ΕΤΟΙΜΕΣ να αποδεχθούν ασμένως μείωση των τιμών δεκάδων πασίγνωστων φαρμάκων τους κατά 20%, με προφανώς προσυμφωνημένο αντάλλαγμα υψηλότερες τιμές άλλων παλαιών προϊόντων τους και κυρίως υψηλές τιμές νέων, υποκατάστατων φαρμάκων που θα γεμίσουν πολύ περισσότερο τα ταμεία τους, αναπληρώνοντας οποιαδήποτε απώλεια, εμφανίζονται ορισμένες από τις μεγάλες, κυρίαρχες στην ελληνική αγορά, θυγατρικές πολυεθνικών οίκων. Αλλες, όμως, οι οποίες φαίνεται να αισθάνονται «ριγμένες» και διαβλέπουν προνομιακή ενίσχυση ανταγωνιστών τους, δεν διστάζουν να κάνουν λόγο ανεπισήμως για «επικείμενη σκανδαλώδη διακριτική μεταχείριση» και αφήνουν να εννοηθεί ότι θα καταγγείλουν ακόμη και στα ευρωπαϊκά όργανα το αμφιλεγόμενο πλαίσιο τιμολογιακής πολιτικής που έχει διαμορφώσει το υπουργείο Ανάπτυξης θεσπίζοντας την… «κατά περίπτωση» αυξομείωση των τιμών των φαρμάκων. Επιπροσθέτως οι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες φοβούνται ότι εν τέλει αυτές θα πληρώσουν τα σπασμένα της εν εξελίξει εμφύλιας διαμάχης των πολυεθνικών για τα μερίδια και τον έλεγχο της ελληνικής αγοράς, οδηγούμενες σε απαξίωση, καθώς εκατοντάδες φάρμακά τους που σήμερα είναι 20% φθηνότερα από τα αντίστοιχα ουσιωδώς όμοια φάρμακα των πολυεθνικών θα απολέσουν το – καθοριστικό σε ορισμένες περιπτώσεις για την επιβίωσή τους – συγκριτικό πλεονέκτημα της χαμηλότερης τιμής.


Λίγες ημέρες μένουν προτού ο αρμόδιος υφυπουργός Ανάπτυξης κ. Ι. Παπαθανασίου ανακοινώσει, όπως έχει προαναγγείλει, το πολυαναμενόμενο νέο δελτίο τιμών που, σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες, θα αυξομειώνει τις τιμές εκατοντάδων φαρμάκων, δίνοντας παραλλήλως το πράσινο φως για την κυκλοφορία – για δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες – άνω των 600 νέων, ακριβότερων φαρμάκων.


Στο παρασκήνιο όμως μαίνεται ένας «εμφύλιος» ανάμεσα σε όσες φαρμακευτικές εταιρείες διαβλέπουν ότι θα βγουν χαμένες και σε όσες προσδοκούν ότι η «κατά περίπτωση» τιμολόγηση θα τις ωφελήσει.


* Αρχίζουν διαβουλεύσεις


Η προβλεπόμενη από περυσινή αγορανομική διάταξη δυνατότητα της «κατά περίπτωση» επανατιμολόγησης πολλών παλαιών φαρμάκων επανεξετάζεται κατά πληροφορίες από τον υπουργό Ανάπτυξης κ. Δ. Σιούφα, ο οποίος φέρεται ότι έχει ζητήσει εξηγήσεις, όντας ενήμερος των κινδύνων που εγκυμονεί η σχετική ρύθμιση, καθώς οι πληροφορίες αναφέρουν ότι έχουν ήδη προγραμματιστεί διαβουλεύσεις – οι πλέον καχύποπτοι κάνουν λόγο για «παζάρια» – υπηρεσιών του υπουργείου και μεγάλων εταιρειών με στόχο προσυμφωνημένες αυξομειώσεις.


«Οι εταιρείες που θέλουν να αποφύγουν την εξυγίανση της αγοράς ανακαλύπτουν προβλήματα με μοναδικό σκοπό να δημιουργήσουν εντυπώσεις και να τη ματαιώσουν με τερτίπια τα οποία απέδιδαν κατά το παρελθόν αλλά δεν θα επιτρέψουμε να συνεχιστούν» αντιτείνουν συνεργάτες του κ. Ι. Παπαθανασίου, προσθέτοντας ότι «ουδείς θα ευνοηθεί ή θα αδικηθεί». Οπως υποστηρίζουν, «θα μπει τέρμα στα όργια που γίνονταν με τις τιμές και τα οποία θα έλθουν στο φως με τα νέα μέτρα». Οσον αφορά την ταμπακέρα, δηλαδή την «κατά περίπτωση» επανατιμολόγηση ευρέως διαδεδομένων φαρμάκων των οποίων η πατέντα της ευρεσιτεχνίας έληξε πριν από το 1998, δηλώνουν ότι «όλα θα γίνουν με βάση ενιαίους κανόνες», άγνωστους πάντως προς το παρόν.


