Η ελληνική οικονομία υφίσταται σήμερα τη διεθνή πιστωτική κρίση, αιμορραγεί με το δικό της πρωτοφανές έλλειμμα στο ισοζύγιο πληρωμών και είναι ανήμπορη να συλλέξει επαρκή δημοσιονομικά έσοδα για να χρηματοδοτήσει κάποιες σοβαρές αναπτυξιακές πρωτοβουλίες. Μερικές από αυτές τις δοκιμασίες τις υφίσταται ως εισαγόμενα κακά, άλλες όμως επωάστηκαν εσωτερικά ως αποτέλεσμα συλλογικής ανεμελιάς, τραπεζικής απληστίας ή κυβερνητικής απρονοησίας.


Στον πιστωτικό τομέα το έναυσμα δόθηκε μεν από τις αμερικανικές τράπεζες με τα μαζικά επισφαλή στεγαστικά, σχεδόν όλες όμως οι τράπεζες, και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, είχαν επιδοθεί σε ένα «ξέφρενο πανηγύρι» δανείων (για να θυμηθούμε και τον Greenspan) προκειμένου να αυξήσουν την πελατεία και τα κέρδη τους. Λόγω της διεθνοποίησης στην κίνηση κεφαλαίων και της κατανομής του ρίσκου, τώρα που η «πιστωτική λαβίδα» στην Αμερική γραπώνει όλους εκείνους που αργούν να ξεπληρώσουν τα επιπόλαια δάνεια, οι ελληνικές τράπεζες κλείνουν και αυτές τη στρόφιγγα της απλόχερης δανειοδότησης και γίνονται εξίσου σκληρές στην απαίτηση αποπληρωμής. Το φαινόμενο των πτωχεύσεων, πλειστηριασμών και κατασχέσεων που βλέπουμε στη χώρα μας είναι μόνο η αρχή ενός κύματος μικρών και μεγάλων καταρρεύσεων που θα πλήξει υπερδανεισμένα νοικοκυριά, επιπόλαιες επενδυτικές κινήσεις και άτυχους επιχειρηματίες που σκέφτηκαν το μεγάλο άλμα τη λάθος στιγμή.


Στην πραγματικότητα αυτό που χρειάζεται να κάνει το κράτος είναι να δράσει σαν αυστηρός αλλά προνοητικός επόπτης των επισφαλών αποφάσεων των τραπεζών και σαν αποτελεσματικός φορολογητής των υπερκερδών τους και όχι σαν δεξαμενή ιδιωτικών αποζημιώσεων, διότι αυτό απλούστατα θα οδηγήσει σε μία νέα σειρά, εξίσου ανεύθυνης, πιστωτικής επέκτασης.


Υπάρχουν όμως και συγκεκριμένες πολιτικές που έκαναν το πρόβλημα ακόμη μεγαλύτερο. Η πρωτοφανής μείωση της φορολογίας των κερδών το 2006 έκανε τις τράπεζες να κυνηγούν με ανεξέλεγκτη και συχνά παραπλανητική διαφήμιση ακόμη περισσότερα κέρδη από εύκολα δάνεια και έτσι η ζήτησή τους αυξήθηκε ακόμη πιο ραγδαία. Στην Ελλάδα μόνο τα απλά καταναλωτικά δάνεια της περασμένης τριετίας έχουν ξεπεράσει τα 20 δισ. ευρώ, χωρίς να υπολογίσουμε τα στεγαστικά και τα επιχειρηματικά. Τα φαινόμενα του επικίνδυνου υπερδανεισμού είχαν από πολλούς επισημανθεί και όσοι αρμόδιοι θεσμοί αδιαφόρησαν δεν το έκαναν από άγνοια, αλλά επειδή τους βόλευε να δρέπουν τη χαρά του «ξέφρενου πανηγυριού».


Το δεύτερο πρόβλημα είναι το απίστευτο εξωτερικό έλλειμμα της χώρας, που το 2007 ξεπέρασε τα 55 δισ. δολάρια. Ως ποσοστό του ΑΕΠ φτάνει πλέον το 14% και είναι το μεγαλύτερο παγκοσμίως! (Η δεύτερη χώρα στον κόσμο με μεγάλο εξωτερικό έλλειμμα είναι η Ισπανία με 9% του ΑΕΠ και οι ΗΠΑ με 6%). Κάθε έλληνας πολίτης χρωστάει σήμερα 5.000 δολάρια στο εξωτερικό και στο μέλλον αυτό θα μεταφραστεί σε κλείσιμο ελληνικών επιχειρήσεων, ανεργία και κατάσχεση πολλών ελληνικών περιουσιακών στοιχείων από τους ξένους πιστωτές.


Το κακό με το ισοζύγιο είναι ότι μάλλον θα χειροτερεύσει το επόμενο διάστημα, διότι στη διεθνή οικονομία έχει εμφανιστεί ο λεγόμενος «πληθωρισμός των φτωχών χωρών».


Αν η πολιτεία ήθελε να κάνει κάποια ουσιαστική παρέμβαση, θα έπρεπε βραχυχρόνια να χτυπήσει την ακρίβεια με φορολογικούς ελέγχους και πρόστιμα σε όσες επιχειρήσεις κερδοσκοπούν και μακροχρόνια να στηρίξει την ανταγωνιστικότητα με ισχυρούς επιχειρηματικούς ομίλους που επενδύουν και παράγουν στην Ελλάδα. Η κυβέρνηση περιφρόνησε τον πρώτο στόχο και αγνόησε συστηματικά τον δεύτερο, με αποτέλεσμα σήμερα να έχει ενταθεί το φαινόμενο της επιχειρηματικής μετανάστευσης από την Ελλάδα σε άλλες χώρες.


Ο κ. Ν. Χριστοδουλάκης είναι πρώην υπουργός Οικονομίας.