Τεράστια πληγή στο σώμα της κοινωνικής ασφάλισης αποτελεί η εισφοροδιαφυγή αλλά και η εισφοροκλοπή, καθώς η έλλειψη ή η υπολειτουργία μηχανισμών ελέγχων στα ασφαλιστικά ταμεία διαιωνίζει το πρόβλημα καθιστώντας ατελέσφορα οποιαδήποτε μέτρα για την εξυγίανση του συστήματος της κοινωνικής ασφάλισης. Το πρόβλημα έχει τέτοιες διαστάσεις που πολλοί εκτιμούν ότι η αντιμετώπισή του και μόνο θα αρκούσε για τον δραστικό περιορισμό των οικονομικών ελλειμμάτων των ασφαλιστικών ταμείων.


Τα τελευταία στοιχεία υπολογίζουν την εισφοροδιαφυγή – καθώς η εισφοροκλοπή δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθεί – στα 4,5 δισ. ευρώ ετησίως. Πρόκειται για τη μη καταβολή εισφορών που έχουν βεβαιωθεί, αλλά από το γεγονός ότι περισσότεροι από ένα εκατομμύριο εργαζόμενοι δεν είναι ασφαλισμένοι και επομένως δεν καταγράφονται σε κανένα Ταμείο και ως εκ τούτου δεν αναζητούνται από αυτούς εισφορές.


Ο ένας στους έξι εργαζομένους είναι ανασφάλιστος ενώ μία στις επτά επιχειρήσεις είναι αναπόγραφη. Αξίζει να αναφερθεί ότι το πρώτο τετράμηνο του 2006 ελέγχθηκαν σε πανελλαδικό επίπεδο 6.090 επιχειρήσεις, εκ των οποίων βρέθηκαν απογεγραμμένες οι 5.220 και αναπόγραφες οι 870. Παράλληλα βρέθηκαν 15.833 εργαζόμενοι, εκ των οποίων οι 13.144 ήταν ασφαλισμένοι και οι 2.689 ήταν ανασφάλιστοι.


* Ο ελεγκτικός μηχανισμός


Το πρόβλημα ξεκινά από το γεγονός ότι ο ελεγκτικός μηχανισμός που έχει επιφορτισθεί με αυτό το έργο ουσιαστικά αδρανεί λόγω έλλειψης προσωπικού. Σήμερα από τα 13 ελεγκτικά κέντρα για την εισφοροδιαφυγή που προβλέπει ο νόμος 2556/1997 λειτουργούν μόνο τέσσερα και μάλιστα με μειωμένο προσωπικό (π.χ., το ελεγκτικό κέντρο Αθήνας έχει 20 ελεγκτές σε σύνολο 45 προβλεπομένων θέσεων).


«Δεν έχει ληφθεί κανένα ουσιαστικό μέτρο για την πάταξη της εισφοροδιαφυγής» τονίζει ο πρόεδρος της ομοσπονδίας υπαλλήλων των ασφαλιστικών ταμείων κ. Γ. Κουτρουμάνης, σημειώνοντας ότι ο έλεγχός της απετέλεσε βασική εξαγγελία και δέσμευση όλων των κυβερνήσεων, αλλά τα στοιχεία δείχνουν ότι το πρόβλημα χρόνο με τον χρόνο αυξάνεται.


Οι περισσότεροι ανασφάλιστοι υπολογίζεται ότι ανήκουν στην αρμοδιότητα του ΙΚΑ, δηλαδή παρέχουν μισθωτή εργασία. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, πρόκειται για 450.000-500.000 άτομα, ενώ οι απώλειες του Ταμείου από εισφορές φθάνουν ετησίως τα 1,8 δισ. ευρώ. Στην αρμοδιότητα του ΟΓΑ υπολογίζεται ότι βρίσκονται 350.000-400.000, ενώ οι απώλειες εκτιμώνται στα 600 εκατομμύρια ετησίως. Οι αυτοαπασχολούμενοι ανασφάλιστοι φθάνουν τις 130.000-150.000 και οι απώλειες για τον ΟΑΕΕ στα 450 εκατ. ευρώ, ενώ οι ανασφάλιστοι αρμοδιότητας άλλων ασφαλιστικών Ταμείων υπολογίζονται γύρω στις 100.000-130.000 άτομα.


Σύμφωνα με την έρευνα, αποτελεί μύθο ο ισχυρισμός ότι οι ανασφάλιστοι προέρχονται κυρίως από τους οικονομικούς μετανάστες. Ενας στους τρεις είναι αλλοδαπός ενώ οι υπόλοιποι είναι έλληνες εργαζόμενοι. Ούτε είναι ακριβές ότι πρόκειται για άτομα νεαρής ηλικίας. Αναλογικά στους νέους εργαζομένους υπάρχει μεγάλο ποσοστό ανασφαλίστων, ωστόσο το φαινόμενο συναντάται σε όλες τις ηλικίες. Μεγάλος αριθμός των ανασφαλίστων ασφαλίζονται για λίγες ημέρες τον χρόνο προκειμένου να εξασφαλίσουν κάλυψη για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.


Στα αξιοσημείωτα της έρευνας είναι και το γεγονός ότι τα νούμερα των οικονομικών απωλειών των Ταμείων δεν περιλαμβάνουν τις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν αναφέρονται τα πραγματικά ποσά των οφειλομένων εισφορών. Δηλαδή, τις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι εισφορές που καταβάλλονται αντιστοιχούν σε μικρότερες από τις πραγματικές αποδοχές. Πολλές επιχειρήσεις πληρώνουν εισφορές για χαμηλότερες αποδοχές από τις πραγματικές και επωφελούνται τις διαφορές.


