Αθόρυβα, όπως το συνηθίζει η οικογένεια του κ. Ν. Μάνεση, συγκροτήθηκε προχθές 1η Δεκεμβρίου η μεγαλύτερη σε πωλήσεις, ανάμεσα σε όλες τις εκτός Σοφοκλέους επιχειρήσεις ελληνικών κεφαλαίων, βιομηχανία της χώρας. Το όνομα αυτής Χαλυβουργία Ελλάδος. Με βάση τις πωλήσεις της η νέα εταιρεία τοποθετείται ανάμεσα στις είκοσι πρώτες, εισηγμένες και μη, βιομηχανίες της Ελλάδας.


Καρπός της συνένωσης της Χαλυβουργίας Θεσσαλίας και της Ελληνικής Χαλυβουργίας, πλειοψηφικό μερίδιο της οποίας είχε αποκτηθεί από την πρώτη το 2004, η ενοποιημένη επιχείρηση φιλοδοξεί, σύμφωνα με πληροφορίες, να καταλάβει μια περίοπτη θέση στη Σοφοκλέους εντός του 2007. Το σχέδιο ένωσης των δύο εταιρειών και του πλήρους ελέγχου της νέας εταιρείας από την οικογένεια Μάνεση «ευλόγησε» η Εθνική Τράπεζα, παραχωρώντας της με εύλογο αντίτιμο το μερίδιο που κατείχε. Το 1937 στην κυριότερη τότε βιομηχανική ζώνη της Αθήνας, επί της οδού Πειραιώς, ιδρύθηκε η ιστορική Ελληνική Χαλυβουργία, η πρώτη βιομηχανική εταιρεία χάλυβος που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα, προτού ακόμη λάμψει το άστρο της Χαλυβουργικής και σχεδόν τρεις δεκαετίες προτού αναπτύξει ανάλογη δραστηριότητα ο κορυφαίος σήμερα «παίκτης» της αγοράς, ο όμιλος Βιοχάλκο με τη Σιδενόρ.


* Αυξημένος τζίρος


Με παραγωγική δυναμικότητα περί το 1 εκατ. τόνους χάλυβος ετησίως, η νέα εταιρεία αναμένεται να παρουσιάσει τζίρο άνω των 320 εκατ. ευρώ για το 2006, αυξημένο περίπου κατά 65 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με αυτόν που είχαν πραγματοποιήσει το 2005 οι δύο ενοποιούμενες επιχειρήσεις. Απασχολεί κεφάλαια ύψους 400 εκατ. ευρώ και 1.000 εργαζομένους στον Βόλο και στον Ασπρόπυργο, όπου λειτουργούν οι δύο καθετοποιημένες χαλυβουργικές μονάδες της, «αντιμέτωπες» με τις γειτονικές μονάδες των οικογενειών του κ. Ν. Στασινόπουλου της Σιδενόρ-Βιοχάλκο και του κ. Κ. Αγγελόπουλου της Χαλυβουργικής. Οι εγκαταστάσεις της εκτείνονται σε 750 στρέμματα, από τα οποία τα μισά περίπου καταλαμβάνουν οι στεγασμένοι βιομηχανικοί, εμπορικοί και αποθηκευτικοί χώροι, ενώ τα προϊόντα της φέρουν ανάγλυφο το διακριτικό σήμα «Ελληνικά Χρυσά Θεμέλια».


Οι επεκτάσεις και οι κυριαρχικές βλέψεις των ανταγωνιστών της δεν φαίνεται να κάμπτουν τη Χαλυβουργία Ελλάδος, η οποία θεωρεί εαυτήν αρκούντως ισχυρή και «ικανή να αντεπεξέλθει με επιτυχία στις συνθήκες του ανταγωνισμού και στις καλές και στις κακές ημέρες του κλάδου». Είναι η μοναδική χαλυβουργία που διαθέτει παράλληλα μονάδες στην Αττική και στην επαρχία, γεγονός που θεωρείται συγκριτικό πλεονέκτημα και συμβάλλει ασφαλώς ώστε τα στελέχη της να δηλώνουν απερίφραστα: «Δεν φοβόμαστε τον ανταγωνισμό κανενός». Η εξαγορά πλειοψηφικού πακέτου της Ελληνικής Χαλυβουργίας των οικογενειών Σαλαπάτα και Ευστρατίου από τη Χαλυβουργία Θεσσαλίας της οικογένειας Μάνεση το 2004 είχε θεωρηθεί απόπειρα συγκρότησης ενός «τρίτου πόλου» στον χώρο της ελληνικής χαλυβουργίας, ως μέσο άμυνας στις «επεκτατικές» βλέψεις του γκρουπ Σιδενόρ-Βιοχάλκο και της αναγεννημένης Χαλυβουργικής, η οποία πρόσφατα διηύρυνε ακόμη περισσότερο το παραγωγικό δυναμικό της με νέες επενδύσεις, αγγίζοντας το 1 εκατ. τόνους. Η νέα εταιρεία καθίσταται πλέον βάσει του τζίρου της ο δεύτερος μεγαλύτερος «παίκτης» της αγοράς, αλλά δείχνει να έχει πλήρη συνείδηση της επικείμενης έντασης του ανταγωνισμού.


