Η εταιρεία με την επωνυμία Βιοντίζελ που συγκρότησαν τα Ελληνικά Πετρέλαια, η Βιοχάλκο και δύο ακόμη επιχειρήσεις κλωστοϋφαντουργικών συμφερόντων συνασπίζοντας τις δυνάμεις τους ή μια πολύπειρη βιομηχανία σπορελαιουργίας που ονομάζεται Agroinvest και ήδη συνάπτει συμφωνίες με καλλιεργητές ενεργειακών φυτών ανά τη χώρα θα είναι ο «βασιλιάς» της αναπτυσσόμενης μετ’ εμποδίων και νέας αλλά πολλά υποσχόμενης αγοράς του βιοντίζελ στην Ελλάδα;


Στο υπουργείο Ανάπτυξης, το οποίο είναι υπεύθυνο βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας για την κατανομή των ποσοτήτων του βιοντίζελ που πρέπει να διοχετεύονται στα διυλιστήρια σύμφωνα με τη σχετική κοινοτική οδηγία, αποφεύγουν φυσικά να προβλέψουν την εταιρεία που θα κυριαρχήσει. Η αλήθεια είναι ότι έχουν να λύσουν πιο επίκαιρους γρίφους και να πείσουν, πρώτον, το Συμβούλιο της Επικρατείας και, δεύτερον, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι ούτε αδικούν κάποιες επιχειρήσεις του τομέα ευνοώντας άλλες ούτε αγνοούν τις υποχρεώσεις της χώρας.


Αν όχι εντός του έτους, πάντως τον Ιανουάριο του 2007 ο αρμόδιος υφυπουργός κ. Αν. Νεράντζης και οι επιτελείς του θα πρέπει να αποφασίσουν, μεταξύ άλλων, αν θα απαγορεύσουν εφεξής σε κάποιες επιχειρήσεις, μία από τις οποίες μάλιστα είναι θυγατρική της εισηγμένης στη Σοφοκλέους εταιρείας πετρελαιοειδών Ελινόιλ και έχει επενδύσει αρκετά εκατομμύρια ευρώ, να συμμετάσχουν στις μελλοντικές κατανομές της παραγωγής βιοντίζελ στη χώρα, θέτοντάς τες ουσιαστικά εκτός αγοράς και απαξιώνοντας τις επενδύσεις τους. Στα πρώτα της βήματα η αγορά του βιοντίζελ υπόκειται σε κρατικές ρυθμίσεις που αφορούν ακόμη και το ποιοι δικαιούνται να προμηθεύουν τα διυλιστήρια.


Ωστόσο μόλις πέντε από τις 14 εταιρείες που έλαβαν εφέτος αυτό το δικαίωμα ανταποκρίθηκαν, πλημμελώς έστω, στις υποχρεώσεις τους, με αποτέλεσμα να μην καλύπτεται ο ποσοτικός στόχος που είχε τεθεί και να εντείνονται οι ανησυχίες ότι η χώρα μπορεί να παραπεμφθεί στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Τον περασμένο Ιούνιο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε κινήσει προδικαστική διαδικασία εναντίον της Ελλάδας για μη τήρηση της κοινοτικής νομοθεσίας όσον αφορά τα βιοκαύσιμα. Τρεις εβδομάδες πριν από το κλείσιμο της χρονιάς οι αναγνωρισμένοι παραγωγοί βιοντίζελ είχαν παραδώσει στα διυλιστήρια περί τα 63.000 χιλιόλιτρα μόνο, έναντι υποχρέωσης 91.000 χιλιόλιτρων για το σύνολο του 2006.


Σχεδόν δύο στις τρεις επιχειρήσεις δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, είτε επειδή δεν λογάριασαν καλά τις επενδύσεις τους και δεν πρόλαβαν να θέσουν σε λειτουργία τις νέες μονάδες είτε επειδή, πολύ απλά, υπερεκτίμησαν τα οφέλη που υπόσχονται η ένταξη των επενδύσεών τους στον αναπτυξιακό νόμο και η συνακόλουθη επιχορήγησή τους. «Είναι προφανές ότι τις επιχειρήσεις αυτές θα πρέπει να τις αποκλείσουμε από την κατανομή του 2007» παραδέχεται στενός συνεργάτης του κ. Νεράντζη, αναγνωρίζοντας ότι ενός κακού μύρια έπονται.


