιχειρήσεων που υπάγονται στο άρθρο 44 του Ν. 1892/1990. Αλλωστε με υπαγωγή σε αυτή τη ρύθμιση διασώθηκαν προσφάτως και δύο ποδοσφαιρικές εταιρείες, η ΠΑΕ ΑΕΚ και η ΠΑΕ Αρης, οι οποίες διαφορετικά θα είχαν οδηγηθεί σε πλήρη εκκαθάριση και σε διάλυση.

Με την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 44 όποιος επενδυτής αναβιώσει τη ΒΙΟΜΑΓΝ θα πρέπει να καταβάλει 3 εκατ. ευρώ που είναι τα δεδουλευμένα στους 400 απολυμένους, περίπου 7 εκατ. ευρώ στην Εφορία και στο ΙΚΑ και περίπου 8 εκατ. ευρώ σε μια πλειάδα πιστωτών που ξεκινούν από μεγάλους προμηθευτές και φθάνουν ως και σε εστιατόρια της περιοχής. Ως εδώ όλα καλά και όποιος επενδυτής θελήσει να ξαναλειτουργήσει τη ΒΙΟΜΑΓΝ οφείλει να καταβάλει αυτά τα 18 εκατ. ευρώ. Στην κατεύθυνση αυτή κινήθηκαν- δραστήρια, είναι η αλήθεια- τόσο ο κ. Σιούφας όσο και ο κ. Αλογοσκούφης. Το θέμα «κόλλησε» όταν ανακατεύθηκαν οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών ώστε να υπάρξει η απαραίτητη φορολογική κάθαρση.

Εκεί οι υπάλληλοι του υφυπουργού κ. Αντ.Μπέζα, εντελώς παράδοξα και εφαρμόζοντας ρυθμίσεις που αφορούν λειτουργούσες επιχειρήσεις (ενώ η ΒΙΟΜΑΓΝ είναι κλειστή από το 2000), θεώρησαν αυθαίρετα ως κέρδη όλα τα ποσά τα οποία η πτωχευμένη εταιρεία δεν κατέβαλε στους πιστωτές της και μάλιστα τα φορολόγησε. Τώρα, πώς γίνεται μια επιχείρηση που είναι κλειστή και έχει μηδενικό τζίρο επί έξι χρόνια, χωρίς μάλιστα να προβαίνει σε οποιεσδήποτε πράξεις τής αποφέρουν έσοδα, να θεωρείται ότι έχει κέρδη, αυτό είναι από τα παράλογα της ελληνικής πραγματικότητας που μόνον οι γραφειοκράτες του υπουργείου Οικονομικών μπορούν να εξηγήσουν.

Δηλαδή, με απλά λόγια, ένας υποψήφιος επενδυτής που θέλει να πάρει τη ΒΙΟΜΑΓΝ θα πρέπει δικαίως να πληρώσει τις υποχρεώσεις της προς τους απολυμένους, το Δημόσιο και τους πιστωτές που φθάνουν τα 18 εκατ. ευρώ, αλλά επιπλέον θα πρέπει να πληρώσει και υπέρογκους φόρους για το ποσό αυτό, ωσάν αυτά τα χρήματα να ήταν κέρδη της εταιρείας που παραμένει κλειστή! Επιπλέον, η συμπεριφορά αυτή των εφοριακών συνιστά και αθέμιτο ανταγωνισμό, αφού όσες επιχειρήσεις υπάγονται στο άρθρο 44 όχι μόνο δεν καταβάλλουν φόρο εισοδήματος για τα ποσά αυτά αλλά επιπλέον απαλλάσσονται από κάθε φόρο υπέρ του Δημοσίου. Μπροστά στις έντονες διαμαρτυρίες των βουλευτών του Νομού Εύβοιας ο κ. Μπέζας παρέπεμψε το θέμα στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους με τέσσερις μήνες καθυστέρηση, ενώ παραμένει παντελώς άγνωστο πότε θα εκδοθεί απόφαση του συμβουλίου.