Οι τιμές των εκατοντάδων φαρμάκων αυτής της κατηγορίας στην πραγματικότητα είναι «παγωμένες» από το 1996, με άλλα λόγια επί μία δεκαετία. Ωστόσο σχεδιάζεται για αρκετά φάρμακα οι τιμές να μειωθούν μονομιάς κατά 20% και ταυτοχρόνως για αρκετά άλλα να… αυξηθούν θεαματικά με βάση την «κατά περίπτωση» επανατιμολόγησή τους και με πλήρη παράκαμψη του κατά τα άλλα γενικού κανόνα που θέλει τις τιμές των φαρμάκων στην Ελλάδα να αποτελούν τη μέση τιμή των τριών χαμηλότερων τιμών που ισχύουν στην ΕΕ. «Με ποια λογική και βάσει ποιου νόμου για μερικά φάρμακα προωθείται μείωση τιμής κατά 20% και για άλλα φάρμακα της ίδιας ακριβώς κατηγορίας θα ισχύσει πολλαπλάσια αύξηση της τιμής;» διερωτάται με εμφανή αγανάκτηση ο επικεφαλής της ελληνικής θυγατρικής μιας εκ των κορυφαίων πολυεθνικών, ζητώντας «για ευνόητους λόγους» να τηρηθεί η ανωνυμία του. Η σταδιακή απόσυρση και η υποκατάσταση σχετικά φθηνών και καταξιωμένων φαρμάκων με νέα, ακριβότερα θα είναι προφανώς η – όχι μοναδική – απάντηση όσων εταιρειών θεωρήσουν ότι έτυχαν δυσμενούς διακριτικής μεταχείρισης.


«Είναι αλήθεια ότι ως συλλογικό όργανο είχαμε διαφωνήσει εξαρχής με τη δυνατότητα να εξετάζεται κατά περίπτωση η επανατιμολόγηση φαρμάκων, ζητώντας αντικειμενικά κριτήρια που ως πρόσφατα τουλάχιστον δεν υπήρχαν» περιορίζεται να αναφέρει υπό τον όρο της ανωνυμίας αξιωματούχος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ), ο οποίος συσπειρώνει κυρίως τις θυγατρικές των πολυεθνικών φαρμακοβιομηχανιών.


* Τα ακριβά σκευάσματα


Ούτε στην Πανελλήνια Ενωση Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ), η οποία εκφράζει τις ελληνικών συμφερόντων εταιρείες, νιώθουν ευτυχείς. «Οποιαδήποτε πολιτική για τα φάρμακα που εφαρμόζεται με άξονα τις τιμές έχει αποτύχει στο παρελθόν και θα συνεχίσει να αποτυγχάνει, αφού το σύστημα της υγείας προωθεί την υποκατάσταση των φθηνών από ακριβά φάρμακα» αναφέρει αντί άλλου σχολίου εκπρόσωπός της. Γνωρίζοντας ότι συνήθως κερδίζει ο ισχυρότερος, δηλαδή οι πολυεθνικές, αρκετοί έλληνες φαρμακοβιομήχανοι σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους χαρακτηρίζουν «μέγα λάθος» την κατά περίπτωση τιμολόγηση.


Αν ισχύουν όσα λέγονται στο παρασκήνιο, χαμένοι από την προωθούμενη επιλεκτική επανατιμολόγηση θα είναι κατά κύριο λόγο οι εταιρείες GlaxoSmithKline, Abbott και Pfizer, σε αντίθεση με άλλες πολυεθνικές που φημολογείται ότι δίκην «ημετέρων» θα εξαιρεθούν από επώδυνα μέτρα και εν τέλει θα ωφεληθούν.


«Το υπουργείο μοιάζει να θέλει να ξαναγράψει το ίδιο τον χάρτη της αγοράς» αναφέρει μάνατζερ μιας πολυεθνικής, προσθέτοντας ότι, αν δεν τεθούν αντικειμενικά, αξιόπιστα και αδιάβλητα κριτήρια, «θα θησαυρίσουν κάποιες εταιρείες και μαζί τους τα εμπορικά κυκλώματα που ασχολούνται με τις παράλληλες εξαγωγές» μεταπουλώντας σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες φθηνά φάρμακα. «Η αλήθεια είναι ότι αυτό που κυρίως μας ενδιαφέρει είναι η μετακίνηση του ανταγωνισμού από τα παλαιά και σχετικά φθηνά στα νέα, ακριβότερα φάρμακα» προσθέτει σε διαφορετικό μήκος κύματος συνάδελφός του από άλλον διεθνή οίκο φαρμάκων, χωρίς να κρύβει την ικανοποίησή του και τη συμφωνία του σε γενικές γραμμές με την τροπή των πραγμάτων.


Με ρυθμό 9,2% αυξάνεται εφέτος η δαπάνη για τα φάρμακα


Η δαπάνη για τα φάρμακα, σύμφωνα με στοιχεία που αφορούν την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου για τις πωλήσεις των εταιρειών προς τα φαρμακεία και τις φαρμακαποθήκες, αυξάνεται εφέτος με ρυθμό 9,2% έναντι 14,2% το 2005 και 21,6% το 2004. Η υστέρηση του ρυθμού αύξησης σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια αποδίδεται κυρίως στην επιβράδυνση της κυκλοφορίας νέων φαρμάκων. Οι πολυεθνικές αποσπούν φυσικά τη μερίδα του λέοντος κερδίζοντας και χάνοντας μερίδια κατά περίπτωση. Βρίσκεται σε εξέλιξη «συγκέντρωση του τζίρου σε λιγότερες και μεγαλύτερες πολυεθνικές εταιρείες» υποστηρίζουν έλληνες φαρμακοβιομήχανοι σε non paper που απέστειλαν σε κυβερνητικούς αξιωματούχους καλώντας τους στην ουσία να πάρουν αποστάσεις από τη στρατηγική των πολυεθνικών και να μην ενισχύσουν με τις αποφάσεις τους την τάση της υποκατάστασης των φθηνών και αποτελεσματικών φαρμάκων με νέα, κατά πολύ ακριβότερα.