Σύμφωνα με πληροφορίες, μόνο οι εταιρείες Ελληνικά Βιοπετρέλαια, Πέττας Π., Vert Oil, Agroinvest και Μύλοι Σόγιας έχουν παραδώσει βιοντίζελ στα διυλιστήρια, εκπληρώνοντας στο ακέραιο ή σε μεγάλο βαθμό τις υποχρεώσεις που ανέλαβαν. Οι τέσσερις πρώτες είναι παραγωγοί, ενώ η τελευταία, όπως είχε προκαταβολικά δηλώσει, παρέδωσε εισαγόμενο από τη Γαλλία βιοντίζελ, εν όψει πιθανής παραγωγικής δραστηριοποίησής της. Η κατανομή που έκανε το υπουργείο Ανάπτυξης δεν απέτυχε απλώς, αλλά θα κριθεί και δικαστικά αυτή την εβδομάδα από το Συμβούλιο της Επικρατείας, στο οποίο προσέφυγε η εταιρεία Agroinvest, θεωρώντας ότι αδικήθηκε και ότι της αναλογούσε δεκαπλάσιος όγκος από αυτόν που έλαβε. «Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις επιχειρήσεις βιοντίζελ για την κατανομή είναι μεγάλος» αρκείται να παρατηρήσει αξιωματούχος του υπουργείου, προσθέτοντας ότι «είναι φυσικό ως έναν βαθμό, αφού μιλάμε για μια νέα αγορά, να υπάρχουν δυσλειτουργίες».


Ο χορός της αγοράς


Ξαφνιάζοντας τους μικρούς και μεγάλους ανταγωνιστές της, η Agroinvest της οικογένειας Βογιατζή έθεσε πρόσφατα σε λειτουργία μονάδα με ετήσια παραγωγική δυναμικότητα 282.000 χιλιόλιτρα, η οποία είναι υπερδιπλάσια από την αντίστοιχη που κατασκευάζει η φίρμα Βιοντίζελ και πολλαπλάσια από όλες όσες ήδη λειτουργούν. Και αυτό, όταν ο όγκος του βιοντίζελ που θα πρέπει να απορροφήσουν οι εταιρείες επεξεργασίας πετρελαίου το 2007, για να το αναμείξουν με το συμβατικό ντίζελ κίνησης, δεν θα υπερβαίνει τις 114.000 χιλιόλιτρα.


Προφανώς, με βάση τα σημερινά δεδομένα, η μάχη για την πρωτοκαθεδρία στην ελληνική αγορά βιοντίζελ θα κριθεί ανάμεσα σε αυτήν και στην εταιρεία Βιοντίζελ που κατασκευάζεται στον Αλμυρό Μαγνησίας σε χώρο του εργοστασίου Sovel του ομίλου Βιοχάλκο, από κοινού με τα Ελληνικά Πετρέλαια, την Ελληνική Υφαντουργία και την Prima Συμμετοχές των μετόχων της Επιλέκτου Κλωστοϋφαντουργίας με κόστος 20 εκατ. ευρώ. Η μονάδα της Βιοντίζελ θα είναι έτοιμη σε 14 μήνες και θα έχει ετήσια παραγωγική ικανότητα άνω των 100.000 χιλιόλιτρων «για την κάλυψη αναγκών της ελληνικής αγοράς, αλλά και για εξαγωγές», όπως αναφέρει εκπρόσωπός της, θεωρώντας ότι η παραγωγική δυναμικότητα κάθε εταιρείας θα παίξει οπωσδήποτε κάποιον ρόλο, αλλά δεν προδικάζει το μέλλον της.


Στον «χορό» της αγοράς του βιοντίζελ στην Ελλάδα ετοιμάζεται όμως να «ριχτεί», σύμφωνα με πληροφορίες, και ένας μεγάλος ευρωπαϊκός όμιλος. Στη Θράκη ετοιμάζεται να επενδύσει για τον σκοπό αυτόν την επόμενη χρονιά μια ισχυρή αυστριακή βιομηχανία βιοκαυσίμων.


Ο διευθύνων σύμβουλος της Agroinvest κ. Ι. Βογιατζής τονίζει ότι η εταιρεία του «συγκαταλέγεται πλέον ανάμεσα στους σημαντικότερους παραγωγούς βιοντίζελ στην ευρωπαϊκή αγορά» και ότι η παραγωγική ικανότητα της μονάδας της «υπερκαλύπτει από μόνη της τις ανάγκες της ελληνικής αγοράς μέχρι το 2010», όπως αυτές οριοθετούνται από τους στόχους που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ενωση για την αυξανόμενη πρόσμειξη βιοκαυσίμων με τα συμβατικά καύσιμα κίνησης. Στο σπορελαιουργείο της στο Αχλάδι Φθιώτιδας, που εξυπηρετείται από ιδιόκτητο λιμάνι, η επιχείρηση επένδυσε για τη νέα μονάδα 17 εκατ. ευρώ, ώστε να είναι σε θέση να βιομηχανοποιεί την παραγωγή 2,5 εκατ. στρεμμάτων ενεργειακών καλλιεργειών, και πιο συγκεκριμένα ηλιόσπορου και ελαιοκράμβης. Ετοιμάζεται να αρχίσει εξαγωγική δραστηριότητα και διεκδικεί στην εγχώρια αγορά, όπως υποστηρίζει ο κ. Βογιατζής, «το μερίδιο που της αναλογεί», έχοντας ήδη υπογράψει συμφωνίες συνεργασίας με καλλιεργητές-ιδιοκτήτες χιλιάδων στρεμμάτων.