* Οι εργαζόμενοι που πλήττονται


Στην έρευνα καταγράφονται οι κατηγορίες των εργαζομένων που παραμένουν ανασφάλιστοι. Πρόκειται για τις εξής κατηγορίες:


Εργαζόμενοι σε οικοδομικές εργασίες, κυρίως επισκευές, ελαιοχρωματισμούς, καθαρισμούς κτιρίων κτλ. Εργαζόμενοι συνταξιούχοι του δημοσίου αλλά και του ιδιωτικού τομέα. Εργαζόμενοι σε δεύτερη εργασία. Εργαζόμενοι περιστασιακά σε επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών κυρίως εποχικές (εστιατόρια, μπαρ, καφετέριες κτλ.) Εργαζόμενοι στον πρωτογενή τομέα της οικονομίας (γεωργικές, κτηνοτροφικές, αλιευτικές κτλ. εργασίες). Αυτοαπασχολούμενοι, κυρίως όσοι έχουν την έδρα της επιχείρησης σε κωμοπόλεις και χωριά κάτω των 2.000 κατοίκων. Εργαζόμενοι σε βιοτεχνίες τόσο στο κέντρο όσο και στην περιφέρεια, μικρού και μεσαίου μεγέθους. Οικιακοί βοηθοί που εργάζονται σε περισσότερους από έναν εργοδότες και προσφέρουν υπηρεσίες από τη φύλαξη παιδιών ως και τον εβδομαδιαίο καθαρισμό ή άλλες βοηθητικές οικιακές εργασίες.


Οι αιτίες του προβλήματος


ΩΣ ΑΙΤΙΕΣ του προβλήματος η ομοσπονδία υπαλλήλων των ασφαλιστικών ταμείων στην έρευνά της καταγράφει τα εξής:


1. Την έλλειψη ασφαλιστικής συνείδησης. Οι εργαζόμενοι, περισσότερο οι νεότεροι, μέσα στις συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί στην αγορά εργασίας, ενδιαφέρονται πρωτίστως για την εξασφάλιση μιας θέσης εργασίας, ενός εισοδήματος, και λιγότερο για την ασφαλιστική τους κάλυψη. Ετσι είναι ευάλωτοι στις πιέσεις και της εργοδοσίας για ανασφάλιστη εργασία.


2. Την αναχρονιστική και ατελέσφορη οργάνωση και λειτουργία των υπηρεσιών των Ταμείων και των μηχανισμών ελέγχου. Τα ασφαλιστικά ταμεία δεν διαθέτουν το απαραίτητο προσωπικό για τη στελέχωση των υπηρεσιών ελέγχου. Ούτε σύγχρονες υποδομές και μηχανογραφημένες μονάδες ώστε να μπορούν να παρακολουθήσουν τις εισροές, την πορεία απογραφής των επιχειρήσεων κτλ.


3. Τον μεγάλο αριθμό παράνομα εισερχομένων και διαμενόντων στη χώρα μας οικονομικών μεταναστών. Η νομιμοποίηση ενός μεγάλου αριθμού μεταναστών οδήγησε και στη μερική ασφαλιστική κάλυψη, υπάρχει όμως ακόμη μεγάλος αριθμός μη νομιμοποιηθέντων αλλά και νομιμοποιηθέντων που είτε δεν ασφαλίζονται είτε ασφαλίζονται για λίγες ημέρες τον χρόνο.


4. Την οικονομική ύφεση και την υψηλή ανεργία. Σε συνθήκες κατά τις οποίες μειώνονται η κατανάλωση, ο τζίρος των επιχειρήσεων κτλ., όλο και περισσότερες επιχειρήσεις προσπαθούν να αποφύγουν την καταβολή εισφορών αποκρύπτοντας τους εργαζομένους από την ασφάλιση.


5. Την παράνομη δόμηση. Πολλές εργασίες οικοδομικές, περισσότερο συμπληρωματικού και επισκευαστικού χαρακτήρα, γίνονται χωρίς άδεια και επομένως χωρίς εισφορές ασφαλιστικές.


6. Την υψηλή παραοικονομία. Η υψηλή παραοικονομία που υπάρχει στη χώρα μας δίνει τη δυνατότητα στην ανάπτυξη των μορφών μαύρης εργασίας και τροφοδοτεί ευθέως την εισφοροδιαφυγή.


7. Την ασαφή οριοθέτηση της ασφαλιστικής «ύλης» του κάθε Ταμείου και τη μη προσαρμογή της νομοθεσίας στην κινητικότητα που υπάρχει στην αγορά εργασίας. Υπάρχουν χιλιάδες εργαζόμενοι, μισθωτοί ή αυτοαπασχολούμενοι, που τους διεκδικούν και τα τρία μεγάλα Ταμεία (ΙΚΑ, ΟΓΑ, ΟΑΕΕ). Αυτό οδηγεί όμως στη μη υποχρεωτική ασφάλιση σε ένα από τα τρία Ταμεία και ως εκ τούτου στη μερική ή ολική εισφοροδιαφυγή.


8. Το μεγάλο ύψος των εισφορών. Οι εισφορές που υπάρχουν στο ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα, ειδικότερα για τους μισθωτούς, είναι από τις υψηλότερες που υπάρχουν μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αν συνυπολογισθεί και το επίσης υψηλό ποσοστό φόρου, γίνεται φανερό γιατί υπάρχουν τόσο υψηλά ποσοστά εισφοροδιαφυγής και «μαύρης» εργασίας.