Η συγκυρία μοιάζει εξαιρετική για την ελληνοαμερικανική εταιρεία Coca-Cola 3Ε, η οποία ελέγχει περί το 80% της εγχώριας αγοράς αναψυκτικών. Τα αποτελέσματά της για το σύνολο του περασμένου έτους, παρά τις σημαντικές δαπάνες αναδιάρθρωσης, προβλέπονται υψηλότερα των αναμενομένων, ενώ οι προβλέψεις για το 2007 είναι εξαιρετικές, καθώς παγκοσμίως γίνεται λόγος για «χρονιά-χρυσάφι» για τους ισχυρούς εμφιαλωτές αναψυκτικών χάρη στην παρατηρούμενη άνοδο της θερμοκρασίας. «Το ταμείο τρελάθηκε» λένε ορισμένοι έλληνες πωλητές της, σχολιάζοντας τις απροσδόκητα υψηλές πωλήσεις αναψυκτικών στην εσωτερική αγορά τους μήνες Δεκέμβριο και Ιανουάριο.


Μερικοί υποθέτουν ότι σε τρία-πέντε χρόνια, αν όχι νωρίτερα, η Coca-Cola 3Ε θα βάλει λουκέτο στο εργοστάσιο που διαθέτει στη Θεσσαλονίκη και ίσως και σ’ αυτό που διατηρεί στην Πάτρα, εισάγοντας αναψυκτικά από τα εργοστάσια που αναπτύσσει στη Βουλγαρία και προχωρώντας σε ακόμη μεγαλύτερη συγκέντρωση του διεσπαρμένου σήμερα σε έξι πόλεις εκτεταμένου ελληνικού παραγωγικού δυναμικού της.


Η αλήθεια είναι όμως ότι προς το παρόν τουλάχιστον ο κραταιός όμιλος των 40.000 εργαζομένων σε 28 χώρες συνεχίζει να επενδύει στην Ελλάδα όχι μόνο σε ψυκτικό και συμπληρωματικό εξοπλισμό που διευκολύνει τη διάθεση των προϊόντων του από τα περίπου 120.000 σημεία πώλησης ανά την ελληνική επικράτεια, αλλά και σε νέο εργοστασιακό παραγωγικό δυναμικό. Ενα χρόνο αφότου έβαλε λουκέτο στη μονάδα του στην Αθήνα, προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων, αυτή την εβδομάδα θα εγκαινιάσει στο Ηράκλειο της Κρήτης, η οποία λόγω της τουριστικής της υπερανάπτυξης θεωρείται η πλέον κερδοφόρος αγορά αναψυκτικών σε ολόκληρο τον ελληνικό χώρο, ένα νέο, υπερσύγχρονο εργοστάσιο.


«Η επένδυση στην Κρήτη», όπως αναφέρει ο γενικός διευθυντής του ελληνικού τομέα της Coca-Cola 3Ε κ. Δ. Βιδάκης, «επιβεβαιώνει τη σταθερή επενδυτική πολιτική της εταιρείας στην Ελλάδα». Η παραγωγική αναδιάρθρωση των ελληνικών δραστηριοτήτων του ομίλου, που έθεσε εκτός λειτουργίας μέσα σε λίγα χρόνια τις μονάδες του στην Αθήνα, στη Ρόδο, στο Μεσολόγγι και στην Κέρκυρα και συνοδεύτηκε από παράλληλη αναβάθμιση άλλων μονάδων του, βαίνει προς την ολοκλήρωσή της, όπως λέγεται. Οι υποθέσεις για το μέλλον των μονάδων στη Θεσσαλονίκη και στην Πάτρα θεωρούνται «εκτός τόπου και χρόνου» και διαψεύδονται ως «παντελώς αστήρικτες».


Η παραγωγική αποεπένδυση επί ελληνικού εδάφους όσον αφορά τον αριθμό των διαθέσιμων εργοστασίων σε αυτή τη φάση τουλάχιστον τερματίστηκε, καθώς η νέα επένδυση που ολοκληρώθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο σηματοδοτεί μια νέα φάση. Σύμφωνα με τον κ. Βιδάκη, η εταιρεία συνεχίζει να επενδύει στην ελληνική αγορά περί τα 40 εκατ. ευρώ ετησίως. Ο σκοπός της, προφανώς, είναι να διασφαλίσει τη θέση της τόσο από τους άλλους εγχώριους ανταγωνιστές της όσο όμως και από φιλόδοξους εισαγωγείς αναψυκτικών από άλλες χώρες και ιδίως από όσες οι τιμές των προϊόντων είναι φθηνότερες. Η συρρίκνωση του κόστους των θαλάσσιων μεταφορών τα τελευταία χρόνια εξελίσσεται σε μια εν δυνάμει απειλή, την οποία η Coca-Cola 3Ε προφανώς δεν αγνοεί.


Το νέο εργοστάσιο στο Ηράκλειο της Κρήτης, το οποίο θα εγκαινιάσει ο υπουργός Ανάπτυξης κ. Δ. Σιούφας, αποτελεί επένδυση κόστους 12,5 εκατ. ευρώ και αντικαθιστά ένα μικρότερο που αποτέλεσε το εφαλτήριο για την κυριαρχία της εταιρείας στην τοπική αγορά. Γίνεται λόγος για «εργοστάσιο-κόσμημα» και «ό,τι πιο μοντέρνο και πρωτοποριακό έχει να επιδείξει παγκοσμίως η βιομηχανία εμφιάλωσης αναψυκτικών».