«Η νέα, ενωμένη εταιρεία μας δείχνει την αξία και τη δύναμή της στην αγορά» αναφέρουν με φειδώ στελέχη της, προσθέτοντας: «Ο στόχος μας φυσικά είναι να διατηρήσουμε τουλάχιστον το μερίδιο που έχουμε κατακτήσει, ωστόσο σκοπεύουμε να συνεχίσουμε να εκπλήττουμε ευχάριστα την αγορά και επιπλέον να κερδίσουμε θέσεις και σε αγορές του εξωτερικού». Ενα μικρό ακόμα μέρος της παραγωγής του εργοστασίου του Βόλου ήδη εξάγεται. Αν και δεν υπάρχουν απολύτως αξιόπιστα στοιχεία, η επιχείρηση εκτιμά ότι το μερίδιό της στον σίδηρο μπετόν και στα άλλα επιμήκη προϊόντα χάλυβος στην Ελλάδα υπερβαίνει το 30%. Προσφάτως άρχισε να παράγει και μορφοσίδηρο, διευρύνοντας τη γκάμα των προϊόντων της.


* Η ενιαία εταιρεία


Η συγκρότηση της ενιαίας εταιρείας διευκολύνει ασφαλώς τον στόχο εισαγωγής στη Σοφοκλέους. Παράλληλα όμως η επιχείρηση της οικογένειας Μάνεση φαίνεται να φιλοδοξεί να επεκταθεί στο εξωτερικό, όχι μόνον εμπορικά, αλλά και παραγωγικά. «Διερευνούμε διάφορες επενδυτικές ευκαιρίες» περιορίζεται να αναφέρει ένα από τα στελέχη της εταιρείας, η οποία ήδη δημιουργεί «εμπορικές βάσεις» στα Βαλκάνια και σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές της αγοράς θα μπορούσε κάποια στιγμή να προκαλέσει το επενδυτικό ενδιαφέρον διεθνούς ομίλου χάλυβος.


Η οικογένεια Μάνεση ασχολήθηκε εμπορικά κατ’ αρχήν με τον χάλυβα τη δεκαετία του 1940, όταν οι αδελφοί Ι. και Γ. Μάνεσης, που έφυγαν από τη ζωή το 1991 και το 2001 αντίστοιχα, δημιούργησαν στον Πειραιά την εμπορική επιχείρηση «Αφοί Μάνεση & Βογιατζής». Η βιομηχανική επέκταση άρχισε το 1963 με τη δημιουργία ελασματουργείου στον Βόλο και συνεχίστηκε με την κατασκευή χαλυβουργείου, επίσης στη Μαγνησία, το 1974. Από τη συνένωση αυτών των δύο μονάδων προέκυψε η Χαλυβουργία Θεσσαλίας, η οποία με επικεφαλής τον 57χρονο σήμερα κ. Ν. Μάνεση, γιο του Ι. Μάνεση, το 2004 έθεσε υπό τον έλεγχό της την Ελληνική Χαλυβουργία, με σίδηρο της οποίας χτίστηκε κάποτε το οχυρό Ρούπελ. Σημαντικό ρόλο διαδραματίζει πλέον στην ενωμένη Χαλυβουργία Ελλάδος και η τρίτη γενιά της οικογένειας, ο 30χρονος κ. Ι. Μάνεσης και ο 27χρονος κ. Γ. Μάνεσης.