* Η «μάχη» της Κρήτης


Η Κρήτη, η οποία έχει εξελιχθεί σε αγορά-βαρόμετρο για την πορεία του ελληνικού τομέα της εταιρείας, σύμφωνα με ορισμένα στοιχεία παρουσιάζει την υψηλότερη κατά κεφαλήν κατανάλωση αναψυκτικών στη χώρα. Ωστόσο ως τα τέλη της δεκαετίας του 1980 αποτελούσε τον ασθενή κρίκο της Coca-Cola 3Ε στην ελληνική αγορά, ώσπου ο μεγαλύτερος ντόπιος εμφιαλωτής, η εταιρεία Βαθυπέτρου, ενέδωσε στο «ζεστό χρήμα» δημιουργώντας τις προϋποθέσεις ώστε να ακυρωθούν στην πράξη τα συμβόλαια συνεργασίας που είχε με την PepsiCo ΗΒΗ. Αυτό συνέβη το 1988 και ως τότε το μερίδιο των προϊόντων της επιχείρησης στο μεγαλύτερο ελληνικό νησί δεν ξεπερνούσε το 50%. Υστερα όμως από την εξαγορά της εταιρείας Βαθυπέτρου, που ήταν ο ισχυρότερος συνεργάτης της PepsiCo ΗΒΗ στην ελληνική αγορά, όλα άλλαξαν.


Η εξαγορά αυτή και η εξασφάλιση κυριαρχικής θέσης στην Κρήτη, σε συνδυασμό με τη σοβαρή αποδυνάμωση του απειλητικού ανταγωνιστή, ήταν ένας από τους βασικούς κινητήριους μοχλούς της έκτοτε θεαματικής ανόδου της Coca-Cola 3Ε σε ολόκληρη την εγχώρια αγορά αναψυκτικών. «Ηταν η σπουδαιότερη από όλες όσες έγιναν από τον όμιλο στην Ελλάδα, γιατί μ’ ένα σμπάρο χτυπήσαμε δύο τρυγόνια και αποκτήσαμε τον πρώτο λόγο στη δυναμικότερη αγορά…» αναφέρει ένα από τα στελέχη της παλαιάς φρουράς, εξηγώντας εν μέρει τους λόγους για τους οποίους η πολυεθνικότερη των ελληνικών πολυεθνικών επενδύει και πάλι στην Κρήτη δημιουργώντας τη νέα εργοστασιακή μονάδα, η οποία φέρεται να έχει διπλάσια δυναμικότητα από αυτήν που αντικαθιστά.


Ο κ. Δ. Βαθυπέτρου, θεμελιωτής της τοπικής βιομηχανίας αναψυκτικών, «έλυνε και έδενε» επί δεκαετίες στην αγορά της Κρήτης, συνεργαζόμενος μετά τη μεταπολίτευση με την PepsiCo ΗΒΗ, η οποία έκανε το λάθος να αποφύγει να επενδύσει στην εταιρεία του, αφήνοντας ανοιχτό τον δρόμο για την «επέλαση» της Coca-Cola 3Ε. Πάνω από 15 εκατ. ευρώ, σε σημερινές τιμές, λέγεται ότι διέθεσε η τελευταία για την εξαγορά του 100% της κρητικής εταιρείας. Η οικογένεια του κ. Βαθυπέτρου είχε βρεθεί εκτεθειμένη στις τράπεζες όταν υλοποίησε μια μεγάλη επένδυση για να μπορεί να εμφιαλώνει αναψυκτικά όχι μόνο σε γυάλινες φιάλες, αλλά και σε αλουμινένια κουτιά. Αφού εξαγοράστηκε πλήρως από την Coca-Cola 3Ε, η κρητική βιομηχανία λειτούργησε ως ανεξάρτητη θυγατρική στο πλαίσιο του ευρύτερου ομίλου ως τα τέλη της δεκαετίας του 1990, για να απορροφηθεί αργότερα από τη μητρική εταιρεία, αποφέροντας κάθε χρόνο υψηλά κέρδη.


Ο όμιλος σχεδίασε από το 2002 τη δημιουργία της νέας βιομηχανικής μονάδας του στο Ηράκλειο της Κρήτης, αγοράζοντας από την εταιρεία Μπουτάρη τις εγκαταστάσεις όπου κάποτε εμφιαλωνόταν η μπίρα Henninger, κοντά στο εργοστάσιο που είχε κατασκευάσει η οικογένεια Βαθυπέτρου, επίσης στη Βιομηχανική Περιοχή της πόλης. Η μονάδα αυτή προορίζεται να καλύπτει ανάγκες της αγοράς όχι μόνο στην Κρήτη, αλλά και στα Δωδεκάνησα και σε νησιά των Κυκλάδων, σε μια ευρεία δηλαδή νησιωτική περιοχή που εξελίσσεται στον μεγαλύτερο καταναλωτή αναψυκτικών τους θερινούς μήνες και για τον λόγο αυτόν φαίνεται να έχει μπει στο στόχαστρο εισαγωγέων.